Νοσηλευόταν σε νοσοκομείο της Φλόριντα με καρδιολογικά προβλήματα - Είχε υποβληθεί σε πενταπλό bypass το 2010 - Προτάθηκε για Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου για τις «Ξέφρενες Νύχτες» - Ήταν στο καστ της νέας ταινίας του Ταραντίνο για τη δολοφονία της Σάρον Τέιτ.
Ο Ρέινολντς, που είχε προταθεί για Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου μετά το ρόλο του ως Τζακ Χόρνερ, στην ταινία του Τόμας Άντερσον «Boogie Nights», πέθανε την Πέμπτη νοσηλευόμενος σε νοσοκομείο της Φλόριντα.
Τα τελευταία χρόνια ο Ρέινολντς αντιμετώπιζε καρδιολογικά προβλήματα. Μάλιστα, το 2010 είχε υποβληθεί σε πενταπλό καρδιακό bypass, ωστόσο εργαζόταν μέχρι και σήμερα, καθώς συμμετείχε στο καστ της νέας ταινίας του Κουέντιν Ταραντίνο, «Once Upon A Time in Hollywood» με θέμα τη δολοφονία της Σάρον Τέιτ από τον Τσαρλς Μάνσον και τη συμμορία του.
Αν και λέγεται ότι είχε απορρίψει ρόλους του Τζέιμς Μποντ και του Χαν Σόλο, τελικά δεν του στέρησε μία κινηματογραφική καριέρα που τον χαρακτήρισε ως μοναδικό ταλέντο.
Από το ποδόσφαιρο στην υποκριτική
Ο Μπαρτ Ρέινολντς γεννήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1936, είχε ολλανδούς, Άγγλους, Ιρλανδο-σκωτσέζους και Σκωτσέζους προγόνους, ενώ λέγεται ότι είχε και ρίζες από τη φυλή των Τσερόκι. Στην αυτοβιογραφία του το 2014 « But Enough About Me» ο Ρέινολντς λέει ό τι η μητέρα του είχε ιταλικές ρίζες.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του συχνά ισχυριζόταν ότι είχε γεννηθεί στο Waycross της Τζόρτζια, ωστόσο το 2015 επιβεβαιώθηκε ότι είχε γεννηθεί στο Λάνσινγκ του Μίσιγκαν. Εκεί ζούσε η οικογένειά του, πρωτού ο πατέρας του ενταχθεί στον Αμεικανικό Στρατό. Μαζί με την μητέρα του και την αδελφή του ακολούθησαν τον πατέρα του στο Fort Leonard Wood στο Μισούρι, όπου έζησαν για δύο χρόνια. Όταν ο πατέρας του μετατέθηκε στην Ευρώπη, οι οικογένεια μετακόμισε στο Lake City του Μιζούρι, όπου είχε μεγαλώσει η μητέρα του.
Το 1946, η οικογένεια μετακόμισε ξανά, αυτή τη φορά στο Ριβιέρα Μπιτς της Φλόριντα. Στα νεανικά του χρόνια έπαιζε ποδόσφαιρο, όμως αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει, όταν υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση στο γόνατο, έπειτα από τροχαίο ατύχημα.
Τότε άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο Palm Beach Junior College, όπου το υποκριτικό του ταλέντο ανακάλυψε ο Watson B Duncan III, ένας Άγγλος καθηγητής, στον οποίο άρεσε πολύ ο τρόπος με τον οποίο διάβαζε τα έργα του Σαίξπηρ. Όπως είχε πει αργότερα ο Ρέινολντς, ο Duncan ήταν η πιο σημαντική επιρροή στη ζωή του.
Σύντομα ξεκίνησε να εργάζεται τόσο στο θέατρο, όσο και στην τηλεόραση. Όμως, καθυστέρησε να ακολουθήσει το δρόμο του Χόλιγουντ, καθότι έχασε την αυτοπεποίθησή του, όταν απορρίφθηκε στην πρώτη του οντισιόν για το πολεμικό δράμα Sayonara το 1957. Κι ο λόγος ήταν επειδή έμοιαζε πολύ στον Μάρλον Μπράντο, ο οποίος πήρε τελικά το ρόλο. Το ντεμπούτο του έγινε τελικά το 1961 με την ταινία «Angel Baby», ένα θρίλερ για τον θρησκευτικό φανατισμό στον Αμερικανικό Νότο.
Η γυμνή φωτογράφιση στο Cosmopolitan που τον έκανε σύμβολο του σεξ.
Ο Μπαρτ Ρέινολντς γεννήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 1936, είχε ολλανδούς, Άγγλους, Ιρλανδο-σκωτσέζους και Σκωτσέζους προγόνους, ενώ λέγεται ότι είχε και ρίζες από τη φυλή των Τσερόκι. Στην αυτοβιογραφία του το 2014 « But Enough About Me» ο Ρέινολντς λέει ό τι η μητέρα του είχε ιταλικές ρίζες.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του συχνά ισχυριζόταν ότι είχε γεννηθεί στο Waycross της Τζόρτζια, ωστόσο το 2015 επιβεβαιώθηκε ότι είχε γεννηθεί στο Λάνσινγκ του Μίσιγκαν. Εκεί ζούσε η οικογένειά του, πρωτού ο πατέρας του ενταχθεί στον Αμεικανικό Στρατό. Μαζί με την μητέρα του και την αδελφή του ακολούθησαν τον πατέρα του στο Fort Leonard Wood στο Μισούρι, όπου έζησαν για δύο χρόνια. Όταν ο πατέρας του μετατέθηκε στην Ευρώπη, οι οικογένεια μετακόμισε στο Lake City του Μιζούρι, όπου είχε μεγαλώσει η μητέρα του.
Το 1946, η οικογένεια μετακόμισε ξανά, αυτή τη φορά στο Ριβιέρα Μπιτς της Φλόριντα. Στα νεανικά του χρόνια έπαιζε ποδόσφαιρο, όμως αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει, όταν υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση στο γόνατο, έπειτα από τροχαίο ατύχημα.
Τότε άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο Palm Beach Junior College, όπου το υποκριτικό του ταλέντο ανακάλυψε ο Watson B Duncan III, ένας Άγγλος καθηγητής, στον οποίο άρεσε πολύ ο τρόπος με τον οποίο διάβαζε τα έργα του Σαίξπηρ. Όπως είχε πει αργότερα ο Ρέινολντς, ο Duncan ήταν η πιο σημαντική επιρροή στη ζωή του.
Σύντομα ξεκίνησε να εργάζεται τόσο στο θέατρο, όσο και στην τηλεόραση. Όμως, καθυστέρησε να ακολουθήσει το δρόμο του Χόλιγουντ, καθότι έχασε την αυτοπεποίθησή του, όταν απορρίφθηκε στην πρώτη του οντισιόν για το πολεμικό δράμα Sayonara το 1957. Κι ο λόγος ήταν επειδή έμοιαζε πολύ στον Μάρλον Μπράντο, ο οποίος πήρε τελικά το ρόλο. Το ντεμπούτο του έγινε τελικά το 1961 με την ταινία «Angel Baby», ένα θρίλερ για τον θρησκευτικό φανατισμό στον Αμερικανικό Νότο.
Η γυμνή φωτογράφιση στο Cosmopolitan που τον έκανε σύμβολο του σεξ.
Το προφίλ του απογειώθηκε το 1972, όταν μία γυμνή φωτογράφισή του για το περιοδικό Cosmopolitan τον ανέδειξε σε σύμβολο του σεξ. Ο ίδιος πολλά χρόνια αργότερα δήλωσε ότι δεν το μετάνιωσε ποτέ.
Τις φωτογραφίες τράβηξε ο Ιταλός Φραντσέσκο Σκαβούλο, ο οποίος συνεργαζόταν με το περιοδικό. Οι πόζες που είχαν δοκιμάσει ατελείωτες και με τον Ρέινολντς να κρύβει τα... επίμαχα είτε με το χέρι του, είτε με καπέλο ή ακόμα και με ένα σκύλο .
Η φωτογραφία που δημοσιεύτηκε επιλέχτηκε από τον ηθοποιό και ήταν εκείνη που κρύβει τα επίμαχα με το χέρι του. Είχε αποκαλύψει, δε, ότι το χαμόγελο του ήταν αποτέλεσμα... αλκοόλ και όχι οδηγία του καλλιτένχη. Το τεύχος Απριλίου 1972 έγινε ανάρπαστο, πουλώντας περισσότοερα από 1,5 εκατομμύρια αντίτυπα.''
Η κάμψη και το δυναμικό come back με το «Boogie Nights»
Η κινηματογραφική του καριέρα, ωστόσο εκτοξεύτηκε με την ταινία «Όταν ξέσπασε η βία», όπου πρωταγωνίστησε με τον Γιον Βόιτ. Η ταινία, γνωστή για την αμφιλεγόμενη σκηνή σεξουαλικής επίθεσης σε έναν από τους εκδρομείς, έκανε τον Ρέινολντς σταρ, ενώ η ταινία προτάθηκε για τρία Όσκαρ.
Στο αποκορύφωμα της καριέρας του ήταν ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους ηθοποιούς της κινηματογραφικής βιομηχανίας και οι ταινίες του ήταν μεταξύ των κορυφαίων σε εισιτήρια στο αμερικανικό box office.
Από τα μέσα της δεκαετίας του '80 όμως, η καριέρα του παρουσίασε κάμψη μέχρι το 1997, όταν προτάθηκε για Όσκαρ Β' Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του στην ταινία «Ξέφρενες νύχτες» (Boogie Nights), ενώ είχε τιμηθεί με Emmy για την ερμηνεία του στην τηλεοπτική σειρά Evening Shade (1990-94).
Είχε παντρευτεί δύο φορές και είχε αποκτήσει ένα παιδί με την δεύτερη σύζυγό του, την ηθοποιό Λόνι Άντερσον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου