Ένα πολύ σημαντικό ταξίδι
ετοιμάζεται να πραγματοποιήσει ο Τούρκος πρωθυπουργός, Αχμέτ
Νταβούτογλου, καθώς σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ετοιμάζεται να
πραγματοποιήσει διήμερη επίσημη επίσκεψη στην Ισλαμική Δημοκρατία του
Ιράν…
Σχολιάζει ο ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΜΙΧΑΣ
(Διευθυντής Μελετών Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας, ΙΑΑΑ-ISDA)
Πρόκειται για ένα ταξίδι που μπορεί να κρίνει πάρα πολλά στις ισορροπίες της περιοχής, καθώς υπάρχει πλήθος θεμάτων που εμπλέκει ευθέως τα συμφέροντα – συχνά ανταγωνιστικά – των δυο δυνάμεων της Μέσης Ανατολής. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι οι λεπτομέρειες του ταξιδιού αυτού δεν έχουν ακόμα ανακοινωθεί, καθώς φαίνεται πως υπάρχουν εκκρεμότητες.
Τυπικά, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι το ταξίδι αυτό πραγματοποιείται σε μια τουρκική προσπάθεια συνεννόησης Άγκυρας και Τεχεράνης εν όψει της επανέναρξης των ειρηνευτικών συνομιλιών για τη Συρία, καθώς μάλιστα έχει επιτευχθεί συμφωνία κατάπαυσης του πυρός / εκεχειρία, η οποία σε γενικές γραμμές δείχνει να τηρείται, υπό την αυστηρή επιτήρηση Ουάσιγκτον και Μόσχας.
Ας δούμε όμως το σύνολο των εξελίξεων που διαπλέκει καθοριστικά τα συμφέροντα των δυο χωρών κατά τρόπον που να αναδεικνύει την Τεχεράνη σε πρωταγωνίστρια των εξελίξεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, ακυρώνοντας στην πράξη αρκετά από τα σχέδια της Τουρκίας για την άσκηση ηγεμονικού ρόλου…
Το Ιράν είναι μαζί με τη Ρωσία «προστάτες» (βλ. βασικοί σύμμαχοι) του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ στη Συρία και παίζει κομβικό ρόλο στην εν εξελίξει παρασκηνιακή διαπραγμάτευση. Τα συμφέροντά του με αυτά της Τουρκίας σαφέστατα συγκρούονται, καθώς οι δυο δυνάμεις ανταγωνίζονταν για τον έλεγχο της περιοχής στο πλαίσιο των υπό διαμόρφωση μετά-μεταψυχροπολεμικών μεσανατολικών ισορροπιών.
Την ίδια όμως στιγμή, παραδοσιακά, τα συμφέροντα Άγκυρας και Τεχεράνης είναι πολύ πιο κοντά στο ζήτημα της αντιμετώπισης των Κούρδων στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και οι δυο χώρες – πέραν του Ιράκ και της Συρίας – διαθέτουν κουρδικές μειονότητες, σε εδαφική μάλιστα συνέχεια μεταξύ τους.
Παραδοσιακά, οι κουρδικοί τους πληθυσμοί αποτελούσαν «όπλο» στα χέρια της άλλης πλευράς στην προσπάθεια «ρύθμισης» των μεταξύ τους σχέσεων, όταν η συνεννόηση αποδεικνυόταν προβληματική. Ωστόσο, δεδομένου ότι αμφότερες οι δυνάμεις ενδιαφέρονται για τη διατήρηση της εδαφικής τους κυριαρχίας, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι υπάρχει κίνητρο συνεργασίας.
Όμως, οι ισορροπίες έχουν αλλάξει δραματικά και σε στρατηγικό επίπεδο. Κάποτε ήταν η Τουρκία προνομιακός συνομιλητής των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ πλέον, όσο περνά ο καιρός και η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης εφαρμόζεται, η κατάσταση αντιστρέφεται, τη στιγμή μάλιστα που οι σχέσεις του Ερντογάν με τις ΗΠΑ περιγράφονται τουλάχιστον ως προβληματικές.
Προφανώς, άγνωστη παράμετρος είναι τι θα συμβεί μετά τις εκλογές του ερχομένου φθινοπώρου στις ΗΠΑ. Αλλαγές μπορούν να υπάρξουν, αν και η εμπειρία υποδεικνύει ότι αφενός κάποιες σταθερές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ παραμένουν αναλλοίωτες, ενώ οι αποφάσεις που λαμβάνονται μετά από ενίοτε λυσσώδη γραφειοκρατικό ανταγωνισμό στην Ουάσιγκτον, δεν αλλάζουν εύκολα λόγω της έλευσης ενός νέου προσώπου, ακόμα κι αν αυτός είναι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου.
Ενδιαφέρον έχει και οι σχέσεις των δυο χωρών με τη Ρωσία. Για την Τουρκία δε χρειάζεται καν να γίνει αναφορά την παρούσα περίοδο, αφού η κατάρριψη του ρωσικού πεπαλαιωμένου Su-24 στη Συρία άλλαξε όλα τα δεδομένα και η «λυκοφιλία» που υπήρχε βασισμένη στο αμοιβαίο οικονομικό συμφέρον, έχει αντικατασταθεί από μια επικίνδυνη εχθρότητα, αν και ο ενεργειακός τομέας διατηρεί προς το παρόν μια εξαιρετικά επισφαλή σε κάθε περίπτωση ισορροπία.
Οι Ιρανοί επίσης δεν έχουν ταυτόσημα συμφέροντα με τους Ρώσους, καθώς διαφορές υπάρχουν ακόμα και στο ζήτημα όπου σε πρώτη ανάγνωση υπάρχει συνεργασία, δηλαδή αυτό της Συρίας. Αυτό που δεν θα πρέπει να λησμονεί κανείς αναλογιζόμενος τα των σχέσεων Μόσχας και Τεχεράνης, είναι ότι και οι δυο χώρες είναι παραγωγοί υδρογονανθράκων, άρα προμηθευτές της διεθνούς αγοράς, άρα ανταγωνίζονται για να αυξήσουν το μερίδιο που τους αναλογεί.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι Ρώσοι δεν είχαν συμφέρον να δουν την άρση των κυρώσεων κατά του Ιράν στον ενεργειακό τομέα, αν και θεωρητικά μπορούν πλέον να επωφεληθούν από άλλα χρυσοφόρα συμβόλαια, όπως επί παραδείγματι τα εξοπλιστικά. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το Ιράν τηρεί ισορροπημένη στάση απέναντι στους μεγάλους «παίκτες» του διεθνούς συστήματος και αποφεύγει συστηματικά να ρίχνει όλα τα «αυγά» στο ίδιο «καλάθι», καλλιεργώντας σχέσεις με την Κίνα, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ.
Στον αντίποδα, η Τουρκία έχει κατορθώσει να έχει προβλήματα με όλους, ενώ διεκδικεί για τον εαυτό της ρόλο διαμετακομιστικού κέντρου για τους υδρογονάνθρακες, κάτι που θα μπορούσε ενδεχομένως να ενδιέφερε και την Τεχεράνη. Το ενδεχόμενο όμως μέρος τουλάχιστον του κινήτρου για τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία να ερμηνεύεται με βάση την επιθυμία διέλευσης αγωγού φυσικού αερίου που θα ξεκινούσε από το Κατάρ, αλλάζει τα πράγματα.
Για τον αγωγό αυτό φέρεται να μην συμφωνούσε ο Μπασάρ Αλ Άσαντ εξυπηρετώντας τα ρωσικά συμφέροντα, καθώς η Μόσχα δεν επιθυμούσε να χάσει τη διαπραγματευτική ισχύ της έναντι των Ευρωπαίων πελατών της που θα διέθεταν εναλλακτική ενεργειακή τροφοδοσία, με αποτέλεσμα την έναρξη απόπειρας αποσταθεροποίησης του καθεστώτος του.
Εν κατακλείδι, ενδιαφέρον έχουν οι σχέσεις των δυο χωρών με έναν ακόμα κομβικό περιφερειακό «παίκτη», τη Σαουδική Αραβία. Πρακτικά πρόκειται για ένα ακόμα θέμα που διχάζει την Τεχεράνη με την Άγκυρα. Η σουνιτική – φονταμενταλιστική – Σαουδική Αραβία είναι ο μεγάλος αντίπαλος του Ιράν που θεωρείται προστάτης του σιιτισμού στη Μέση Ανατολή.
Η Τουρκία έχει συνταχθεί με το Ριάντ αν και το τελευταίο διάστημα οι Σαουδάραβες προσπαθούν να ευθυγραμμιστούν περισσότερο με τις ΗΠΑ. Οι Τούρκοι ποντάρουν στο σαουδαραβικό κεφάλαιο για να στηρίξουν την οικοδομημένη σε ασταθείς βάσεις οικονομία τους, με τη συγκυρία να μην την ευνοεί, αφού η κατάρρευση των εσόδων από τους υδρογονάνθρακες έχουν εντάξει τη σαουδαραβική οικονομία στη λίστα των χωρών που θα μπορούσαν να μας απασχολήσουν προσεχώς.
Όλα τα ανωτέρω αποδεικνύουν ότι το πεδίο εντός του οποίου συναντώνται τα συμφέροντα της Τουρκίας και του Ιράν είναι τεράστιο, άρα και η επίσκεψη του Τούρκου πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, είναι εξ ορισμού σημαντική.
http://www.defence-point.gr/news/?p=147835
Σχολιάζει ο ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΜΙΧΑΣ
(Διευθυντής Μελετών Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας, ΙΑΑΑ-ISDA)
Πρόκειται για ένα ταξίδι που μπορεί να κρίνει πάρα πολλά στις ισορροπίες της περιοχής, καθώς υπάρχει πλήθος θεμάτων που εμπλέκει ευθέως τα συμφέροντα – συχνά ανταγωνιστικά – των δυο δυνάμεων της Μέσης Ανατολής. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι οι λεπτομέρειες του ταξιδιού αυτού δεν έχουν ακόμα ανακοινωθεί, καθώς φαίνεται πως υπάρχουν εκκρεμότητες.
Τυπικά, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι το ταξίδι αυτό πραγματοποιείται σε μια τουρκική προσπάθεια συνεννόησης Άγκυρας και Τεχεράνης εν όψει της επανέναρξης των ειρηνευτικών συνομιλιών για τη Συρία, καθώς μάλιστα έχει επιτευχθεί συμφωνία κατάπαυσης του πυρός / εκεχειρία, η οποία σε γενικές γραμμές δείχνει να τηρείται, υπό την αυστηρή επιτήρηση Ουάσιγκτον και Μόσχας.
Ας δούμε όμως το σύνολο των εξελίξεων που διαπλέκει καθοριστικά τα συμφέροντα των δυο χωρών κατά τρόπον που να αναδεικνύει την Τεχεράνη σε πρωταγωνίστρια των εξελίξεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, ακυρώνοντας στην πράξη αρκετά από τα σχέδια της Τουρκίας για την άσκηση ηγεμονικού ρόλου…
Το Ιράν είναι μαζί με τη Ρωσία «προστάτες» (βλ. βασικοί σύμμαχοι) του καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ στη Συρία και παίζει κομβικό ρόλο στην εν εξελίξει παρασκηνιακή διαπραγμάτευση. Τα συμφέροντά του με αυτά της Τουρκίας σαφέστατα συγκρούονται, καθώς οι δυο δυνάμεις ανταγωνίζονταν για τον έλεγχο της περιοχής στο πλαίσιο των υπό διαμόρφωση μετά-μεταψυχροπολεμικών μεσανατολικών ισορροπιών.
Την ίδια όμως στιγμή, παραδοσιακά, τα συμφέροντα Άγκυρας και Τεχεράνης είναι πολύ πιο κοντά στο ζήτημα της αντιμετώπισης των Κούρδων στην ευρύτερη περιοχή, καθώς και οι δυο χώρες – πέραν του Ιράκ και της Συρίας – διαθέτουν κουρδικές μειονότητες, σε εδαφική μάλιστα συνέχεια μεταξύ τους.
Παραδοσιακά, οι κουρδικοί τους πληθυσμοί αποτελούσαν «όπλο» στα χέρια της άλλης πλευράς στην προσπάθεια «ρύθμισης» των μεταξύ τους σχέσεων, όταν η συνεννόηση αποδεικνυόταν προβληματική. Ωστόσο, δεδομένου ότι αμφότερες οι δυνάμεις ενδιαφέρονται για τη διατήρηση της εδαφικής τους κυριαρχίας, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι υπάρχει κίνητρο συνεργασίας.
Όμως, οι ισορροπίες έχουν αλλάξει δραματικά και σε στρατηγικό επίπεδο. Κάποτε ήταν η Τουρκία προνομιακός συνομιλητής των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ πλέον, όσο περνά ο καιρός και η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης εφαρμόζεται, η κατάσταση αντιστρέφεται, τη στιγμή μάλιστα που οι σχέσεις του Ερντογάν με τις ΗΠΑ περιγράφονται τουλάχιστον ως προβληματικές.
Προφανώς, άγνωστη παράμετρος είναι τι θα συμβεί μετά τις εκλογές του ερχομένου φθινοπώρου στις ΗΠΑ. Αλλαγές μπορούν να υπάρξουν, αν και η εμπειρία υποδεικνύει ότι αφενός κάποιες σταθερές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ παραμένουν αναλλοίωτες, ενώ οι αποφάσεις που λαμβάνονται μετά από ενίοτε λυσσώδη γραφειοκρατικό ανταγωνισμό στην Ουάσιγκτον, δεν αλλάζουν εύκολα λόγω της έλευσης ενός νέου προσώπου, ακόμα κι αν αυτός είναι ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου.
Ενδιαφέρον έχει και οι σχέσεις των δυο χωρών με τη Ρωσία. Για την Τουρκία δε χρειάζεται καν να γίνει αναφορά την παρούσα περίοδο, αφού η κατάρριψη του ρωσικού πεπαλαιωμένου Su-24 στη Συρία άλλαξε όλα τα δεδομένα και η «λυκοφιλία» που υπήρχε βασισμένη στο αμοιβαίο οικονομικό συμφέρον, έχει αντικατασταθεί από μια επικίνδυνη εχθρότητα, αν και ο ενεργειακός τομέας διατηρεί προς το παρόν μια εξαιρετικά επισφαλή σε κάθε περίπτωση ισορροπία.
Οι Ιρανοί επίσης δεν έχουν ταυτόσημα συμφέροντα με τους Ρώσους, καθώς διαφορές υπάρχουν ακόμα και στο ζήτημα όπου σε πρώτη ανάγνωση υπάρχει συνεργασία, δηλαδή αυτό της Συρίας. Αυτό που δεν θα πρέπει να λησμονεί κανείς αναλογιζόμενος τα των σχέσεων Μόσχας και Τεχεράνης, είναι ότι και οι δυο χώρες είναι παραγωγοί υδρογονανθράκων, άρα προμηθευτές της διεθνούς αγοράς, άρα ανταγωνίζονται για να αυξήσουν το μερίδιο που τους αναλογεί.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι Ρώσοι δεν είχαν συμφέρον να δουν την άρση των κυρώσεων κατά του Ιράν στον ενεργειακό τομέα, αν και θεωρητικά μπορούν πλέον να επωφεληθούν από άλλα χρυσοφόρα συμβόλαια, όπως επί παραδείγματι τα εξοπλιστικά. Σε κάθε περίπτωση πάντως, το Ιράν τηρεί ισορροπημένη στάση απέναντι στους μεγάλους «παίκτες» του διεθνούς συστήματος και αποφεύγει συστηματικά να ρίχνει όλα τα «αυγά» στο ίδιο «καλάθι», καλλιεργώντας σχέσεις με την Κίνα, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ.
Στον αντίποδα, η Τουρκία έχει κατορθώσει να έχει προβλήματα με όλους, ενώ διεκδικεί για τον εαυτό της ρόλο διαμετακομιστικού κέντρου για τους υδρογονάνθρακες, κάτι που θα μπορούσε ενδεχομένως να ενδιέφερε και την Τεχεράνη. Το ενδεχόμενο όμως μέρος τουλάχιστον του κινήτρου για τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία να ερμηνεύεται με βάση την επιθυμία διέλευσης αγωγού φυσικού αερίου που θα ξεκινούσε από το Κατάρ, αλλάζει τα πράγματα.
Για τον αγωγό αυτό φέρεται να μην συμφωνούσε ο Μπασάρ Αλ Άσαντ εξυπηρετώντας τα ρωσικά συμφέροντα, καθώς η Μόσχα δεν επιθυμούσε να χάσει τη διαπραγματευτική ισχύ της έναντι των Ευρωπαίων πελατών της που θα διέθεταν εναλλακτική ενεργειακή τροφοδοσία, με αποτέλεσμα την έναρξη απόπειρας αποσταθεροποίησης του καθεστώτος του.
Εν κατακλείδι, ενδιαφέρον έχουν οι σχέσεις των δυο χωρών με έναν ακόμα κομβικό περιφερειακό «παίκτη», τη Σαουδική Αραβία. Πρακτικά πρόκειται για ένα ακόμα θέμα που διχάζει την Τεχεράνη με την Άγκυρα. Η σουνιτική – φονταμενταλιστική – Σαουδική Αραβία είναι ο μεγάλος αντίπαλος του Ιράν που θεωρείται προστάτης του σιιτισμού στη Μέση Ανατολή.
Η Τουρκία έχει συνταχθεί με το Ριάντ αν και το τελευταίο διάστημα οι Σαουδάραβες προσπαθούν να ευθυγραμμιστούν περισσότερο με τις ΗΠΑ. Οι Τούρκοι ποντάρουν στο σαουδαραβικό κεφάλαιο για να στηρίξουν την οικοδομημένη σε ασταθείς βάσεις οικονομία τους, με τη συγκυρία να μην την ευνοεί, αφού η κατάρρευση των εσόδων από τους υδρογονάνθρακες έχουν εντάξει τη σαουδαραβική οικονομία στη λίστα των χωρών που θα μπορούσαν να μας απασχολήσουν προσεχώς.
Όλα τα ανωτέρω αποδεικνύουν ότι το πεδίο εντός του οποίου συναντώνται τα συμφέροντα της Τουρκίας και του Ιράν είναι τεράστιο, άρα και η επίσκεψη του Τούρκου πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου, είναι εξ ορισμού σημαντική.
http://www.defence-point.gr/news/?p=147835
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου