Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ εἶναι ἀπό ἔγκυρη πηγή…
… ἀρχική πρόθεση τῆς νέας Προέδρου τῆς Δημοκρατίας Αἰκατερίνης Σακελλαροπούλου ἦταν νά μήν ὁρκιστεῖ μέ θρησκευτικό ὅρκο ἀλλά μέ πολιτική διαβεβαίωση. Ὠμνύοντας στήν τιμή καί τήν συνείδησή της. Οἱ συνταγματολόγοι εἶχαν «ψάξει» τό corpus τοῦ καταστατικοῦ μας χάρτη καί παρά τό γεγονός ὅτι τό ἄρθρο μέ τό τυπικό τῆς ὁρκωμοσίας τοῦ ἀνώτατου ἄρχοντος δέν ἀναθεωρήθηκε κατά τήν πρόσφατη συνταγματική μεταρρύθμιση, εἶχαν βρεῖ ἕνα «παράθυρο» πού θά ἐπέτρεπε στήν κ. Σακελλαροπούλου τήν ἀποβολή τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν τελετή. Σύμφωνα μέ αὐτήν τήν ἑρμηνεία, ἀπό τήν στιγμή πού μέ τό Σύνταγμα τοῦ 2001 ἀπαλείφθηκε ἡ ὑποχρέωση νά εἶναι ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Χριστιανός Ὀρθόδοξος, κατά μείζονα λόγο δέν ὑποχρεοῦται καί σέ θρησκευτικό ὅρκο.
Μαθαίνω ὅτι στό ἄκουσμα τῆς εἴδησης, ὅτι ἡ Πρόεδρος ἔκανε τήν σκέψη –δέν κατέληξε ποτέ σέ ἀπόφαση– νά μήν ὁρκιστεῖ στήν Ἁγία, Ὁμοούσιο καί Ἀδιαίρετη Τριάδα, σήμανε συναγερμός σέ κορυφαῖα γραφεῖα πέριξ τῶν ὁδῶν Ἡρώδου Ἀττικοῦ καί Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου. Ἐξηγήθηκε, μοῦ λένε, στήν νέα Πρόεδρο ὅτι πλήν τοῦ ἰδεολογικοῦ θέματος πού θά ἐγεννᾶτο, πλήν τοῦ τεράστιου πολιτικοῦ θέματος πού θά ἐγεννᾶτο, ἄν ἡ κ. Σακελλαροπούλου ἐπέμενε, θά ἀνέκυπτε καί ζήτημα ἀκυρότητας τῆς ὁρκωμοσίας της. Ἄρα καί ἀκυρότητας κάθε πράξης πού θά ὑπέγραφε στό μέλλον, νόμου ἤ Προεδρικοῦ Διατάγματος. Ἔτσι πείστηκε καί θά δώσει, ἄν πληροφοροῦμαι σωστά, θρησκευτικό ὅρκο, τελικῶς.
Ἀποκαλύπτω αὐτήν τήν μικρά ἱστορία γιά δύο λόγους. Ἡ πρώτη ἀφορᾶ τήν Πρόεδρο αὐτή καθ’ ἑαυτή. Ὁ θεσμός πού καλεῖται νά ὑπηρετήσει συμπυκνώνει συνταγματική καί πολιτική ἱστορία δεκαετιῶν. Εἶναι κατά βάση συντηρητικός, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι δέν χωρᾶ ἄνεμος φιλελεύθερης ἀνανέωσης. Τό ἀντίθετο. Ὁ θρησκευτικός ὅρκος δέν καθιερώθηκε γιά λόγους δογματικούς καί μόνον, ἐπειδή δηλαδή τό «Ἔθνος τῶν Ἑλλήνων» εἶναι στήν πλειονότητά του Ὀρθόδοξο. Καί ὁ Πρόεδρος τῆς Φιλελεύθερης Ἀμερικῆς, ἄλλωστε, στήν Βίβλο ὁρκίζεται. Ὁ θρησκευτικός ὅρκος καθιερώθηκε κυρίως γιά λόγους ἱστορικούς. Ἡ πρώτη Ἐθνοσυνέλευση τῆς Ἐπιδαύρου ὁρκίστηκε στόν Θεό, λόγω καί τῆς παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας στούς ἐθνικούς μας ἀγῶνες. Στό πρῶτο Σύνταγμα ἀναφέρεται ρητῶς καί αὐτό ἔφθασε ἕως τίς μέρες μας, ὅτι «ἡ ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἰς τήν ἑλληνικήν ἐπικράτειαν εἶναι ἡ τῆς ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἀνέχεται ὅμως ἡ διοίκησις τῆς Ἑλλάδος πᾶσαν ἄλλην θρησκείαν καί αἱ τελεταί καί ἱεροπραξίαι ἑκάστης αὐτῶν ἐκτελοῦνται ἀκωλύτως». Στήν δεύτερη Ἐθνοσυνέλευση, 10-30 Ἀπριλίου 1823, διακηρύχθηκε ὅτι «μέ τήν ἀμετάθετον ἀπόφασιν ὅλοι, ὅλοι οἱ Ἕλληνες, νά ἀνεξαρτηθῶμεν ἐντελῶς, ἔθνος χωριστόν αὐτόνομον καί ἀνεξάρτητον ἀναγνωριζόμενοι, διά τήν δόξαν τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως καί τήν εὐτυχίαν τῶν ἀνθρώπων». (Ἴδε σχετικά Ἠλία Οἰκονόμου [καθηγητῆ ΕΚΠΑ], Ὁ Θεός καί τό 1821, ἐκδόσεις Σαΐτη 2018.)
Δέν τίθεται, λοιπόν, ἐν προκειμένω ζήτημα θρησκευτικῆς καταπίεσης τῶν ἰδεῶν τῆς νέας ἀρχηγοῦ τοῦ κράτους. Τίθεται ζήτημα παραλαβῆς τῆς ἱστορικῆς σκυτάλης ἀπό τήν ἱδρυτική συνέλευση τῶν Ἑλλήνων ἀπό τήν ὁποία πηγάζει ἡ ἴδια ἡ ἐξουσία της. Τό ζήτημα ὅμως δέν ἀφορᾶ μόνο τήν ἀρχηγό τοῦ κράτους ἀλλά καί τήν ὑπουργό Παιδείας. Δέν τήν ὀνομάζω Θρησκευμάτων, γιατί ἡ ἀγαπητή κατά τά λοιπά Νίκη Κεραμέως διακρίνεται κατά τήν θητεία της γιά τόν συνεπῆ ἀντικληρικαλισμό της. Καί τμῆμα τῆς Κυβερνήσεως, βεβαίως, δέν εἶναι μόνη της σέ αὐτό. Μετά τίς ἀποφάσεις γιά τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά ἀπολυτήρια καί τά ἀρχεῖα τῶν σχολείων, τίς ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν (τό Συμβούλιο ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν καί τήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου), τίς ἀποφάσεις (Ὑπουργεῖο Δικαιοσύνης) νά μήν θεωρεῖται ποινικό ἀδίκημα ἡ βλασφημία τῶν Θείων (ἐνῶ ἄν κάψει κανείς τό Κοράνι διώκεται μέ τόν ἀντιρατσιστικό νόμο γιά ὑποκίνηση θρησκευτικοῦ μίσους), τήν ἀποκαθήλωση μέ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργείου Ὑποδομῶν τῆς ἀφίσσας γιά τίς ἀμβλώσεις (πού σύμφωνα μέ μέτρηση τῆς Pulse ἀσπάζεται τό 30% τῶν Ἑλλήνων), τώρα ἡ ὑπουργός προσέθεσε στό φιλελεύθερο παλμαρέ της καί τήν ἀνάκληση μιᾶς ἐνημερωτικῆς ἐγκυκλίου πού καλοῦσε μέλη 15 μελῶν συμβουλίων νά πᾶνε, ἐκτός σχολείου, ἄν τό ἐπιθυμοῦν, σέ συνέδριο τῆς «Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς» μέ θέμα «Σύγχρονη Παιδεία καί Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση». Μέ τό πού ἀντίκρυσε σέ ἐγκύκλιο τόν ὅρο «Χριστιανική» ἡ κ. Κεραμέως καί διάβασε ἀνακοίνωση τοῦ ΣΥΡΙΖΑ, ὅτι ἡ ὁμοσπονδία αὐτή εἶναι «παραθρησκευτική», σάλπισε ἄτακτο ὑποχώρηση. Ἐνῶ ἄν ζητοῦσε κάτι ἀντίστοιχο ἡ προσκείμενη στό ΚΚΕ Ὁμοσπονδία Γονέων, θά ἔστεργε.
Ρώτησα ἀνθρώπους πού γνωρίζουν καλά τά ἐκπαιδευτικά-ἐκκλησιαστικά καί μοῦ εἶπαν ὅτι ἡ «Χριστιανική Ἀγωγή» εἶναι μία ὀργάνωση πράγματι μέ σκληρές ἀπόψεις. Δέν εἶναι ὅμως παραθρησκευτική, ἐπειδή γιά παράδειγμα διαφωνεῖ μέ τήν ἀναγνώριση τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας. Μοῦ εἶπαν πώς εἶναι ἀνοικτή σέ κριτική ὄχι γιατί διαφωνεῖ μέ τίς ἀμβλώσεις ἀλλά γιατί διαφωνεῖ μέ τήν εἰσαγωγή τοῦ μαθήματος τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς στά σχολεῖα. Ἀντιφατικό. Ὡστόσο, τό βασικό ἐρώτημα πού τίθεται μετά ἀπό κάθε τέτοια ἀπαγόρευση εἶναι διπλό: τό πρῶτο ζήτημα εἶναι φιλελεύθερο καί θά τό ἀπευθύνει στό μέλλον κάθε ὀργάνωση πού ἐπιθυμεῖ νά ἐπικοινωνήσει μέ τήν νεολαία «Ἔχεις τό δικαίωμα νά μέ ἀκούσεις; Ἤ στό στεροῦν;». Ὑπάρχουν ἄραγε κριτήρια γιά τό τί μπορεῖ νά προτείνει τό Ὑπουργεῖο στούς μαθητές; Ποιός ἀποφασίζει τί; Ἤ μήπως ἐδῶ ἀντί γιά φιλελευθερισμό ἔχουμε νά κάνουμε μέ ἕναν καλά κρυμμένο προοδευτικό αὐταρχισμό;
Καί τό δεύτερο, εὐρύτερο. Ποιά εἶναι ἡ στάση τῆς Πολιτείας ἀπό τήν Προεδρία τῆς Δημοκρατίας καί τό Ὑπουργεῖο Παιδείας ἕως τό Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ (θέτει προσκόμματα σέ ἀποκαταστάσεις ἱστορικῶν ναῶν –θά ἐπανέλθω) ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία ὡς ἱστορικό θεσμό, ὡς ὀργάνωση τῆς κοινωνίας τῶν πολιτῶν, ὡς ἀντίληψη πού ἐπηρέασε καταλυτικά τήν σύσταση τοῦ νέου ἑλληνικοῦ κράτους καί τίς ἀρχές πού διαπνέονται οἱ κοινότητές μας; Ἐπειδή μοιάζει –δέν εἶναι– ἀδύναμη αὐτόν τόν καιρό, τήν προσπερνοῦμε, τήν καταργοῦμε καί προελαύνουμε; Δέν εἶναι ἔτσι. Διαβάστε ἐκεῖ ψηλά, στίς κορυφές πού εἶστε, τήν αὐτοκριτική πού ἔκανε ὁ ἀρχηγός τῆς ἀξιωματικῆς Ἀντιπολίτευσης ἀναφέροντας τίς βλάσφημες γιά τήν Ἀριστερά ἔννοιες «Ὀρθοδοξία», «Ἔθνος», «Ταυτότητα». Ἴσως ἀναθεωρήσετε. «Θεός ἄν εἶναι…» πού λέει καί ἡ Χαρούλα.
estianews.gr
… ἀρχική πρόθεση τῆς νέας Προέδρου τῆς Δημοκρατίας Αἰκατερίνης Σακελλαροπούλου ἦταν νά μήν ὁρκιστεῖ μέ θρησκευτικό ὅρκο ἀλλά μέ πολιτική διαβεβαίωση. Ὠμνύοντας στήν τιμή καί τήν συνείδησή της. Οἱ συνταγματολόγοι εἶχαν «ψάξει» τό corpus τοῦ καταστατικοῦ μας χάρτη καί παρά τό γεγονός ὅτι τό ἄρθρο μέ τό τυπικό τῆς ὁρκωμοσίας τοῦ ἀνώτατου ἄρχοντος δέν ἀναθεωρήθηκε κατά τήν πρόσφατη συνταγματική μεταρρύθμιση, εἶχαν βρεῖ ἕνα «παράθυρο» πού θά ἐπέτρεπε στήν κ. Σακελλαροπούλου τήν ἀποβολή τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν τελετή. Σύμφωνα μέ αὐτήν τήν ἑρμηνεία, ἀπό τήν στιγμή πού μέ τό Σύνταγμα τοῦ 2001 ἀπαλείφθηκε ἡ ὑποχρέωση νά εἶναι ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας Χριστιανός Ὀρθόδοξος, κατά μείζονα λόγο δέν ὑποχρεοῦται καί σέ θρησκευτικό ὅρκο.
Μαθαίνω ὅτι στό ἄκουσμα τῆς εἴδησης, ὅτι ἡ Πρόεδρος ἔκανε τήν σκέψη –δέν κατέληξε ποτέ σέ ἀπόφαση– νά μήν ὁρκιστεῖ στήν Ἁγία, Ὁμοούσιο καί Ἀδιαίρετη Τριάδα, σήμανε συναγερμός σέ κορυφαῖα γραφεῖα πέριξ τῶν ὁδῶν Ἡρώδου Ἀττικοῦ καί Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου. Ἐξηγήθηκε, μοῦ λένε, στήν νέα Πρόεδρο ὅτι πλήν τοῦ ἰδεολογικοῦ θέματος πού θά ἐγεννᾶτο, πλήν τοῦ τεράστιου πολιτικοῦ θέματος πού θά ἐγεννᾶτο, ἄν ἡ κ. Σακελλαροπούλου ἐπέμενε, θά ἀνέκυπτε καί ζήτημα ἀκυρότητας τῆς ὁρκωμοσίας της. Ἄρα καί ἀκυρότητας κάθε πράξης πού θά ὑπέγραφε στό μέλλον, νόμου ἤ Προεδρικοῦ Διατάγματος. Ἔτσι πείστηκε καί θά δώσει, ἄν πληροφοροῦμαι σωστά, θρησκευτικό ὅρκο, τελικῶς.
Ἀποκαλύπτω αὐτήν τήν μικρά ἱστορία γιά δύο λόγους. Ἡ πρώτη ἀφορᾶ τήν Πρόεδρο αὐτή καθ’ ἑαυτή. Ὁ θεσμός πού καλεῖται νά ὑπηρετήσει συμπυκνώνει συνταγματική καί πολιτική ἱστορία δεκαετιῶν. Εἶναι κατά βάση συντηρητικός, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι δέν χωρᾶ ἄνεμος φιλελεύθερης ἀνανέωσης. Τό ἀντίθετο. Ὁ θρησκευτικός ὅρκος δέν καθιερώθηκε γιά λόγους δογματικούς καί μόνον, ἐπειδή δηλαδή τό «Ἔθνος τῶν Ἑλλήνων» εἶναι στήν πλειονότητά του Ὀρθόδοξο. Καί ὁ Πρόεδρος τῆς Φιλελεύθερης Ἀμερικῆς, ἄλλωστε, στήν Βίβλο ὁρκίζεται. Ὁ θρησκευτικός ὅρκος καθιερώθηκε κυρίως γιά λόγους ἱστορικούς. Ἡ πρώτη Ἐθνοσυνέλευση τῆς Ἐπιδαύρου ὁρκίστηκε στόν Θεό, λόγω καί τῆς παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας στούς ἐθνικούς μας ἀγῶνες. Στό πρῶτο Σύνταγμα ἀναφέρεται ρητῶς καί αὐτό ἔφθασε ἕως τίς μέρες μας, ὅτι «ἡ ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἰς τήν ἑλληνικήν ἐπικράτειαν εἶναι ἡ τῆς ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἀνέχεται ὅμως ἡ διοίκησις τῆς Ἑλλάδος πᾶσαν ἄλλην θρησκείαν καί αἱ τελεταί καί ἱεροπραξίαι ἑκάστης αὐτῶν ἐκτελοῦνται ἀκωλύτως». Στήν δεύτερη Ἐθνοσυνέλευση, 10-30 Ἀπριλίου 1823, διακηρύχθηκε ὅτι «μέ τήν ἀμετάθετον ἀπόφασιν ὅλοι, ὅλοι οἱ Ἕλληνες, νά ἀνεξαρτηθῶμεν ἐντελῶς, ἔθνος χωριστόν αὐτόνομον καί ἀνεξάρτητον ἀναγνωριζόμενοι, διά τήν δόξαν τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως καί τήν εὐτυχίαν τῶν ἀνθρώπων». (Ἴδε σχετικά Ἠλία Οἰκονόμου [καθηγητῆ ΕΚΠΑ], Ὁ Θεός καί τό 1821, ἐκδόσεις Σαΐτη 2018.)
Δέν τίθεται, λοιπόν, ἐν προκειμένω ζήτημα θρησκευτικῆς καταπίεσης τῶν ἰδεῶν τῆς νέας ἀρχηγοῦ τοῦ κράτους. Τίθεται ζήτημα παραλαβῆς τῆς ἱστορικῆς σκυτάλης ἀπό τήν ἱδρυτική συνέλευση τῶν Ἑλλήνων ἀπό τήν ὁποία πηγάζει ἡ ἴδια ἡ ἐξουσία της. Τό ζήτημα ὅμως δέν ἀφορᾶ μόνο τήν ἀρχηγό τοῦ κράτους ἀλλά καί τήν ὑπουργό Παιδείας. Δέν τήν ὀνομάζω Θρησκευμάτων, γιατί ἡ ἀγαπητή κατά τά λοιπά Νίκη Κεραμέως διακρίνεται κατά τήν θητεία της γιά τόν συνεπῆ ἀντικληρικαλισμό της. Καί τμῆμα τῆς Κυβερνήσεως, βεβαίως, δέν εἶναι μόνη της σέ αὐτό. Μετά τίς ἀποφάσεις γιά τήν διαγραφή τοῦ θρησκεύματος ἀπό τά ἀπολυτήρια καί τά ἀρχεῖα τῶν σχολείων, τίς ἀποφάσεις τοῦ ΣτΕ γιά τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν (τό Συμβούλιο ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν καί τήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου), τίς ἀποφάσεις (Ὑπουργεῖο Δικαιοσύνης) νά μήν θεωρεῖται ποινικό ἀδίκημα ἡ βλασφημία τῶν Θείων (ἐνῶ ἄν κάψει κανείς τό Κοράνι διώκεται μέ τόν ἀντιρατσιστικό νόμο γιά ὑποκίνηση θρησκευτικοῦ μίσους), τήν ἀποκαθήλωση μέ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργείου Ὑποδομῶν τῆς ἀφίσσας γιά τίς ἀμβλώσεις (πού σύμφωνα μέ μέτρηση τῆς Pulse ἀσπάζεται τό 30% τῶν Ἑλλήνων), τώρα ἡ ὑπουργός προσέθεσε στό φιλελεύθερο παλμαρέ της καί τήν ἀνάκληση μιᾶς ἐνημερωτικῆς ἐγκυκλίου πού καλοῦσε μέλη 15 μελῶν συμβουλίων νά πᾶνε, ἐκτός σχολείου, ἄν τό ἐπιθυμοῦν, σέ συνέδριο τῆς «Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς» μέ θέμα «Σύγχρονη Παιδεία καί Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση». Μέ τό πού ἀντίκρυσε σέ ἐγκύκλιο τόν ὅρο «Χριστιανική» ἡ κ. Κεραμέως καί διάβασε ἀνακοίνωση τοῦ ΣΥΡΙΖΑ, ὅτι ἡ ὁμοσπονδία αὐτή εἶναι «παραθρησκευτική», σάλπισε ἄτακτο ὑποχώρηση. Ἐνῶ ἄν ζητοῦσε κάτι ἀντίστοιχο ἡ προσκείμενη στό ΚΚΕ Ὁμοσπονδία Γονέων, θά ἔστεργε.
Ρώτησα ἀνθρώπους πού γνωρίζουν καλά τά ἐκπαιδευτικά-ἐκκλησιαστικά καί μοῦ εἶπαν ὅτι ἡ «Χριστιανική Ἀγωγή» εἶναι μία ὀργάνωση πράγματι μέ σκληρές ἀπόψεις. Δέν εἶναι ὅμως παραθρησκευτική, ἐπειδή γιά παράδειγμα διαφωνεῖ μέ τήν ἀναγνώριση τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας. Μοῦ εἶπαν πώς εἶναι ἀνοικτή σέ κριτική ὄχι γιατί διαφωνεῖ μέ τίς ἀμβλώσεις ἀλλά γιατί διαφωνεῖ μέ τήν εἰσαγωγή τοῦ μαθήματος τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς στά σχολεῖα. Ἀντιφατικό. Ὡστόσο, τό βασικό ἐρώτημα πού τίθεται μετά ἀπό κάθε τέτοια ἀπαγόρευση εἶναι διπλό: τό πρῶτο ζήτημα εἶναι φιλελεύθερο καί θά τό ἀπευθύνει στό μέλλον κάθε ὀργάνωση πού ἐπιθυμεῖ νά ἐπικοινωνήσει μέ τήν νεολαία «Ἔχεις τό δικαίωμα νά μέ ἀκούσεις; Ἤ στό στεροῦν;». Ὑπάρχουν ἄραγε κριτήρια γιά τό τί μπορεῖ νά προτείνει τό Ὑπουργεῖο στούς μαθητές; Ποιός ἀποφασίζει τί; Ἤ μήπως ἐδῶ ἀντί γιά φιλελευθερισμό ἔχουμε νά κάνουμε μέ ἕναν καλά κρυμμένο προοδευτικό αὐταρχισμό;
Καί τό δεύτερο, εὐρύτερο. Ποιά εἶναι ἡ στάση τῆς Πολιτείας ἀπό τήν Προεδρία τῆς Δημοκρατίας καί τό Ὑπουργεῖο Παιδείας ἕως τό Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ (θέτει προσκόμματα σέ ἀποκαταστάσεις ἱστορικῶν ναῶν –θά ἐπανέλθω) ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία ὡς ἱστορικό θεσμό, ὡς ὀργάνωση τῆς κοινωνίας τῶν πολιτῶν, ὡς ἀντίληψη πού ἐπηρέασε καταλυτικά τήν σύσταση τοῦ νέου ἑλληνικοῦ κράτους καί τίς ἀρχές πού διαπνέονται οἱ κοινότητές μας; Ἐπειδή μοιάζει –δέν εἶναι– ἀδύναμη αὐτόν τόν καιρό, τήν προσπερνοῦμε, τήν καταργοῦμε καί προελαύνουμε; Δέν εἶναι ἔτσι. Διαβάστε ἐκεῖ ψηλά, στίς κορυφές πού εἶστε, τήν αὐτοκριτική πού ἔκανε ὁ ἀρχηγός τῆς ἀξιωματικῆς Ἀντιπολίτευσης ἀναφέροντας τίς βλάσφημες γιά τήν Ἀριστερά ἔννοιες «Ὀρθοδοξία», «Ἔθνος», «Ταυτότητα». Ἴσως ἀναθεωρήσετε. «Θεός ἄν εἶναι…» πού λέει καί ἡ Χαρούλα.
estianews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου