Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

Το χάος ως πολιτική επιλογή.

 

    Δεν αξίζει σε καμία κυβέρνηση, ανεξαρτήτως πολιτικού χρώματος, που έλαβε τη λαϊκή εντολή, να φτάνει στο σημείο να διασύρεται, να προκαλεί την οργή και τη χλεύη ακόμη και όσων την εμπιστεύτηκαν στην κάλπη, γιατί τότε το πρόβλημα δεν είναι πια συγκυριακό αλλά βαθύ και δομικό και πλήττει ευθέως την αξιοπιστία του ίδιου του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η απαξίωση όμως δεν σταματά στη διακυβέρνηση, καθώς αγγίζει εξίσου και μια αντιπολίτευση κατακερματισμένη, άτολμη, χωρίς εναλλακτικό όραμα, ανίκανη να εκφράσει τη συσσωρευμένη κοινωνική οργή και την αγωνία ενός λαού που νιώθει ότι κανείς πλέον δεν τον εκπροσωπεί.

    Τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα, από τη συγκάλυψη της τραγωδίας των Τεμπών έως το θλιβερό έπος του ΟΠΕΚΕΠΕ και την αποδιοργάνωση των ΕΛΤΑ, αποτελούν την κορυφή ενός παγόβουνου σήψης και παρακμής που αποκαλύπτει μια κυβέρνηση που επικαλείται την αριστεία αλλά βουλιάζει στη ρεμούλα και μια αντιπολίτευση που παρακολουθεί αμήχανη, ανίκανη να πείσει ότι έχει την παραμικρή λύση. Η Ελλάδα διολισθαίνει σε μια ιδιότυπη πολιτική ακυβερνησία όχι επειδή λείπουν οι αριθμοί στη Βουλή αλλά επειδή απουσιάζει η ηγεσία, η αξιοπιστία και το ήθος, με αποτέλεσμα οι πολίτες να μην απορρίπτουν απλώς τη σημερινή κυβέρνηση αλλά συνολικά το φθαρμένο μοντέλο εξουσίας και πολιτικής διαμεσολάβησης που εξέθρεψε διαπλοκή, πελατειακές εξαρτήσεις και μια νέα γενιά κυνισμού απέναντι στη δημοκρατία.

    Η δημοσκοπική δήλωση προτίμησης προς το χάος έναντι της συνέχειας στη διακυβέρνηση δεν είναι μια παρορμητική αντίδραση ούτε μια ανώδυνη εκτόνωση αλλά αποτελεί βαθύτερο κοινωνικό μήνυμα, μια κραυγή αγωνίας ανθρώπων που αισθάνονται ότι κυβερνώνται χωρίς να εκπροσωπούνται και που στρέφουν την πλάτη όχι μόνο στο πολιτικό προσωπικό αλλά και στο ίδιο το σύστημα που το αναπαράγει. Το χάος ως πολιτική επιλογή είναι η έκφραση μιας κοινωνίας προδομένης από τις πολιτικές ελίτ, ένα εν δυνάμει κοινωνικό ρεύμα που σαρώνει την ψευδαίσθηση σταθερότητας και ξεσκεπάζει το θέατρο του παραλόγου που παίζεται καθημερινά, όπου η ασυναρτησία βαφτίζεται ρεαλισμός και η διάλυση των θεσμών ονομάζεται μεταρρύθμιση.

    Οι πολίτες αποχωρούν από το ακροατήριο αφήνοντας μόνο τους επαγγελματίες του κομματικού σωλήνα να χειροκροτούν με παχυλούς μισθούς από τον δημόσιο κορβανά, την ώρα που η κοινωνία απαιτεί ουσιαστικές αλλαγές και όχι επικοινωνιακές παραστάσεις. Μέσα σε αυτό το κενό ηγεσίας ξεφυτρώνουν νέα πολιτικά σχήματα που επιχειρούν να εκφράσουν την οργή, με τον Αλέξη Τσίπρα να αναζητά μια επίπλαστη δεύτερη ευκαιρία και τον Αντώνη Σαμαρά να διεκδικεί τον πατριωτικό χώρο που ο ίδιος είχε φθαρεί υπηρετώντας, ενώ το κίνημα των Τεμπών με τη Μαρία Καρυστιανού φιλοδοξεί να μετατρέψει τη θλίψη και την αδικία σε πολιτικό ρεύμα αξιοπρέπειας.

    Όμως οι νέοι παίκτες, παρά τις τυμπανοκρουσίες, παραμένουν κομμάτια του ίδιου κουρασμένου συστήματος που οι πολίτες έχουν ήδη καταδικάσει επιλέγοντας το χάος ως μόνη αντισυστημική απάντηση, γιατί όσοι κυβέρνησαν και απέτυχαν δεν μπορούν να εμφανίζονται ως σωτήρες ενός συστήματος που οι ίδιοι αποσάθρωσαν. Ο φόβος και η ανασφάλεια κυριαρχούν πλέον στους υποψιασμένους πολίτες που αντιλαμβάνονται ότι η κρίση είναι υπαρξιακή, κρίση εμπιστοσύνης, κρίση θεσμών, κρίση προσανατολισμού και ταυτότητας ενός κράτους που μοιάζει να έχει χάσει την πυξίδα του.

    Η απαίτηση για μια νέα μεταπολίτευση δεν είναι ένα ακόμη σύνθημα αλλά εθνική ανάγκη και ηθική επιταγή που προϋποθέτει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο βασισμένο στην ενδογενή παραγωγή, την κοινωνική δικαιοσύνη, την αξιοκρατία και την υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας όχι ως ρητορικής κορώνης αλλά ως πράξης αυτοσεβασμού και συλλογικής επιβίωσης. Και ενώ η χώρα βυθίζεται στις μικροκομματικές παθογένειες, ο κόσμος εισέρχεται σε μια επικίνδυνη περίοδο γεωπολιτικής αστάθειας με πολέμους να αναδιατάσσουν τα σύνορα ισχύος και την Ευρωπαϊκή Ένωση να παραμένει στρατηγικά άφωνη.

    Η Ελλάδα κινδυνεύει να μετατραπεί από γεωπολιτικό υποκείμενο σε αντικείμενο διεθνών συσχετισμών γιατί μια πολιτεία χωρίς ηγεσία, χωρίς σχέδιο και χωρίς επίγνωση του τι πραγματικά διακυβεύεται δεν μπορεί να εγγυηθεί ούτε την ασφάλεια ούτε την προκοπή των πολιτών της. Η κρίση δεν είναι πια πολιτική αλλά υπαρξιακή και η μάχη για την εθνική επιβίωση απαιτεί ηθική, πολιτική και στρατηγική ανασύνταξη πριν η ιστορία αποφασίσει χωρίς εμάς.

    Το λουκέτο στα ΕΛΤΑ κρύβει σχέδιο μονοπωλιακής εξαγοράς

    Οι πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας είναι συγκεκριμένες και δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών. Το κλείσιμο των υποκαταστημάτων των Ελληνικών Ταχυδρομείων δεν αποτελεί μια απλή αναδιάρθρωση, αλλά εντάσσεται σε ένα καλά μελετημένο σχέδιο ώστε η εταιρία να περάσει καθαρή από βάρη στα χέρια γνωστού επιχειρηματία των ταχυμεταφορών. Ο ίδιος φέρεται να έχει συμφωνήσει την πώληση της εταιρίας του σε γερμανικό επενδυτικό σχήμα, μαζί με τα ΕΛΤΑ, γεγονός που θα οδηγήσει σε μονοπωλιακή συγκέντρωση της εγχώριας αγοράς. Ο Γερμανός επενδυτής, που ήδη κατέχει το 20% των ΕΛΤΑ, θα ελέγχει στην πράξη το 99% των ταχυδρομικών υπηρεσιών της χώρας, κάτι που στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού ορίζεται ως κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Η κυβέρνηση και το Υπερταμείο, με τις επιλογές τους, εμφανίζονται να εξυπηρετούν πρωτίστως τα συμφέροντα ενός ιδιώτη εις βάρος του δημοσίου και των πολιτών.

    Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος των ΕΛΤΑ, Γρηγόρης Σκλήκας, αντιλαμβανόμενος την πορεία των εξελίξεων, φρόντισε πρώτα να αυξήσει τις αποδοχές του, διπλασιάζοντάς τες, ώστε και η αποζημίωσή του να διαμορφωθεί αναλόγως πριν την παραίτησή του. Την ίδια ώρα, ο υπουργός Υγείας και αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος από το βήμα της Βουλής υποστήριζε ότι τα ΕΛΤΑ δεν έχουν λόγο ύπαρξης στη ψηφιακή εποχή, καλείται να εξηγήσει στους ηλικιωμένους ψηφοφόρους του κόμματός του αν τελικά η βιωσιμότητα των ΕΛΤΑ απειλείται μόνο όταν είναι ελληνικά, ενώ δεν τίθεται ζήτημα όταν ελέγχονται από Γερμανούς επενδυτές. Ο ίδιος ο υπουργός σιώπησε όταν ο πρόεδρος της ΝΙΚΗΣ Δημήτρης Νατσιός ανέφερε με σαφήνεια από το Κοινοβούλιο το όνομα επιχειρηματία πρώην προέδρου του ΣΕΒ, ο οποίος σύμφωνα με καταγγελίες βρίσκεται πίσω από τον σχεδιασμό.

    Παράλληλα, ο άλλος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης δηλώνει άγνοια για το σχέδιο. Το ερώτημα όμως που ανακύπτει είναι τι είναι πιο επιβαρυντικό για τη θέση του. Να γνώριζε και να σιώπησε ή να μην είχε ενημερωθεί για μια τόσο κρίσιμη υπόθεση. Η φράση του Σταύρου Ψυχάρη «ένοχος ή βλαξ» μοιάζει σήμερα επίκαιρη όσο ποτέ.

    Το πρόβλημα αποκτά πολιτικό βάθος όταν εξετάζεται υπό το πρίσμα της ευρύτερης οικονομικής στρατηγικής. Πολιτικές που εφαρμόζονται κόντρα στην ιδεολογική φυσιογνωμία των κομμάτων τους έχουν οδηγήσει ιστορικά σε σοβαρότατο πολιτικό κόστος. Τα παραδείγματα του Τόνι Μπλερ στη Βρετανία, του Γκέρχαρντ Σρέντερ στη Γερμανία και του Κώστα Σημίτη στην Ελλάδα, είναι διδακτικά. Οι επιλογές τους αποδυνάμωσαν την εκλογική βάση των κομμάτων τους, προκάλεσαν μεταλλάξεις στην ταυτότητά τους και τα οδήγησαν στο περιθώριο για πολλά χρόνια. Τα κόμματα που κυβέρνησαν τότε τις μεγάλες πλειοψηφίες, σήμερα αγωνίζονται απλώς να διεκδικήσουν διψήφια ποσοστά.

    Το ίδιο δίδαγμα είναι απολύτως ξεκάθαρο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Όταν οι πολιτικές αποφάσεις αποκόπτουν μια παράταξη από τις κοινωνικές της ρίζες, τότε αποκόπτεται και ο κόσμος της από αυτήν. Η παρούσα κυβέρνηση έχει καταστήσει σταθερή επιλογή να μεταφέρει το οικονομικό βάρος στους πολλούς προς όφελος των λίγων. Οι αποφάσεις που έπληξαν τους ταξιτζήδες, οι αλλαγές που προώθησαν πολυεθνικά συμφέροντα, η νομοθέτηση του 13ώρου, ο ανελέητος φορολογικός κλοιός στους επαγγελματίες, η σύγκρουση με τους αγρότες, απομάκρυναν σταδιακά όλες τις κοινωνικές ομάδες που χάρισαν στη Νέα Δημοκρατία την εκλογική της κυριαρχία.

    Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση επικαλείται την οικονομική ασφυξία των ΕΛΤΑ για να επιβάλει λουκέτα σε υποκαταστήματα με χαμηλό λειτουργικό κόστος. Όμως δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα όταν πρέπει να καταβάλλονται αποδοχές εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ σε διευθυντικά στελέχη, ούτε όταν διοχετεύονται δεκάδες εκατομμύρια ευρώ σε παράνομες επιδοτήσεις ημετέρων, ούτε όταν χαρίζονται δάνεια μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων στα συνεργαζόμενα funds. Τα οικονομικά δεδομένα φαίνεται να «μην βγαίνουν» μόνο όταν πρόκειται για το δημόσιο συμφέρον και την προστασία ενός βασικού κοινωνικού δικτύου υπηρεσιών.

    Αν η Νέα Δημοκρατία επιμείνει σε αυτό το μονοπάτι, η πορεία της προς την πολιτική απαξίωση μοιάζει αναπόφευκτη. Θα επαναλάβει την ιστορία των πολιτικών ηγετών που αγνόησαν τον χαρακτήρα και την αποστολή των παρατάξεών τους και οδηγήθηκαν σε πολιτική κατάρρευση. Το κόστος πρέπει να καταλογιστεί σε συγκεκριμένα πρόσωπα και όχι στο κόμμα συνολικά, το οποίο έχει ιστορικά επιβιώσει από κρίσεις πολύ μεγαλύτερες και δεν του αξίζει να καταλήξει να υπηρετεί τα συμφέροντα αποτυχημένων ολιγαρχών και οικονομικών κέντρων.

    Τέλος, όσοι πίστεψαν ότι μεταρρυθμίσεις σαν και αυτή θα έθαβαν πολιτικά σκάνδαλα, διαπιστώνουν πια πως το μόνο που πέτυχαν είναι να μετατραπούν οι ίδιες οι μεταρρυθμίσεις στα μεγαλύτερα σκάνδαλα. Η απόπειρα συγκάλυψης όχι μόνο απέτυχε, αλλά ανέδειξε σε όλη του την έκταση το πραγματικό πρόσωπο ενός κρατικοδίαιτου καπιταλισμού που πλουτίζει εις βάρος των πολλών και απειλεί να κλείσει έναν από τους ιστορικά σημαντικότερους δημόσιους οργανισμούς της χώρας.

    primenews.press

    Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου