Η κατανάλωση εγχωρίων προϊόντων
και υπηρεσιών είναι η μαγική συνταγή ανόδου της του ΑΕΠ μας – από την
οποία εξαρτάται σχεδόν απόλυτα η οικονομία, το δικό μας μέλλον και το
μέλλον των παιδιών μας. Ορίζουμε δε ως «ελληνικό προϊόν» αυτό που
παράγεται στην Ελλάδα, κυρίως με ελληνικές πρώτες ύλες, από ή δυνατόν
Έλληνες παραγωγούς – ενώ ο εγχώριος τουρισμός είναι επίσης ένα ελληνικό
προϊόν, σημειώνοντας πως τα ελληνικά ξενοδοχεία πρέπει να καλύπτουν τις
ανάγκες τους με ελληνικά προϊόντα, εάν θέλουμε πραγματικά να τα θεωρούμε
τον τουρισμό ως μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της χώρας μας.
.
Άποψη
Η λύση για όλα τα προβλήματα της χώρας
μας, από το δημογραφικό έως το ασφαλιστικό ή την ανάκτηση της εθνικής
μας κυριαρχίας, δεν είναι άλλη από την άνοδο του ρυθμού ανάπτυξης – η οποία όμως είναι σχεδόν αδύνατη, εντός του καθεστώτος των μνημονίων και της πολιτικής λιτότητας. Το γεγονός αυτό έχει τεκμηριωθεί και από την Ιταλία,
η οποία εφαρμόζει την πολιτική λιτότητας ήδη από τις αρχές της
δεκαετίας του 1990 – με καταστροφικά αποτελέσματα για την οικονομία της.
Επειδή τώρα όλοι αναφέρονται στο θέμα της ανάπτυξης, χωρίς όμως να υποδεικνύουν συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους θα επιτευχθεί (η
αξιωματική αντιπολίτευση αναφέρεται στο «μαγικό ραβδί» των ξένων
επενδύσεων, χωρίς να δίνει σημασία στο γεγονός ότι ήταν ανέκαθεν
ελάχιστες συγκριτικά με τις εγχώριες, 1,5-2% του ΑΕΠ ή 1-3 δις € έναντι
περίπου 25% ή πάνω από 50 δις € πριν την κρίση, γράφημα), θα έπρεπε κανείς να χρησιμοποιήσει απλά την εξίσωση του ΑΕΠ, έτσι ώστε να καταλάβει από πού θα προερχόταν – οπότε τα εξής:
ΑΕΠ = Κατανάλωση + Ιδιωτικές επενδύσεις +Δημόσιες δαπάνες +(Εξαγωγές -Εισαγωγές)
Όσον αφορά τον πρώτο συντελεστή, την κατανάλωση, η «μαγική συνταγή» δεν είναι απλά η αύξηση της (η
οποία είναι το αποτέλεσμα της ανόδου της αγοραστικής αξίας των μισθών
και των εισοδημάτων, οπότε μεταξύ άλλων της μείωσης της φορολογίας), αλλά η αύξηση της μέσω της αγοράς ελληνικών προϊόντων. Για
παράδειγμα, εάν η κατανάλωση αυξηθεί κατά 10 μονάδες και οι 10 αυτές
μονάδες προέλθουν από τις εισαγωγές ξένων προϊόντων ή υπηρεσιών, τότε
αφενός μεν δεν αυξάνεται το ΑΕΠ αφού το συν της κατανάλωσης συμψηφίζεται από το πλην των εισαγωγών στην εξίσωση, αφετέρου αυξάνεται το εμπορικό έλλειμμα οπότε το εξωτερικό χρέος.
Εάν όμως η ανοδική κατανάλωση κατά 10
μονάδες προέλθει από την αγορά ελληνικών προϊόντων, τότε αυξάνεται
αντίστοιχα το ΑΕΠ – άρα τα έσοδα του δημοσίου κλπ. Εκτός αυτού
αυξάνεται και ο δεύτερος συντελεστής, οι ιδιωτικές επενδύσεις για να
καλυφθεί η επί πλέον κατανάλωση, οπότε η βελτίωση του ΑΕΠ είναι διπλάσια
τρόπον τινά – ενώ η άνοδος των ιδιωτικών επενδύσεων δημιουργεί
επί πλέον νέες θέσεις εργασίας, περιορίζει τη μετανάστευση, επιλύει το
ασφαλιστικό κοκ.
Περαιτέρω, αρκετοί θεωρούν πως τα
ελληνικά προϊόντα είναι ακριβά σε σχέση με τα ξένα – οπότε δεν είναι σε
θέση να τα αγοράζουν με τους χαμηλούς μισθούς και τις συντάξεις τους.
Φυσικά έχουν απόλυτο δίκιο σε πολλές περιπτώσεις, επειδή η μειωμένη
ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας δεν περιορίζει μόνο τις
εξαγωγές (τελευταίος συντελεστής της εξίσωσης) αλλά αυξάνει επί πλέον τις εισαγωγές, όπως συνέβη πρόσφατα (άρθρο) – μειώνοντας ως εκ τούτου διπλάσια (τρόπον τινά) το ΑΕΠ.
Το γεγονός όμως αυτό οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά και μόνο στο κράτος, από πολλές διαφορετικές πλευρές
– όπως στο παράδειγμα της υπερβολικά υψηλής, πολύπλοκης και ασταθούς
φορολόγησης, όπου είναι αδύνατον να ανταγωνιστεί ένας Έλληνας παραγωγός
κάποιον Βούλγαρο, όταν πληρώνει φόρους της τάξης του 70% (μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές, τα μερίσματα κλπ.), ενώ ο Βούλγαρος κατά πολύ λιγότερα.
Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι η μη διενέργεια επενδύσεων σε νέες διαδικασίες παραγωγής ή σε σύγχρονα μηχανήματα,
για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας που δεν επιτυγχάνεται
μόνο με τη μείωση του κόστους εργασίας – μεταξύ άλλων λόγω της
ανικανότητας του δημοσίου να εξυγιάνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα της
χώρας έτσι ώστε να παρέχει χαμηλότοκα δάνεια για επενδυτικούς σκοπούς,
να βοηθήσει τους Πολίτες να ανακτήσουν την πιστοληπτική τους ικανότητα
λύνοντας το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, καθώς επίσης να περιορίσει τη
γραφειοκρατία, τη διαφθορά και τη διαπλοκή.
Βέβαια η ανάκτηση της πιστοληπτικής ικανότητας δεν επιτυγχάνεται μόνο με την επίλυση του προβλήματος των κόκκινων δανείων (η οποία είναι απόλυτα εφικτή κατά τα πρότυπα των Η.Π.Α. το 1933, όπως έχουμε αναλύσει) αλλά, επίσης, με την άνοδο των τιμών των περιουσιακών στοιχείων (ακίνητα, μετοχές κλπ.) που χρησιμοποιούνται ως τραπεζικές εγγυήσεις – από την πτώση των οποίων μόνο οι Έλληνες ιδιώτες έχουν χάσει περί τα 600 δις €!
Όσον αφορά τώρα τον τρίτο συντελεστή, τις δημόσιες δαπάνες, είναι
γνωστό σε όλους πως καμία χώρα δεν μπορεί να εξυγιανθεί μετά από δέκα
χρόνια βαθιάς ύφεσης, εάν δεν επενδύσει πρώτα το δημόσιο σε παραγωγικούς
φυσικά τομείς – έτσι ώστε να μειωθεί η ανεργία, να αυξηθεί η
κατανάλωση και να ακολουθήσουν οι ιδιωτικές επενδύσεις. Όταν όμως το
δημόσιο δεν το κάνει, σπαταλώντας τα χρήματα του σε μη αναγκαίες
δαπάνες, τότε η χώρα είναι καταδικασμένη.
Ολοκληρώνοντας, χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, η κατανάλωση ελληνικών προϊόντων είναι εξαιρετικά κρίσιμη για την ελληνική οικονομία
– ενώ υπάρχουν ακόμη αρκετά εγχώρια αγαθά που δεν είναι ακριβότερα σε
σχέση με τα ξένα, εκτός του ότι υπερτερούν συνήθως σε ποιότητα. Ακόμη
όμως και να είναι ακριβότερα πρέπει να τα αγοράζουμε, έστω μειώνοντας
τις ποσότητες που καταναλώνουμε για να μη μας λείπουν τα χρήματα – αφού
διαφορετικά δεν πρόκειται ποτέ να βγούμε από την κρίση.
Ορίζουμε δε ως «ελληνικό προϊόν» αυτό που παράγεται στην Ελλάδα, κυρίως με ελληνικές πρώτες ύλες, από ή δυνατόν Έλληνες παραγωγούς
– ενώ ο εγχώριος τουρισμός είναι επίσης ένα ελληνικό προϊόν,
σημειώνοντας πως τα ελληνικά ξενοδοχεία πρέπει να καλύπτουν τις ανάγκες
τους με ελληνικά προϊόντα, εάν θέλουμε πραγματικά να τα θεωρούμε ως μία
από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της χώρας μας.
Συμπερασματικά λοιπόν το κράτος, η εκάστοτε κυβέρνηση δηλαδή, μπορεί και πρέπει να κάνει πολλά για τους Πολίτες της – αντίστοιχα όμως οι Πολίτες μπορούν και πρέπει να κάνουν πολύ περισσότερα για το κράτος τους.
Να βοηθήσουν οι ίδιοι τον εαυτό τους και τα παιδιά τους, μεταξύ άλλων
αγοράζοντας μόνο ελληνικά προϊόντα – αν είναι δυνατόν από Έλληνες
επιχειρηματίες, παραγωγούς, διανομείς ή καταστήματα λιανικής, για να μην
υποβιβαστεί η Ελλάδα σε χώρα της Lidl.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου