Η Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου ζήτησε εξηγήσεις από την ελληνική κυβέρνηση, ως απόκριση σε καταγγελία Έλληνα πολίτη για συστηματικές παραβιάσεις του απορρήτου των επικοινωνιών εκατομμυρίων χρηστών κινητής τηλεφωνίας από εταιρείες τηλεπικοινωνιών. Το ζήτημα έχει ανακύψει επανειλημμένα και έχει προσελκύσει την προσοχή της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), η οποία έχει εκδώσει αποφάσεις για την επιβολή προστίμων στις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας.
Πιο συγκεκριμένα, η ΑΔΑΕ τα τελευταία επτά χρόνια έχει επιβάλει πρόστιμα που ανέρχονται σε 8 εκατομμύρια ευρώ, σε 96 συνολικά αποφάσεις. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της συζήτησης της αναφοράς στην Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο επιχειρηματίας Γιώργος Φλωράς, ο οποίος έκανε την καταγγελία στην ΑΔΑΕ τον Μάρτιο του 2017, ανέφερε ότι τα πρόστιμα αυτά είναι τα ελάχιστα που προβλέπει η νομοθεσία, ενώ δεν διαβιβάζονται στην ελληνική Δικαιοσύνη για τυχόν αναζήτηση ποινικών ευθυνών. Οι κυρώσεις που επιβάλλονται υπολογίζονται στο 0,08% των συνολικών εσόδων των εταιρειών για την περίοδο αυτή, με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να παραβιάζουν το απόρρητο χωρίς να λαμβάνουν επαρκή μέτρα για την προστασία των επικοινωνιών των χρηστών.
Η Επιτροπή Αναφορών ζήτησε, κατόπιν της συζήτησης, εξηγήσεις από τα Υπουργεία Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, καθώς και από την ΑΔΑΕ, σύμφωνα με επιστολή του προέδρου της Επιτροπής προς τον Γιώργο Φλωρά. Το γεγονός αυτό αποτελεί άλλη μία περίπτωση κατά την οποία η Ελλάδα μπαίνει στο στόχαστρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τη σχετική καταγγελία να έχει ήδη παραπεμφθεί και στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE), η οποία ασχολείται με το κράτος δικαίου στις χώρες μέλη της ΕΕ.
Η καταγγελία και η απαντητική επιστολή της Επιτροπής Αναφορών
Τον περασμένο Ιούλιο, ο Γιώργος Φλωράς κατέθεσε αναφορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καταγγέλλοντας συστηματικές παραβιάσεις του απορρήτου των επικοινωνιών εκατομμυρίων χρηστών κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα. Η αναφορά, με αριθμό 0449/2024, αφορούσε υποτιθέμενες παραβιάσεις της νομοθεσίας περί προστασίας της ιδιωτικότητας στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.
Στις 5 Ιουλίου, ο πρόεδρος της Επιτροπής Αναφορών, Dolors Montserrat, απέστειλε απαντητική επιστολή στον Φλωρά, ενημερώνοντάς τον ότι η αναφορά του χαρακτηρίστηκε «παραδεκτή» και ότι η Επιτροπή είχε ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διεξαγάγει προκαταρκτική έρευνα για το θέμα. Παράλληλα, η αναφορά διαβιβάστηκε στην Επιτροπή LIBE, προκειμένου να ενημερωθούν και τα μέλη της για τις καταγγελίες. Ο πρόεδρος της Επιτροπής, μάλιστα, τόνισε πως ο Φλωράς θα ενημερωνόταν εγκαίρως για οποιεσδήποτε επιπλέον ενέργειες.
Λίγους μήνες αργότερα, ο Φλωράς ειδοποιήθηκε να μεταβεί στις Βρυξέλλες για να συμμετάσχει σε ακρόαση της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εκεί, κατήγγειλε ότι οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα παραβιάζουν συστηματικά το απόρρητο των επικοινωνιών των χρηστών κινητής τηλεφωνίας, παρά την ύπαρξη της κοινοτικής Οδηγίας 2002/58/ΕΚ που προβλέπει την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (γνωστή ως «ePrivacy Directive»), η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον Ν. 3471/2006. Παρότι η οδηγία έχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο, κατά τον Φλωρά, δεν εφαρμόζεται ουσιαστικά, ενώ οι παραβιάσεις του απορρήτου έχουν γίνει καθημερινό φαινόμενο.
Ανεπαρκή πρόστιμα από την ΑΔΑΕ
Στην παρουσίαση των στοιχείων του, ο Φλωράς ανέφερε ότι έχει γίνει κατά τα τελευταία επτά χρόνια έκδοση 96 αποφάσεων της ΑΔΑΕ για παραβιάσεις του απορρήτου των επικοινωνιών, εκ των οποίων οι 52 αφορούσαν την Cosmote και οι 20 τη Vodafone. Παρά τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στις εταιρείες αυτές, ο Φλωράς σημείωσε ότι το ύψος των προστίμων ήταν το κατώτατο που προβλέπει η νομοθεσία, με τη συνολική χρηματική επιβάρυνση να φτάνει τα 8 εκατομμύρια ευρώ, ενώ οι ίδιες εταιρείες κατέγραψαν έσοδα 11 δισεκατομμυρίων ευρώ το ίδιο διάστημα.
Ο Φλωράς υποστήριξε ότι τα συνολικά πρόστιμα αντιστοιχούν σε μόλις το 0,08% των εσόδων των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, γεγονός που επιτρέπει την παράβλεψη των κανόνων για την προστασία των επικοινωνιών και δεν επαρκεί ως κίνητρο συμμόρφωσης. Ο ίδιος ανέφερε ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει λάβει περαιτέρω μέτρα κατά των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, όπως η προσωρινή ή μόνιμη αφαίρεση των αδειών λειτουργίας τους, ενώ επίσης δεν διαβιβάζει τις αποφάσεις της στη Δικαιοσύνη, ώστε να εξεταστούν πιθανές ποινικές ευθύνες.
Η παραβίαση του απορρήτου 12 εκατομμυρίων χρηστών από χάκερς
Για να υποστηρίξει τις καταγγελίες του, ο Φλωράς παρουσίασε συγκεκριμένες αποφάσεις της ΑΔΑΕ. Σε μία από αυτές, την υπ’ αριθμόν 225/2022, καταγράφεται η παραβίαση δεδομένων 12.013.928 χρηστών της Cosmote από χάκερς τον Σεπτέμβριο του 2020. Από την έρευνα της ΑΔΑΕ προέκυψε ότι οι χάκερς είχαν πρόσβαση στα στοιχεία ενός διαχειριστή, ο κωδικός πρόσβασης του οποίου βρισκόταν σε βάση δεδομένων με κωδικούς που είχαν διαρρεύσει από κοινωνικά δίκτυα και άλλες διαδικτυακές υπηρεσίες, όπως το LinkedIn και το Facebook.
Σύμφωνα με την έκθεση της ΑΔΑΕ, τα διαπιστευτήρια του λογαριασμού πρόσβασης του υπαλλήλου της Cosmote, ο οποίος είχε δικαιώματα διαχειριστή στα Πληροφοριακά και Επικοινωνιακά Συστήματα της εταιρείας, διέρρευσαν πιθανότατα μέσω προσωπικών χρήσεων του ίδιου κωδικού σε άλλες πλατφόρμες. Αυτό ανέδειξε την αδυναμία ελέγχου από πλευράς της εταιρείας, καθώς και τη σοβαρότητα των πιθανών κινδύνων που ενέχει η ακατάλληλη διαχείριση διαπιστευτηρίων από τους εργαζομένους.
Η απόφαση 225/2022 της ΑΔΑΕ κατέληξε στην επιβολή προστίμου 200.000 ευρώ για τη διαρροή των διαπιστευτηρίων και επιπλέον προστίμου 3 εκατομμυρίων ευρώ λόγω αποκλίσεων στην εφαρμογή της πολιτικής ασφάλειας της Cosmote κατά τον χρόνο του περιστατικού.
Σοβαρές καταγγελίες – Απαιτείται πλήρης και ενδελεχής έρευνα
Μετά την ακρόαση του κ. Φλωρά ενώπιον της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι ευρωβουλευτές – μέλη της Επιτροπής – αντέδρασαν στις καταγγελίες του. Εξαιρώντας τον ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, Φρέντι Μπελέρη, όλοι οι υπόλοιποι ευρωβουλευτές, που ανήκουν σε διαφορετικές πολιτικές ομάδες, χαρακτήρισαν τις καταγγελίες ως «ιδιαιτέρως σοβαρές» και ζήτησαν την άμεση και εξονυχιστική διερεύνησή τους.
Πιο συγκεκριμένα, ο εκπρόσωπος της ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, Λετονός ευρωβουλευτής Νιλς Ουσάκοβς, έκανε λόγο για «πολύ σοβαρές» καταγγελίες, υπογραμμίζοντας ότι η αναφορά δεν θα πρέπει να κλείσει πριν πραγματοποιηθεί μια λεπτομερής και εξαντλητική έρευνα. «Οι έρευνες πρέπει να συνεχιστούν έως ότου διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα συμμορφώνεται πλήρως», πρόσθεσε.
Η Ισπανίδα ευρωβουλευτής της Ομάδας των Πρασίνων, Μιράντα Παζ, τόνισε ότι οι Έλληνες πολίτες βρίσκονται σε πλήρη έκθεση σε απειλές για τα δικαιώματά τους και υποστήριξε ότι η αναφορά πρέπει να παραμείνει ανοιχτή. «Αντιμετωπίζουμε μια εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση, η οποία επηρεάζει τα δικαιώματα των πολιτών», επεσήμανε.
Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Παππάς, υποστήριξε ότι «στην Ελλάδα παραβιάζεται το απόρρητο των επικοινωνιών από εταιρείες και ιδιώτες», και πρότεινε η αναφορά να παραμείνει ανοιχτή ενώ η Επιτροπή θα πρέπει να ζητήσει επιπλέον στοιχεία από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ).
Αντίστοιχα, η ευρωβουλευτής της Πλεύσης Ελευθερίας, Μαρία Ζαχαριά, δήλωσε ότι η συγκεκριμένη αναφορά αναδεικνύει την οπισθοχώρηση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα. «Τα δικαιώματα ιδιωτικότητας των πολιτών έχουν αγνοηθεί. Ζητάμε την παραμονή της αναφοράς ανοιχτής και την παρέμβαση των ευρωπαϊκών αρχών», υπογράμμισε.
Αιτήματα για εξηγήσεις από την ΑΔΑΕ και τα Υπουργεία Δικαιοσύνης και Εσωτερικών
Μερικές ημέρες μετά την ακρόαση, και συγκεκριμένα στις 18 Οκτωβρίου, ο κ. Φλωράς έλαβε δεύτερη επιστολή από τον πρόεδρο της Επιτροπής Αναφορών, Dolors Montserrat. Σε αυτήν επισημαίνεται ότι η Επιτροπή, μετά από την αναλυτική συζήτηση, αποφάσισε να προωθήσει την αναφορά για εξέταση στις αρμόδιες ελληνικές αρχές – το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το Υπουργείο Εσωτερικών και την Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ). Με αυτό τον τρόπο η Επιτροπή κρίνει τις καταγγελίες του κ. Φλωρά ως εξαιρετικά σοβαρές και ζητάει εξηγήσεις από την ελληνική κυβέρνηση.
Στην ίδια επιστολή υπογραμμίζεται ότι μόλις η Επιτροπή Αναφορών λάβει τις απαραίτητες πληροφορίες από τις ελληνικές αρχές, θα προχωρήσει στην περαιτέρω αξιολόγηση της αναφοράς.
Παραμένει ασαφές αν τα δύο υπουργεία και η ΑΔΑΕ έχουν ήδη παράσχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τα απαιτούμενα στοιχεία. Το βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα βρίσκεται για ακόμη μία φορά υπό το μικροσκόπιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη διασφάλιση των δικαιωμάτων ιδιωτικότητας των πολιτών της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου