Τα νέα στοιχεία που κάνουν τον γύρο του διαδικτύου.
Μέγας Αλέξανδρος: Ο Έλληνας στρατηλάτης που αιώνες μετά το θάνατό του συνεχίζει να απασχολεί την παγκόσμια κοινή γνώμη. Και φυσικά, μετά τα ευρήματα στην Αμφίπολη, ένας νέος κύκλος συζητήσεων και αντιπαραθέσεων έχει ανοίξει για το τι απέγινε το νεκρό σώμα του Έλληνα αυτοκράτορα.
Μια ιδιαίτερα διαδεδομένη θεωρία αναφέρει, ότι όταν χάθηκε από την Αίγυπτο, η σωρός του Έλληνα βασιλιά μεταφέρθηκε από Βενετσιάνους εμπόρους από την Αλεξάνδρεια στη Βενετία και ότι το λείψανο του Αγίου Μάρκου, δεν είναι άλλο από το νεκρό σώμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην πραγματικότητα.
«Για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου έχουν γραφτεί τόσα άρθρα και βιβλία όσα δεν γράφτηκαν για τις ταφές όλων των προσωπικοτήτων της αρχαιότητας. Υπάρχουν άπειρες θεωρίες. Όπως ότι τα λείψανα βρίσκονται στην κρύπτη κάτω από τη βασιλική του Αγίου Μάρκου στη Βενετία και μεταφέρθηκαν το 829 από Βενετούς εμπόρους εκεί που κτίστηκε ο ναός. Μια άλλη θεωρία λέει ότι ετάφη στην πύλη της Ροζέτας όπου ήταν το νεκροταφείο των Πτολεμαίων.
Υπάρχει μια διεθνής ψύχωση με το θέμα αυτό και αυτή η αναζήτηση ανάγεται από την αρχαιότητα», λέει στο Έθνος της Κυριακής ο κ. Χάρης Τζάλας, συγγραφέας, ερευνητής και επικεφαλής του Ινστιτούτου Μελετών της Αρχαίας και Μεσαιωνικής Αλεξάνδρειας, το οποίο επί 17 χρόνια πραγματοποιεί ενάλιες αρχαιολογικές έρευνες στην ακτογραμμή της πόλης.
Ο ίδιος ετοιμάζει μια ειδική μελέτη για τη νέα Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας όπου καταγράφει το απίστευτο χρονικό της αναζήτησης του τάφου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
«Από εκείνη την εποχή οι Πτολεμαίοι χρησιμοποίησαν τον Μέγα Αλέξανδρο στις μάχες των διαδόχων. Όπως και οι Ρωμαίοι ήθελαν να τον έχουν με το μέρος τους… Πολλοί αυτοκράτορες επισκέφτηκαν τον τάφο όπως ο Καίσαρας και ο Αύγουστος.
Ο Καρακάλλας, το 215, ήταν ο τελευταίος αξιόπιστος μάρτυρας για την ύπαρξη του τάφου. Όλα τα υπόλοιπα από την αρχαιότητα έως τον Μεσαίωνα ήσαν ανάμεσα στην παράδοση και τον μύθο μέχρι τις φανταστικές ιστορίες του 19ου και 20ου αιώνα που υπεδείκνυαν τη θέση του τάφου και αποδείχθηκαν παραμύθια.
Όλες οι αξιόπιστες αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι ετάφη στην Αλεξάνδρεια. Κι όμως ένα τέτοιο μνημείο δεν βρέθηκε, όπως δεν εντοπίστηκε το Μουσείο με την περίφημη βιβλιοθήκη όπου υπήρχαν 700.000 χειρόγραφα, ούτε ο τεράστιος ναός του Σέραπι. Στην αναζήτηση του τάφου κυρίως βασιζόμαστε σε συγγραφείς που αντέγραψαν παλαιότερες πηγές και φήμες».
Η αφήγηση του κ. Τζάλα, όπως γράφει το Έθνος της Κυριακής, ξεκινά από τα χρόνια της αρχαιότητας.
Ο θάνατος του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. στη Βαβυλώνα, η μεταφορά και η ταρίχευσή του σώματός του στη Μέμφιδα και η επίσκεψη Ρωμαίων αυτοκρατόρων περιγράφονται από αξιόπιστους αρχαίους συγγραφείς. Κανένας όμως δεν ήταν σύγχρονος του Αλεξάνδρου, ούτε είχε εισέλθει στον τάφο.
Μερική μόνο είχαν δει την ευρύτερη περιοχή γνωστή ως «Σώμα» ή «Σήμα». Σύμφωνα με τον Ψευδοκαλλισθένη το σώμα του, μέσα σε μολύβδινη σαρκοφάγο γεμάτη μέλι για να διατηρηθεί, μεταφέρθηκε στη Μέμφιδα της Αιγύπτου. Ο Στράβων πρώτος έγραψε ότι όταν επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια, το σώμα του Αλεξάνδρου δεν ήταν στην αρχική χρυσή σαρκοφάγο.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης σημειώνει ότι μεταφέρθηκε από τη Βαβυλώνα δύο χρόνια μετά τον θάνατό του. Μάλιστα καθ’ οδόν στη Συρία, έγινε μάχη μεταξύ επιγόνων όπου επικράτησε ο Πτολεμαίος. Ήταν γνωστή η προφητεία του Αρίστανδρου, ότι «η πόλη που θα είχε το σώμα του Αλεξάνδρου θα γνώριζε μεγάλη ευημερία». Για αυτό ο Πτολεμαίος αποφάσισε να μην ταφεί στο ναό του Άμμωνος Διός στη Σίβα, αλλά στην Αλεξάνδρεια.
Ο Λουκανός περιγράφει τον τάφο ως μια πυραμιδοειδή κατασκευή, ο Ζηνόβιος έλεγε ότι μεταφέρθηκε σε νέα ομαδική βασιλική ταφή και το «Σώμα» έμεινε άδειο.
Ο Παυσανίας έγραφε ότι τον λάτρευαν ως θεό και ο Δίων ο Κάσσιος μνημονεύει ότι όταν ο Οκταβιανός θέλησε να δει το σώμα του Αλεξάνδρου, άγγιξε τη μύτη του και την κατέστρεψε εν μέρει.
Οι αιώνες περνούσαν αλλά η φήμη του Αλεξάνδρου παρέμενε ζωντανή. Ο Ισκάντερ, όπως τον αποκαλούσαν, είχε μετατραπεί σε θρύλο ενώ από αιώνες λατρευόταν σαν μεγάλος προφήτης.
Ο περιηγητής Μασούντι το 944 γράφει για ένα παρεκκλήσι όπου εικάζεται ότι ήταν ο τάφος του Ισκάντερ και εκεί ο κόσμος προσευχόταν. Ανάλογη ιστορία αφηγείται ο Λέων ο Αφρικανός 500 χρόνια αργότερα.
Άλλοι αναφέρουν ένα κτίσμα κοντά στο τζαμί Ατταρίν ή την παλαιά εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Η βασιλική νεκρόπολη και το «Σώμα» δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί και τα ίχνη χάθηκαν στο βάθος του χρόνου.
Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι που ανέσκαψαν έως το 1960, πίστευαν ότι το «Σώμα» βρισκόταν κοντά στο τζαμί Νάμπι Ντανιέλ. Ο Ερρίκος Σλήμαν που ανακάλυψε την Τροία και τις Μυκήνες είχε ζητήσει το 1887 άδεια την οποία όμως δεν έλαβε».
Ο Αλέξανδρος Γ΄ ο Μακεδών (356 π.Χ – 323 π.Χ.) ή Αλέξανδρος ο Μέγας ή Μέγας Αλέξανδρος, ήταν βασιλιάς της Μακεδονίας, ηγεμόνας της Πανελλήνιας Συμμαχίας κατά της Περσικής αυτοκρατορίας, Φαραώ της Αιγύπτου, βασιλιάς της Ασίας και βορειοδυτικής Ινδίας, του οποίου οι κατακτήσεις αποτέλεσαν τον θεμέλιο λίθο της Ελληνιστικής εποχής των βασιλείων των Διαδόχων και Επιγόνων του.
Γεννήθηκε στην Πέλλα της Μακεδονίας τον Ιούλιο του έτους 356 π.Χ.. Γονείς του ήταν ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας και η πριγκίπισσα Ολυμπιάδα της Ηπείρου. Ως βασιλιάς της Μακεδονίας, συνέχισε το έργο του πατέρα του, Φιλίππου Β’, και του παππού του, Αμύντα Γ’, ικανών στρατηγών, πολιτικών και διπλωματών, οι οποίοι διαδοχικά αναμόρφωσαν το Μακεδονικό βασίλειο και το εξέλιξαν σε σημαντική δύναμη του Ελληνικού κόσμου, και με τη σειρά του ο Αλέξανδρος το διαμόρφωσε σε παγκόσμια υπερδύναμη.
Ως Μακεδόνας είχε συνείδηση της ελληνικής του καταγωγής.[1] Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους στρατηγούς στην ιστορία, και κατά την περίοδο των 13 ετών της βασιλείας του (336 – 323 π.Χ.) κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού κόσμου (Μικρά Ασία, Περσία, Αίγυπτο κλπ), φτάνοντας στις παρυφές της Ινδίας, και χωρίς να έχει ηττηθεί σε μάχη που ο ίδιος συμμετείχε[2]. Οι Αλεξανδρινοί χρόνοι αποτελούν το τέλος της κλασσικής αρχαιότητας και την απαρχή της περιόδου της παγκόσμιας ιστορίας γνωστής ως Ελληνιστικής.
Η συνολική επικράτεια της αυτοκρατορίας του, στη μεγαλύτερή της έκταση κατά το 323 π.Χ., υπολογίζεται σε 5.200.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, και περιλάμβανε κομμάτια από 26 σημερινές χώρες (Ελλάδα, Αλβανία, ΠΓΔΜ, Μαυροβούνιο, Σερβία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Τουρκία, Κύπρος, Αίγυπτος, Αφγανιστάν, Ιράκ, Ιράν, Ισραήλ, Ινδία, Ιορδανία, Καζακστάν, Κουβέιτ, Κιργιστάν, Λίβανος, Πακιστάν, Σαουδική Αραβία, Συρία, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν).[3]
Πέθανε στην Βαβυλώνα, στο παλάτι του Ναβουχοδονόσορα Β’ στις 10 Ιουνίου του 323 π.Χ., σε ηλικία ακριβώς 32 ετών και 11 μηνών. Το σύνολο της επιρροής του, συχνά τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων παγκοσμίων προσωπικοτήτων όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή, μαζί με τον δάσκαλο του Αριστοτέλη.[4][5][6]
Ο Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα στις 10 Ιουλίου του 323 π.X. και όχι στα τέλη Μαΐου του ίδιου έτους, όπως αναγράφεται.
Από τι πέθανε ο Μέγας Αλέξανδρος;
“H συμπτωματολογία της πάθησης του βασιλιά της Μακεδονίας μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πέθανε από χολολιθίαση”
Αμερικανοί επιστήμονες που ασχολήθηκαν με τον θάνατό του διεξοδικά αναφέρουν πως οφειλόταν σε αλκοολική ηπατοπάθεια, δηλητηρίαση με αρσενικό ή στρυχνίνη, ηπατίτιδα, περιτονίτιδα, σαλμονέλωση, τραυματισμό και φλεγμονή.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Ρόμπιν Λέιν-Φοξ, που υπήρξε σύμβουλος του Ολιβερ Στόουν σε θέματα ιστορίας της ταινίας του, αναφέρει πως δεν είναι γνωστά τα αίτια του θανάτου του Αλέξανδρου.
Ο Δημήτρης Τσουτσούλης, Senior registrar του Νοσοκομείου Hammersmith του Λονδίνου, σε άρθρο του στο «Βήμα» της 25ης Οκτωβρίου 1998, αποδίδει τον θάνατο πιθανότατα σε τυφοειδή πυρετό, σύμφωνα με αμερικανούς ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ οι οποίοι διατύπωσαν τις απόψεις τους σε τεύχος της επιθεώρησης «New England Journal Medicin» στις 11 Ιουνίου 1998.
Τα περί δηλητηρίασης με στρυχνίνη, που στην εποχή του ήταν άγνωστη, από τη γυναίκα του, τη Ρωξάννη, επειδή είχε σεξουαλικές σχέσεις τάχα με τον Ηφαιστίωνα, ανήκουν στον χώρο της φαντασίας. H αλήθεια είναι ότι μικρός δεν έδειχνε την προτίμησή του σε γυναίκες, γι’ αυτό η μητέρα του Ολυμπιάδα του πήγε τη 17χρονη Καλλίξεινα, στις περιπτύξεις της οποίας έμεινε απαθής. Αλλά στους πολέμους του είχε συντροφιά την εταίρα Θαΐδα, μαζί με την οποία έβαλε φωτιά στα ανάκτορα της Περσίας για να εκδικηθεί τον Ξέρξη που έκαψε την Ακρόπολη.
Επίσης από την αρχαιότητα ακόμη υποστηρίχθηκε η άποψη ότι ο Αλέξανδρος δηλητηριάστηκε είτε από τον Μήδιο είτε από τον γιο του Αντίπατρου, τον Ιόλα, ο οποίος ήταν αρχιοινοχόος του. Ακόμη, ότι σε αυτή τη συνωμοσία έλαβε μέρος και ο Αντίπατρος και πως το δηλητήριο το έστειλε ο Αριστοτέλης, ο δάσκαλός του, επειδή φοβήθηκε για τον εαυτό του μετά την εκτέλεση του Καλλισθένη, που ήταν μαθητής του.
Από προσωπική έρευνα και με την πολύτιμη συμβολή του αείμνηστου καθηγητή της Χειρουργικής Χαράλαμπου Σμπαρούνη επάνω στα συμπτώματα της πάθησης που προκάλεσε τον θάνατο του Αλέξανδρου οδηγηθήκαμε στην πιθανότερη αιτία που τον προκάλεσε. Ξέρουμε ότι αυτά κράτησαν 14 ημέρες γιατί ο θάνατός του δεν ήταν αιφνίδιος. Ας τα παρακολουθήσουμε.
Την πρώτη ημέρα, 31 Μαΐου (15 Δαισίου) 323 π.X., ύστερα από βαρύ φαγητό και οινοποσία, αισθάνθηκε έντονο πόνο στην κοιλιά και στον θώρακα, που τον ακολούθησε εμετός, ρίγος και πυρετός. Τη δεύτερη ημέρα αισθάνθηκε εξάντληση, που δεν τον δυσκόλεψε το βράδυ να φάει και να πιει ώσπου να μεθύσει. Ο πόνος στην κοιλιά συνεχίστηκε με αντανάκλαση στον ώμο. Ο πυρετός και το ρίγος εξακολούθησαν. Την τρίτη ημέρα ο πυρετός παρέμεινε υψηλός και συνοδεύτηκε από ιδρώτα, ρίγος και σωματική κατάπτωση. Την τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη ημέρα η κατάσταση επιδεινώθηκε και, άρρωστος, δεν είχε καλή επικοινωνία.
Την όγδοη έφτασε σε προκωματώδη κατάσταση που κράτησε ως τη δωδεκάτη ημέρα. Παρ’ όλα αυτά όρισε διάδοχός του να είναι ο «κράτιστος». Τη δέκατη τρίτη ημέρα η αναπνοή του δυσχεραίνεται και η όψη του παίρνει το χαρακτηριστικό περιτονιδικό προσωπείο, το «ιπποκράτειο προσωπείο», όπως χαρακτηριστικά λέγεται στην Ιατρική, γιατί πρώτος το περιέγραψε ο πατέρας της Ιατρικής. Τη δέκατη τέταρτη ημέρα, 13 Ιουνίου, πέθανε.
H συμπτωματολογία της πάθησης του βασιλιά της Μακεδονίας, με τα σημερινά δεδομένα της ιατρικής επιστήμης, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πέθανε από χολολιθίαση, η οποία του προκαλούσε συχνές κρίσεις.
Είναι γνωστό ότι η χολολιθίαση οδηγεί σε οξεία πυώδη ή σηπτική χολοκυστίτιδα και χολαγγειίτιδα και σε οξεία νεκρωτική ή σηπτική παγκρεατίτιδα. Ετσι γίνεται φανερό ότι αυτή πρέπει να οδήγησε στον θάνατο τον Μέγα Αλέξανδρο γιατί της αρρώστιας προηγήθηκε βαρύ γεύμα και κατάχρηση οινοπνεύματος και γιατί η εξέλιξή της είχε την τυπική εικόνα της οξείας παγκρεατίτιδας, δηλαδή διαξιφιστικό πόνο στην κοιλιά με αντανάκλαση στον θώρακα, συνοδευόμενο από εμετό, από ρίγος και πυρετό, κολλώδεις ιδρώτες, ωχρότητα, συγχυτική κατάσταση, παραλήρημα και «ιπποκράτειο προσωπείο». Στη ληξιαρχική πράξη θανάτου θα μπορούσαμε σήμερα να αναφέρουμε ως αιτία: οξεία παγκρεατίτιδα.
Ο κ. Νίκος A. Παπανικολάου είναι ομότιμος καθηγητής Ιατρικής.
Ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της ιστορίας, που ταλανίζουν μέχρι και τις μέρες μας τους, πάσης φύσεως, ερευνητές, είναι το ξαφνικό τέλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η περιπέτεια της σορού του. Εικασίες και εκτιμήσεις δίνουν και παίρνουν ανά τους αιώνες, ωστόσο καμιά ξεκάθαρη, οριστική και απολύτως πειστική απάντηση δεν έχουμε στα χέρια μας. Μέσα σ’ αυτή την αέναη δίνη των υποθέσεων, το ελάχιστο που μπορούμε να πράξουμε είναι, με σύμμαχο τις πιο αξιόπιστες πηγές, να αναπαραστήσουμε τα τραγικά εκείνα γεγονότα και ο καθένας ας προχωρήσει στις δικές του κρίσεις.
Το τελευταίο γνωστό επιχειρησιακό σχέδιο του Αλεξάνδρου ήταν η εκστρατεία στην Αραβία, η οποία πήγε λίγο παραπίσω, λόγω του ξαφνικού θανάτου του Ηφαιστίωνα. Ο Αλέξανδρος, αφού τέλεσε μια μεγαλοπρεπέστατη κηδεία με τιμές ήρωα στον παιδικό του φίλο στη Βαβυλώνα, τις μέρες εκείνες ήταν συντετριμμένος και μελαγχολικός, ωστόσο συμμετείχε στην θυσία για τον επικείμενο απόπλου στην Αραβία.
Βρισκόμαστε στις 28 Μαΐου του 323π.Χ. Το ίδιο βράδυ, αφού έφυγαν οι στενοί του συνεργάτες από το δείπνο που τους είχε παραθέσει, ένας εταίρος Θεσσαλός, ο Μήδιος, τον κάλεσε στο σπίτι του. Ο Μήδιος ήταν αγαπητός και συμπαθής στον Αλέξανδρο και πράγματι του έφτιαξε την διάθεση. Την επόμενη ξαναπήγε στου Μήδιου και ήπιε υπερβολικά. Γύρισε αδιάθετος στα ανάκτορα, λούστηκε και έπεσε στο κρεβάτι με υψηλό πυρετό.
Το πρωί της 31ης Μαΐου, ένιωσε ακόμα χειρότερα. Όλες οι συγκινήσεις και οι περιπέτειες των τελευταίων ετών, τα απανωτά συμπόσια, τον είχαν εξασθενήσει. Μάλιστα τον πήγαν με το κρεβάτι του στο βωμό για την καθημερινή πρωινή θυσία. Ξαπλωμένος, κάλεσε τους αρχηγούς του στρατού και έδωσε εντολές για την εκστρατεία που θα ξεκινούσε στις 4 Ιουνίου.
Το βράδυ τον κουβάλησαν πάλι πάνω στο κρεβάτι στον Ευφράτη και με πλοίο πέρασε απέναντι στο μεγάλο κήπο που δέσποζε εκεί. Έκανε μπάνιο έχοντας πυρετό και ρίγος. Την επόμενη έμεινε στην κάμαρά του με συντροφιά τον Μήδιο, που του έφτιαχνε το κέφι. Όμως, ο πυρετός δεν έπεφτε.
Στις 2 Ιουνίου ζήτησε από τον Νέαρχο να αναβληθεί για μια μέρα η εκστρατεία μήπως και συνέλθει. Ο Νέαρχος του διηγιόταν το ταξίδι του στον Ωκεανό (Ινδικός) και ο Αλέξανδρος χαιρόταν που σε λίγο θα ζούσε και αυτός τέτοιες περιπέτειες. Στις 3 Ιουνίου θυσίασε και φώναξε τους αρχηγούς του ναυτικού, ζητώντας τους να είναι όλα έτοιμα για την επικείμενη αναχώρηση σε δυο μέρες. Όμως, ο πυρετός και η δυσφορία συνέχισαν να τον καταβάλουν και τις επόμενες δυο μέρες.
Στις 5 Ιουνίου κάλεσε όλους τους στρατηγούς στα ανάκτορα. Τους αναγνώρισε όλους, αλλά δεν μπορούσε πλέον να μιλήσει. Εν τω μεταξύ, σ’ όλη τη Βαβυλώνα μαθεύτηκε το γεγονός της αρρώστιας και οι Μακεδόνες στρατιώτες στριμώχνονταν στα ανάκτορα για να δουν τον βασιλιά τους.
Φοβόντουσαν μήπως είχε κιόλας πεθάνει, ενώ έκλαιγαν και απειλούσαν για να τους ανοίξουν την πύλη. Τελικά, η πύλη άνοιξε και ο ένας πίσω απ’ τον άλλον πήγαιναν προς το κρεβάτι του. Ο Αλέξανδρος ανασήκωνε με κόπο το κεφάλι και λίγο το δεξί του χέρι και έγνεφε με το βλέμμα στους παλιούς του συμπολεμιστές.
Στις 9 Ιουνίου, οι στρατηγοί Πείθων, Πευκέστας και Σέλευκος, πήγαν στο Σεράπειο ναό να ρωτήσουν τι ήταν καλύτερο να κάνουν, να μείνει στα ανάκτορα ή να τον μεταφέρουν κάπου αλλού. Ο «Θεός» τους έδωσε την απόκρισή του: «Να μείνει εκεί, καλύτερα θα είναι». Και την επόμενη μέρα, στις 10 Ιουνίου, ο Αλέξανδρος πέθανε.
Θρήνος και οδυρμός αντήχησε στις χαοτικές αίθουσες των ανακτόρων. Έπειτα έπεσε σιωπή. Τους σκέπασε όλους η σκέψη τι θα γινόταν τώρα. Όλη η Βαβυλώνα βρέθηκε έξω από τα ανάκτορα και το μέλλον φαινόταν σκοτεινό και δυσοίωνο. Ακριβώς από τούτη τη στιγμή και για σαράντα περίπου χρόνια ξεκινά η περίφημη περιπέτεια της ιστορίας των διαδόχων του!
Λέγανε πως έδωσε το δαχτυλίδι του, λίγο πριν πεθάνει, στον αρχαιότερο από τους εφτά σωματοφύλακές του, τον Περδίκκα, για να σφραγιστούν κάποια επίσημα έγγραφα, αλλά είναι αμφίβολο αν τον όρισε διάδοχο. Ο Αλέξανδρος εκείνες τις στερνές στιγμές του, ούτε μπορούσε να μιλήσει, ούτε είχε πνευματική διαύγεια για να προβεί σε μια τέτοια σημαντική απόφαση.
Το θέμα είναι πως από την πρώτη μέρα του θανάτου του ξέσπασαν ταραχές ανάμεσα στις στρατιωτικές μονάδες των Μακεδόνων, ώσπου να επέλθει, έπειτα από λίγο καιρό, ένας συμβιβασμός, εύθραυστος όπως αποδείχτηκε: ο ετεροθαλής αδελφός του Αλεξάνδρου και διανοητικά ασταθής (για να το πούμε κομψά), Φίλιππος Αρριδαίος και το αγέννητο παιδί του (εφόσον ήταν αγόρι), ορίστηκαν ως Βασιλείς του απέραντου πια μακεδονικού κράτους.
Σύμφωνα με τον Διόδωρο, ο Αλέξανδρος είχε γραμμένα στα Υπομνήματά του πέντε σχέδια, τα οποία απορρίφθηκαν ως πολυδάπανα και ανεδαφικά από το συμβούλιο των στρατηγών. Το πιο σημαντικό ήταν η κατασκευή χιλίων πολεμικών πλοίων για την εκστρατεία στην Δύση.
Το δεύτερο ήταν η κατασκευή έξι τεράστιων ναών: προς τιμή του Δία στο Δίον, της Αρτέμιδος στην Αμφίπολη, της Αθηνάς στο Κύρρο (ανάμεσα σε Πέλλα και Έδεσσα, νότια του χωριού Αραβησσός), στη Δήλο, στη Δωδώνη και στους Δελφούς. Το τρίτο σχέδιο μιλούσε για το στήσιμο μιας γιγαντιαίας πυράς στη Βαβυλώνα με κόστος πολλά τάλαντα, για να τιμηθεί η μνήμη του Ηφαιστίωνα. Το τέταρτο σχέδιο αφορούσε την κατασκευή μιας πυραμίδας, μεγαλύτερης και από αυτές της Αιγύπτου, προς τιμήν του πατέρα του, του Φιλίππου.
Το τελευταίο είχε ως σκοπό ανταλλαγές και μετακινήσεις πληθυσμών ανάμεσα σε Ευρώπη και Ασία, ώστε να επιτευχθεί αυτός ο συγκερασμός, που προσδοκούσε ο Αλέξανδρος, μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Ωστόσο, ο Αρριανός, που είναι η πιο αξιόπιστη πηγή, αφού άντλησε από τις σημειώσεις του Πτολεμαίου και του Αριστόβουλου, οι οποίοι έζησαν τα γεγονότα δίπλα στον Αλέξανδρο, γράφει:
«Προσωπικά, δε μπορώ να πω με ακρίβεια τι σχέδια είχε ο Αλέξανδρος ούτε και μ’ ενδιαφέρει να υποθέσω. Εκείνο όμως που μου φαίνεται ότι μπορώ να ισχυριστώ είναι ότι ο Αλέξανδρος δεν είχε τίποτα μικρό ή ασήμαντο στο μυαλό του· ούτε θα έμενε ήσυχος στις περιοχές που είχε ήδη κατακτήσει, ακόμη και αν πρόσθετε την Ευρώπη στην Ασία και τα Βρετανικά Νησιά. Πέρα και απ’ αυτά, θα ζητούσε να βρει κάτι άγνωστο ακόμα, ερίζοντας όχι με κανέναν άλλον, αλλά με τον ίδιο του τον εαυτό». Αρριανός, Ζ:1
Πάντως ό,τι και να’ χε στο νου του, η ουσία είναι πως τίποτα δεν ευοδώθηκε.
Η υπόθεση ή η κατηγορία ότι ο Αλέξανδρος βρήκε το θάνατο από δηλητήριο – μια χαμηλή δόση στρυχνίνης θα ταίριαζε με τα συμπτώματα – ήταν αναπόφευκτη. Μάλιστα, οι “Βασίλειοι Εφημερίδες”, τα επίσημα αρχεία του κράτους, δημοσίευσαν ένα έγγραφο που διέψευδε κάτι τέτοιο. Ωστόσο δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε.
Ίσως μερικοί κορυφαίοι Μακεδόνες δεν είχαν άλλο τρόπο να σταματήσουν την εξοριενταλιστική μεγαλομανία του, που τον είχε κάνει πολύ απόμακρο. Τώρα όσον αφορά τις εικασίες πως πέθανε από ασθένειες τύπου σύφιλης (η πιο διαδεδομένη καφενειακή άποψη) ή από τύφο ή από κάτι άλλο άγνωστο, δεν μπορούμε να τις υιοθετήσουμε, ούτε ασφαλώς να τις απορρίψουμε.
Η τύχη του πτώματος του είναι ένα άλυτο μυστήριο. Η σορός του, αφού ταριχεύτηκε, έμεινε σχεδόν δυο χρόνια σ’ ένα πολυτελές σκήνωμα στην Βαβυλώνα, όπου ήταν τόπος προσκυνήματος για χιλιάδες υπηκόους του. Τότε αποφασίστηκε να επαναπατριστεί στη Μακεδονία, για να ταφεί στο παλιό βασιλικό νεκροταφείο στις Αιγές.
Όμως, καθ’ οδόν προς τα εκεί, κλάπηκε από το νέο σατράπη της Αιγύπτου, τον Πτολεμαίο του Λάγου, έναν από τους παιδικούς συντρόφους του Αλεξάνδρου και συμμαθητή του στις διδασκαλίες του Αριστοτέλη, στη Μίεζα, που είχε εξυψωθεί στο βαθμό του στρατάρχη της νέας αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου.
Ο Πτολεμαίος έθαψε πρώτα τη σορό στη Μέμφιδα, την παλιά πρωτεύουσα των φαραώ. Αργότερα, μετέφερε τη σορό στη δική του πρωτεύουσα, την Αλεξάνδρεια, όπου από το 306π.Χ. κυβερνούσε ως βασιλιάς της Αιγύπτου.
Το λαμπρό μαυσωλείο και ο τάφος σώζονταν ακόμη κατά την εποχή του Οκταβιανού Αύγουστου, του πρώτου Ρωμαίου αυτοκράτορα (29π.Χ. – 14μ.Χ.). Υπάρχουν και μεταγενέστερες αναφορές που υποδηλώνουν πως ο τόπος όπου βρισκόταν ήταν ακόμα γνωστός. Από την ύστερη όμως αρχαιότητα (περίπου 3ομ.Χ. αι.) και μετά έχει εξαφανιστεί χωρίς να αφήσει κανένα ίχνος.
Επομένως, σύμφωνα με τις αναφορές των πηγών, το πτώμα έμεινε δυο χρόνια στην Βαβυλώνα και έπειτα από την κλοπή του από τον Πτολεμαίο, κατέληξε σ’ ένα επιβλητικό μνημείο στην Αλεξάνδρεια. Αυτές οι αναφορές είναι ότι πιο επίσημο έχουμε στα χέρια μας. Η μητέρα του Αλεξάνδρου, η πολυμήχανη Ολυμπιάδα, ήταν πεπεισμένη ότι ο γιος της δολοφονήθηκε και είχε ορκιστεί πως θα έφερνε τη σορό στη Μακεδονία.
Μήπως επιχείρησε κάτι τέτοιο και τα κατάφερε; Αλλά και πάλι, γνωρίζοντας την μεγαλομανία της και την αυταρχικότητά της, θα έθαβε έτσι στα κρυφά και “άδοξα”, δίχως τυμπανοκρουσίες, τον γιο της, τον κατακτητή του κόσμου; Οι πηγές δεν κάνουν ούτε νύξη για κάτι τέτοιο. Κάτι θα είχε γραφτεί για την ταφή του μεγαλύτερου βασιλιά του κόσμου!
Μήπως ο επόμενος βασιλιάς της Μακεδονίας, ο ικανός αλλά και αδίστακτος Κάσσανδρος, μετέφερε τη σορό στα πάτρια εδάφη; Απίθανο! Πρώτον, διότι ο Κάσσανδρος με την Ολυμπιάδα μισούνταν θανάσιμα. Δεύτερον, αν έφερνε τη σορό στη Μακεδονία, θα ήταν μεγάλο πλεονέκτημα, κυρίως ηθικό και ψυχολογικό, για τον Αλέξανδρο τον Δ΄, τον γιο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που ήταν παραγκωνισμένος σε τιμητική αιχμαλωσία μαζί με την μητέρα του Ρωξάνη, στην Αμφίπολη. Ήταν γνωστό ότι ο μακεδονικός λαός ήταν πιστός στον επίσημο βασιλικό οίκο και ο Κάσσανδρος δεν θα ρίσκαρε την στερέωση της εξουσίας του.
Αλλά και ο Πτολεμαίος μήπως τελικά δεν πήρε τη σορό από τη Βαβυλώνα αλλά κάποιο ομοίωμά της; Μήπως στην Αλεξάνδρεια όλοι προσκυνούσαν ένα κενοτάφιο; Είναι γεγονός ότι παίρνοντας την σορό, αποκτούσε ένα ψυχολογικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων διαδόχων. Είναι αναμφισβήτητο ότι πολλοί Μακεδόνες στρατιώτες ακολούθησαν τον Πτολεμαίο στην Αίγυπτο μόνο και μόνο επειδή είχε στην κατοχή του τη σορό. Τόσο μεγάλο ειδικό βάρος και επιρροή μυστικιστικών διαστάσεων προέκυπτε από την κατοχή της σορού του μεγάλου βασιλιά!
Σίγουρα, ο Πτολεμαίος πήρε το σώμα έχοντας την επίγνωση της μεγάλης του επίδρασης στον απλό Μακεδόνα στρατιώτη. Είναι εξακριβωμένο πως πολλοί στρατιώτες, πέρα από την μεγάλη του υπόληψη, θεωρούσαν άξιο διάδοχο του Αλεξάνδρου, τον Πτολεμαίο, αφού μέχρι και η σορός του μεγάλου βασιλιά “ακολουθούσε” τον στρατηγό. Πάντως, από πολιτική τακτική ο Πτολεμαίος πήρε άριστα!
Athensmagazine.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου