Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Ξεκίνησε ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Από Γιώργος Κύρτσος.

Η 24η Φεβρουαρίου 2022 –ημέρα κατά την οποία ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία– μπορεί να αποδειχθεί ημερομηνία έναρξης του 3ου Παγκοσμίου Πολέμου. Αν βάλουμε στη θέση του Χίτλερ τον Πούτιν και στη θέση της Ουκρανίας την Τσεχοσλοβακία, η οποία διαλύθηκε το 1938-1939 υπό την πίεση του Χίτλερ και εξαιτίας της συμβιβαστικής τακτικής του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας, θα δούμε ότι τότε –όπως και τώρα– αυτό που θεωρούμε έναν «περιορισμένο» πόλεμο μπορεί να ορίσει τις εξελίξεις σε όλη την Ευρώπη.













Αν, μάλιστα, συγκρίνουμε την πολιτική των οικονομικών κυρώσεων που εφάρμοσαν οι ΗΠΑ σε βάρος της Ιαπωνίας την περίοδο 1939-1941 με τις οικονομικές κυρώσεις που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ σήμερα σε βάρος της Κίνας στα πλαίσια του ανταγωνισμού των δύο υπερδυνάμεων, διαπιστώνουμε ότι τότε –όπως και τώρα– ο οικονομικός πόλεμος πήρε μεγάλες διαστάσεις και προσδιόρισε τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο.

Με την επιθετική πρωτοβουλία του Πούτιν άλλαξαν τα δεδομένα σε ολόκληρο τον κόσμο και αυξήθηκαν οι πιθανότητες να επαναληφθεί, με διαφορετικό τρόπο, η καταστροφή του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.

Μια άλλη Ευρώπη.

Με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία δημιουργήθηκε ένα ντόμινο ευρωπαϊκών εξελίξεων.

Πρώτον, η Ε.Ε. βγήκε από μια περίοδο ασυγχώρητης αδράνειας και άρχισε να αντιμετωπίζει τα τεράστια προβλήματα.

Για παράδειγμα, αποφάσισε να χρηματοδοτήσει με 500 εκ. ευρώ μία πρώτη αποστολή οπλικών συστημάτων στη δοκιμαζόμενη Ουκρανία, ενώ έθεσε σαν στόχο τον δραστικό περιορισμό της ενεργειακής εξάρτησής της από τη Ρωσία μέχρι το 2027.

Υπήρξε επίσης σοβαρός συντονισμός στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία και στην υποδοχή προσφύγων από την Ουκρανία, ο αριθμός των οποίων ξεπέρασε ήδη τα 3.000.000.

Το γεγονός ότι η Ε.Ε. «ξύπνησε» δεν σημαίνει ότι θα αποδειχθεί γρήγορη και αποτελεσματική. Απέκτησε την πολιτική διάθεση να κάνει κάτι εξαιρετικά σημαντικό, αλλά εξακολουθεί να έχει τα ίδια διαρθρωτικά προβλήματα και τις ίδιες διαφορές απόψεων που περιορίζουν την αποτελεσματικότητά της.

Δεύτερον, η Γερμανία αποφάσισε να αλλάξει τη στρατηγική της έναντι της Ρωσίας και στα ζητήματα άμυνας. Ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σολτς, πιεζόμενος από τις αρνητικές εξελίξεις, εγκατέλειψε τη συμβιβαστική στρατηγική της Μέρκελ, η οποία θεωρούσε ότι ικανοποιώντας τον Πούτιν (και τον Ερντογάν) εξασφάλιζε συνεννόηση και ηρεμία.

Με απόφαση Σολτς εγκαταλείφθηκε μέχρι νεωτέρας ο αγωγός Nord Stream 2, ο οποίος θα μεγάλωνε την ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας από τη Ρωσία.

Πολωνία, Ουκρανία είχαν διαμαρτυρηθεί έντονα για την απόφαση να κατασκευαστεί ο αγωγός, με την καγκελάριο Μέρκελ να ισχυρίζεται ότι ήταν ένα επιχειρηματικό σχέδιο χωρίς γεωπολιτική διάσταση.

Εξαιρετικά σημαντική είναι και η απόφαση του Σολτς να προχωρήσει σε μεγάλη αύξηση των αμυντικών δαπανών της Γερμανίας. Αν και η Γερμανία είχε αναλάβει την υποχρέωση –στα πλαίσια του ΝΑΤΟ– να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ, η Μέρκελ τις κρατούσε κάτω από το 1,5% του ΑΕΠ με μια στείρα δημοσιονομική λογική. Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι που συμμετέχουν στον κυβερνητικό συνασπισμό της Γερμανίας αποφάσισαν την αύξηση που απέφευγε η Μέρκελ. Επιπλέον, η γερμανική κυβέρνηση δεσμεύτηκε υπέρ της αγοράς μαχητικών αεροσκαφών F-35 από τις ΗΠΑ, ικανών να φέρουν και πυρηνικά όπλα.

Τρίτον, με την επίθεση που οργάνωσε ο Πούτιν κατά της Ουκρανίας ενισχύθηκε θεαματικά ο ρόλος της Πολωνίας, της Λετονίας, της Εσθονίας και της Λιθουανίας στο εσωτερικό της Ε.Ε.

Πρόκειται για χώρες που υπέφεραν υπό τον σοβιετικό ζυγό και προειδοποιούσαν –εδώ και καιρό– για τις επιθετικές διαθέσεις του Πούτιν, χωρίς η επιχειρηματολογία τους να επηρεάζει τις αποφάσεις των Βρυξελλών.

Ο ρόλος της Πολωνίας είναι πλέον πρωταγωνιστικός στο εσωτερικό της Ε.Ε. γιατί έχει μεγάλη επιρροή στις Δημοκρατίες της Βαλτικής, αλλά και μεταξύ των λεγόμενων χωρών του Βίζεγκραντ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρωθυπουργός της Πολωνίας επισκέφθηκε σε πολύ δύσκολες συνθήκες το Κίεβο, συνοδευόμενος από δύο άλλους Ευρωπαίους συναδέλφους του. Επίσης, η Πολωνία τάσσεται υπέρ της παράδοσης, μέσω των ΗΠΑ, σοβιετικού τύπου στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία και γενικότερα υπέρ μιας αποφασιστικότερης αντιμετώπισης των Ρώσων εισβολέων.

Η Ουάσιγκτον δεν συμφωνεί με όλες τις προτάσεις της Βαρσοβίας, θεωρώντας ότι μπορεί να οδηγήσουν σε μία ανεξέλεγκτη κλιμάκωση της στρατιωτικής αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, η οποία είναι πυρηνική υπερδύναμη.

Η ενισχυμένη επιρροή της Πολωνίας στο εσωτερικό της Ε.Ε. οδηγεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην υιοθέτηση πιο ήπιων θέσεων σε σχέση με την παραβίαση των ευρωπαϊκών κανόνων του Κράτους Δικαίου από την υπερσυντηρητική κυβέρνηση της Πολωνίας.

Ένας πρόσθετος λόγος για την ενίσχυση του ειδικού βάρους της Πολωνίας στο εσωτερικό της Ε.Ε. είναι το γεγονός ότι υποδέχεται περίπου τα δύο τρίτα των προσφύγων από την Ουκρανία.

Τέταρτον, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επηρεάζει και τη στάση βόρειων ευρωπαϊκών χωρών που κρατούσαν αποστάσεις από την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και από τις νατοϊκές πρωτοβουλίες.

Η Δανία οργανώνει δημοψήφισμα για να εγκριθεί η συμμετοχή της στην κοινή προσπάθεια για την ευρωπαϊκή άμυνα. Η ουδέτερη Σουηδία πρωταγωνιστεί στον εξοπλισμό της Ουκρανίας προκειμένου να αντιμετωπίσει τους Ρώσους εισβολείς. Η Φινλανδία απομακρύνεται από τη λεγόμενη φινλανδοποίηση και είναι πιθανόν να πάρει πρωτοβουλία για να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.

Πέμπτον, η ένταση της κρίσης είναι τέτοια ώστε έπεσαν οι τόνοι στην αντιπαράθεση μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ε.Ε. σε ό,τι αφορά την εφαρμογή όσων συμφωνήθηκαν για τις σχέσεις τους μετά το Brexit.

Μέσα από την ουκρανική κρίση, οι Ευρωπαίοι διαπίστωσαν τη στρατηγική σημασία του Ηνωμένου Βασιλείου. Η Συντηρητική κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον έστειλε πρώτη οπλικά συστήματα στην Ουκρανία και συμφώνησε με τις ΗΠΑ στην επιβολή εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι Βρετανοί δείχνουν τον δρόμο στους Ευρωπαίους σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της επιθετικότητας της Ρωσίας. Από την πλευρά τους διαπιστώνουν ότι χρειάζεται καλύτερη συνεννόηση με τους Ευρωπαίους σε ζητήματα συγχρονισμού των οικονομικών κυρώσεων, διαχείρισης των προσφυγικών ρευμάτων από την Ουκρανία και για την ανάπτυξη της αμυντικής συνεργασίας. Με δύο λόγια, διαπιστώνουν την αναγκαιότητα της πολύπλευρης συνεργασίας. Οι βρετανικές επιφυλάξεις σε σχέση με αυτή τη συνεργασία άνοιξαν τον δρόμο προς το Brexit.

Αλλαγές στην περιφέρεια.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία προκαλεί ανακατατάξεις και στην ευρωπαϊκή περιφέρεια.

Η Μολδαβία, η Γεωργία και φυσικά η Ουκρανία υπέβαλαν αίτηση για ένταξη-εξπρές στην Ε.Ε. Θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο θα δέσουν την οικονομία τους με την ευρωπαϊκή, θα περιορίσουν την εξάρτηση από τη ρωσική οικονομία και θα εξασφαλίσουν την πολιτικοστρατιωτική προστασία της Ε.Ε. έναντι της Ρωσίας.

Η Ουκρανία έχει ήδη χάσει την Κριμαία –που ενσωματώθηκε στη Ρωσία– και ανατολικές περιοχές που ελέγχονται από ρωσόφωνους αυτονομιστές. Η Μολδαβία έχασε την περιοχή της Τρανσνίστριας που ελέγχεται και αυτή από ρωσόφωνους. Η Γεωργία έχασε στον πόλεμο του 2008 με τη Ρωσία το 20% των εδαφών της, τα οποία επίσης ελέγχονται από ρωσόφωνους αυτονομιστές.

Η Ε.Ε. θέλει να ικανοποιήσει το αίτημα των τριών χωρών. Η διαδικασία όμως προβλέπεται μεγάλης διάρκειας, ενώ τα πολιτικά και τα θεσμικά εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν είναι εξαιρετικά σημαντικά.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία προκαλεί ένταση και στα Δυτικά Βαλκάνια. Η Σερβία, η οποία πηγαίνει σε προεδρικές εκλογές στις 3 Απριλίου, στις οποίες αναμένεται να επανεκλεγεί ο Βούτσιτς, ακολουθεί προκλητικά φιλορωσική στάση για χώρα που διεκδικεί την ένταξή της στην Ε.Ε. Η ανάμνηση των νατοϊκών βομβαρδισμών του 1999 δεν επιτρέπει στον Πρόεδρο και την κυβέρνηση να σταθούν δυναμικά στο πλευρό της Ε.Ε. στην αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Η Σερβία δεν συμμετέχει στο οικονομικό εμπάργκο, ούτε εφαρμόζει την απαγόρευση πτήσεων για ρωσικά αεροσκάφη.

Η στάση της Σερβίας δείχνει τη μεγάλη ρωσική επιρροή στη συγκεκριμένη χώρα, ενώ μεγαλώνει και η αστάθεια στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όπου οι Σέρβοι έχουν ουσιαστικά αυτονομηθεί και δεν συνεργάζονται με τους μουσουλμάνους και τους Κροάτες.

Η αναβάθμιση της Τουρκίας.

Με την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για την αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας.

Το ΝΑΤΟ θεωρεί στρατηγικής σημασίας τη συμμετοχή της Τουρκίας στη Συμμαχία και κάνει ό,τι μπορεί για να την ικανοποιήσει. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τουρκία δεν συμμετέχει στις οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας και διαφημίζει την προσπάθειά της να βοηθήσει, με το αζημίωτο, τις ρωσικές τράπεζες να ξεπεράσουν τις συνέπειες από την αποβολή τους από το διεθνές σύστημα πληρωμών Swift.

Οι Ουκρανοί δηλώνουν εξαιρετικά ικανοποιημένοι από τη στάση της Τουρκίας και το γεγονός ότι προμηθεύτηκαν από αυτή γύρω στα 40 drones τύπου Bayraktar. Η Ουκρανία θέλει την Τουρκία και το Ισραήλ σε ρόλο μεσολαβητών έναντι της Ρωσίας, ενώ στις προτάσεις για τη μελλοντική ασφάλεια της Ουκρανίας αναγνωρίζεται ρόλος εγγυήτριας δύναμης για την Τουρκία.

Η στρατηγική σημασία της Τουρκίας κάνει τους Ευρωπαίους να ξεχνάνε –προς το παρόν– την κριτική τους για τη φύση του καθεστώτος Ερντογάν και τις επιθετικές κινήσεις του σε διεθνές επίπεδο, ακόμη και σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.

Οι δύο μεγάλοι.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία εξελίσσεται σε ευρωπαϊκή κρίση που θα ωφελήσει, από στρατηγική άποψη, τις ΗΠΑ και την Κίνα. Οι δύο υπερδυνάμεις αναμένεται να είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Οι Ευρωπαίοι αναγνωρίζουν τώρα τη σημασία της προστασίας που τους προσφέρουν οι ΗΠΑ, μέσω ΝΑΤΟ, έναντι της Ρωσίας και σπεύδουν να προσαρμοστούν. Αυξάνουν τις στρατιωτικές δαπάνες σύμφωνα με τις νατοϊκές δεσμεύσεις τους και συντονίζονται όσο καλύτερα μπορούν με τις ΗΠΑ.

Ταυτόχρονα, οι προτάσεις για κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και τη λεγόμενη στρατηγική αυτονομία περνούν σε δεύτερη μοίρα, εφόσον όλοι αναγνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ προσφέρουν τις ισχυρές εγγυήσεις ασφάλειας έναντι της Ρωσίας.

Οι ΗΠΑ έχουν πολύ μεγαλύτερες ενεργειακές δυνατότητες από την Ε.Ε., γι’ αυτό και ηγούνται της προσπάθειας επιβολής ενεργειακού εμπάργκο σε βάρος της Ρωσίας. Όσο πιο δύσκολη γίνεται η διαχείριση της διεθνούς ενεργειακής κρίσης, τόσο μεγαλώνει το οικονομικό συγκριτικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ έναντι της Ε.Ε.

Η απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν ερμηνεύτηκε από πολλούς Ευρωπαίους σαν προμήνυμα παραίτησης των Αμερικανών από την παγκόσμια ηγεμονία. Με βάση όμως όσα συμβαίνουν με τη Ρωσία και την Ουκρανία, οι Αμερικανοί επανέρχονται δριμύτεροι έχοντας απαλλαγεί από τα οικονομικά και στρατιωτικά βάρη της αδιέξοδης παραμονής τους στο Αφγανιστάν.

Επιδίωξή τους είναι η οικονομική αναμέτρηση με την Κίνα και ο περιορισμός της ενίσχυσης της επιρροής της δεύτερης υπερδύναμης. Η επιβολή νατοϊκής πειθαρχίας στην Ε.Ε. και η αντιμετώπιση της επιθετικότητας της Ρωσίας σε βάρος της Ουκρανίας είναι ένα είδος εισαγωγής στην ιστορική αντιπαράθεση με την Κίνα.

Η Κίνα βγαίνει ενισχυμένη από τον πόλεμο στην Ουκρανία, γιατί η Ρωσία είναι υποχρεωμένη να στηριχθεί σε αυτήν για να περιορίσει τις συνέπειες από την απομόνωσή της από τη Δύση.

Η Κίνα προθυμοποιείται να στηρίξει οικονομικά τη Ρωσία προσφέροντάς της αγορά για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και διευκολύνοντάς την, στο μέτρο του δυνατού, στην παράκαμψη των χρηματοπιστωτικών περιορισμών εξαιτίας του αποκλεισμού των περισσότερων ρωσικών τραπεζών από το σύστημα Swift.

Οι ΗΠΑ προειδοποιούν την Κίνα ότι θα αντιμετωπίσει νέες κυρώσεις σε περίπτωση που στηρίξει οικονομικά, πολύ περισσότερο στρατιωτικά, τη Ρωσία. Οι Κινέζοι απαντούν ότι δεν θα υποκύψουν στις οικονομικές πιέσεις αλλά θα απαντήσουν σε περίπτωση επιβολής νέων κυρώσεων με αντίμετρα.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται;

Το ζήτημα των κλιμακούμενων αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος της κινεζικής οικονομίας θυμίζει όσα προηγήθηκαν της επίθεσης των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ και την επέκταση του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου στην περιοχή του Ινδικού και του Ειρηνικού Ωκεανού.

Μετά την εισβολή της Ιαπωνίας στην Κίνα το 1937, τη σφαγή της Ναν Κινγκ τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς και άλλες ιαπωνικές αγριότητες, οι ΗΠΑ προχώρησαν στην ακύρωση της εμπορικής συνθήκης που είχαν υπογράψει το 1911 με την Ιαπωνία. Από το 1940 άρχισαν να επιβάλουν περιορισμούς στις εξαγωγές προς την Ιαπωνία βάσει ειδικού νόμου. Όταν οι Ιάπωνες ενίσχυσαν το 1940 την επιρροή τους στη γαλλική Ινδοκίνα, οι ΗΠΑ επέβαλαν εμπάργκο στις εξαγωγές σιδηρομεταλλεύματος στην Ιαπωνία, παρά το γεγονός ότι οι Ιάπωνες κάλυπταν το 74% των αναγκών τους από τις ΗΠΑ. Έκλεισαν επίσης το κανάλι του Παναμά στα ιαπωνικά εμπορικά πλοία.

Τον Ιούλιο του 1941, οπότε οι Ιάπωνες ήλεγξαν στην Ινδοκίνα –σε συνεννόηση με τις αρχές του Βισύ– αεροδρόμια στρατηγικής σημασίας, οι ΗΠΑ προχώρησαν στο «πάγωμα» ιαπωνικών περιουσιακών στοιχείων. Τον Αύγουστο του 1941 προχώρησαν και σε απαγόρευση εξαγωγής πετρελαίου και πετρελαιοειδών στην Ιαπωνία, η οποία κάλυπτε το 80% των αναγκών της από τις ΗΠΑ.

Υπάρχουν ιστορικοί που υποστηρίζουν ότι οι κλιμακούμενες κυρώσεις των Αμερικανών σε βάρος των Ιαπώνων οδήγησαν τελικά τους τελευταίους στην επίθεση στο Περλ Χάρμπορ στα πλαίσια μιας επεκτατικής στρατηγικής που θα τους επέτρεπε να καλύψουν τις ανάγκες τους σε πρώτες ύλες από τις ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (σημερινή Ινδονησία), τη Μαλαισία και άλλες χώρες.

Δεν υπάρχουν, λοιπόν, εγγυήσεις ότι οι οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ σε βάρος της Κίνας –κυρίως χρηματοπιστωτικού και τεχνολογικού χαρακτήρα– θα οδηγήσουν σε αυτοπεριορισμό της τελευταίας ή ότι οι οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας θα οδηγήσουν τον Πούτιν στην εγκατάλειψη της επιθετικής του στρατηγικής. Άλλωστε, κυρώσεις εφαρμόζονται, σε πιο ήπια μορφή, από το 2014, οπότε η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία.

Διεθνές ντόμινο.

Δεν μπορούμε βέβαια να απαντήσουμε στο ερώτημα αν η ιστορία επαναλαμβάνεται, είναι φανερό όμως ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δημιουργεί παγκόσμιο ντόμινο εξελίξεων. Οι ΗΠΑ ανοίγονται στον δικτάτορα της Βενεζουέλας, Μαδούρο, και προωθούν ξανά τη συμφωνία για τα πυρηνικά με το Ιράν από την οποία είχαν αποχωρήσει επί Τραμπ, για να περιορίσουν την όποια εξάρτηση από το ρωσικό πετρέλαιο.

Ανοίγματα πραγματοποιούν και στην κατεύθυνση της Σαουδικής Αραβίας, η οποία συνεργάζεται με τη Ρωσία στον έλεγχο της παραγωγής πετρελαίου στα πλαίσια του λεγόμενου ΟΠΕΚ+. Προς το παρόν, οι Σαουδάραβες δεν ανταποκρίνονται και αξιοποίησαν την ενίσχυση του ρόλου τους για να προχωρήσουν σε 81 εκτελέσεις την ίδια ημέρα χωρίς σοβαρές διαμαρτυρίες αυτή τη φορά από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε.

Ιαπωνία, Νότια Κορέα και Αυστραλία συσπειρώνονται γύρω από τις ΗΠΑ στην αντιπαράθεση με την Κίνα για ευρύτερη επιρροή στην περιοχή του Ινδικού και του Ειρηνικού Ωκεανού. Οι Νοτιοκορεάτες εξέλεξαν στην προεδρία της χώρας έναν «σκληρό» πρώην εισαγγελέα διαφθοράς, ενώ οι Ιάπωνες προβληματίζονται μέχρι και για την απόκτηση –άμεση ή έμμεση– πυρηνικού οπλοστασίου.

Ειδική περίπτωση αποτελεί η εξαιρετικά δυναμική, από οικονομική άποψη, Ταϊβάν, η οποία θεωρείται πιθανός στόχος της Κίνας εφόσον σύμφωνα με το επίσημο δόγμα του καθεστώτος αποτελεί μέρος των εδαφών της Κίνας.

Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία ενισχύει κάπως το σενάριο της βίαιης επανένωσης της Ταϊβάν με την Κίνα. Από την άλλη πλευρά, οι μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα ρωσικά στρατεύματα στην Ουκρανία δείχνουν πόσο δύσκολη θα είναι μια στρατιωτική επιχείρηση κατά της Ταϊβάν, η οποία έχει σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις με αμερικανικά οπλικά συστήματα και την αμερικανική εγγύηση ασφάλειας.

Τέλος, εντύπωση προκαλεί η υπερβολική κατανόηση της Ινδίας στις επιθετικές κινήσεις του Πούτιν και η διάθεσή της να συνεργαστεί με τη Ρωσία για την αντιμετώπιση των δυτικών οικονομικών κυρώσεων. Οι περισσότεροι πολιτικοί αναλυτές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η Ινδία επιβεβαιώνει τον αδέσμευτο ρόλο της και αποφεύγει να δυσαρεστήσει τη Ρωσία έχοντας κατά νου τη δική της αντιπαράθεση με την Κίνα.

freesunday.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου