gezenthi / pixabay |
Καλοκαίρι
του 2003. Είχα επισκεφθεί αρκετές φορές την Τουρκία, όμως τώρα ήταν η
πρώτη φορά που θα πατούσα το πόδι μου στη Σμύρνη. Χρόνια άκουγα τους
δικούς μου να μιλούν για αυτή μολονότι Ατταλειώτες. Οι δουλειές του
προπάππου έφεραν ένα κομμάτι της οικογένειας το 1920 στη Σμύρνη.
Του Στρατή Μαζίδη
Τόσες
ιστορίες από τη μια γενιά στη μεθεπόμενη. Είναι πράγματι περίεργο να
επισκέπτεσαι έναν τόπο που ίσως σήμερα να ζούσες εκεί. Να προσπαθείς να
φανταστείς τους συγγενείς σου να περπατούν στην προκυμαία της, να
πηγαίνουν στις δουλειές τους, στο σχολείο, στην εκκλησία.
Η θεία μου
πέθανε με τον καημό αυτό. Της επιστροφής στη Σμύρνη που δεν έκανε ποτέ.
Πόσες φορές έλεγε στον αδερφό της "Πάμε βρε Στράτο ένα ταξίδι στη
Σμύρνη, πάμε να δούμε το σπίτι. Οι άλλοι πήγανε". Η απάντηση πάντα ψυχρή
αλλά ίσως σωστή: "Δε δίνω εγώ λεφτά στους τουρκαλάδες" φέρνοντας στο
νου του τι ακριβώς συνέβη στην προκυμαία της Σμύρνης, με τη μάνα να
χωρίζεται από τον πατέρα και να προσπαθεί να σώσει τέσσερα παιδιά,
αφήνοντας πίσω θαμμένα άλλα δύο που είχαν πεθάνει σε πολύ μικρή ηλικία.
Η θεία μου η
Δέσποινα δεν περνούσε μέρα που να μη φέρει στο νου της τη Σμύρνη, μιας
και από την Αττάλεια είχε λιγότερες αναμνήσεις. Έγραψε μέχρι και
ποιήματα τα οποία μου έδωσε κάποια στιγμή για να τα φυλάξω. Ποιήματα που
έγραψε δεκαετίες αργότερα. Πόσο σκληρό είναι στα αλήθεια να ξεριζώνεσαι
από τον τόπο σου, από τη γη στην οποία αναπαύονται οι πρόγονοί σου και
να ξέρεις ότι είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψεις.
Δεν ξέρω
γιατί τα έφερα όλα αυτά στο νου μου, ίσως γιατί φοβάμαι πως πάμε σε
στιγμές ανάλογες του 1922 και όχι του 1919. Το 1919 απείχε μόλις τρία
χρόνια από το 1922 και μερικές κρίσιμες λάθος αποφάσεις. Το ταξίδι μου
στη Σμύρνη ήταν μια δικαίωση για τη θεία και ένα πείσμα απέναντι στον
παππού, που όμως μεγαλώνοντας αντιλαμβάνομαι πόσο δίκιο είχε. Έτσι για
την...τιμή των όπλων, κάποιος όφειλε να επιστρέψει, έστω και για λίγο.
Το ταξίδι στην Αττάλεια μολονότι πιο ιερό, εξακολουθεί να περιμένει,
όπως και οι άνθρωποί μας στα μνήματα που εδώ και κοντά πιά έναν αιώνα
κανείς δεν επισκέφτηκε για να τους ανάψει το καντήλι.
Ίσως πρέπει
να τα πει κάποιος αυτά στο μαινόμενο συμπατριώτη μας κ. Ερντογάν [ή
αλλιώς Μπακατόγλου] διότι κάποιοι μπορεί να μιλούσαν τούρκικα όπως αυτός
αλλά δεν πούλησαν ούτε τον Σταυρό ούτε το αίμα... Γενίτσαροι δεν
έγιναν. Έφυγαν αφήνοντας πίσω αρχοντικά, κτήματα, περιουσίες που
χτίστηκαν ανά τους αιώνες κι ας τους υποδέχθηκαν στη μητέρα πατρίδα
ως...τούρκους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου