Ρώσοι αναλυτές θεωρούν ότι εξαντλήθηκε η υπομονή του Κρεμλίνου σε σχέση με την αμφιλεγόμενη επέκταση του ΝΑΤΟ και με αυτές τις ενέργειες επιδιώκει να λύσει το ζήτημα
Οι προτάσεις εγγυήσεων που κατέθεσε η Ρωσία μπορεί να ανοίγουν την πόρτα για μια διπλωματική επίλυση του ζητήματος της ανατολικής Ουκρανίας, εντούτοις δεν προσφέρονται στο παρόν στάδιο για αποκλιμάκωση της έντασης. Οι ΗΠΑ, αντιμετωπίζοντας την κατάσταση με την τακτική «καρότο και μαστίγιο», κατηγορούν μεν τη Ρωσία ότι συνεχίζει την κλιμάκωση στα σύνορα με την Ουκρανία, την ίδια ώρα όμως διατηρούν ζωντανή την ελπίδα για διπλωματικό διάλογο με τη Μόσχα. Παράλληλα, φροντίζουν επιμελώς να μη σχολιάζουν το περιεχόμενο των ρωσικών προτάσεων, παρά τις εξόφθαλμα «ακραίες» θέσεις που εισηγείται ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος, σύμφωνα με μερίδα αναλυτών, δικαιολογημένα ανησυχεί για την υπερεξάπλωση του ΝΑΤΟ έξω από την «πόρτα» του. Σε κάθε περίπτωση, η Μόσχα παραμένει σε θέση μάχης και αυτό δεν αναμένεται να αλλάξει, όσο νιώθει ότι καταπατούνται οι «κόκκινες γραμμές» της. Από την εξίσωση δεν μπορεί να λείπει ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντιμίρ Ζελένσκι, ο οποίος, παρά την απειλή που δέχεται η χώρα του, εμφανίζεται κερδισμένος τουλάχιστον δημοσκοπικά.
Η «καταναγκαστική διπλωματία» και η «Φινλανδοποίηση» της Ουκρανίας
Στις 17 Δεκεμβρίου, η Μόσχα έδωσε στη δημοσιότητα ένα σχέδιο συνθήκης με τις ΗΠΑ για τις εγγυήσεις ασφαλείας καθώς κι ένα σχέδιο συμφωνίας για τα μέτρα διασφάλισης της ασφάλειας της Ρωσίας και των κρατών μελών του Βορειοατλαντικού Συμφώνου.
Τα σχέδια ουσιαστικά προνοούν την απαγόρευση της περαιτέρω επέκτασης προς τα ανατολικά του ΝΑΤΟ και τη δέσμευση της Συμμαχίας να απέχει από την ανάπτυξη πρόσθετων στρατευμάτων σε χώρες που δεν είχαν ήδη ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις πριν από το 1997, συμπεριλαμβανομένων της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, των κρατών της Βαλτικής και πολλών άλλων πρώην σοβιετικών δημοκρατιών.
Αν και οι ΗΠΑ κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους και δεν σχολιάζουν το περιεχόμενο των προτάσεων, πηγές του Λευκού Οίκου θεωρούν ότι μερικές από τις προτάσεις της Μόσχας είναι απαράδεκτες, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζουν ποιες είναι αυτές. Από την άλλη, μοιάζει ξεκάθαρο ότι η Ρωσία κατέθεσε σκόπιμα προτάσεις, οι οποίες γνώριζε ότι θα απορριφθούν εξ αρχής από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, σε μια προσπάθεια να «περάσουν» τις λιγότερο «ακραίες» θέσεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Κάποιοι ειδικοί δεν βλέπουν με καλό μάτι τις κινήσεις της Ρωσίας, θεωρώντας ότι ο Πούτιν δεν έχει καμιά πρόθεση να κάνει πίσω από τις μαξιμαλιστικές του απαιτήσεις, ενώ εκτιμούν ότι θα συνεχίσει την «καταναγκαστική διπλωματία», κραδαίνοντας την απειλή του πολέμου για να έχει υπό τον έλεγχό του τη Δύση και την Ουκρανία.
Σε ανάρτησή του στο Twitter ο Αμερικανός πρώην πρέσβης στη Μόσχα, McFaul, εξήγησε ότι ο Πούτιν δεν απειλείται από την επέκταση του ΝΑΤΟ και η Συμμαχία ποτέ δεν θα επιτεθεί εναντίον της Ρωσίας. Συμπλήρωσε ότι ο Ρώσος Πρόεδρος έχει εφεύρει αυτήν τη λεγόμενη απειλή για να δικαιώσει την «καταναγκαστική διπλωματία», ενώ δεν αποκλείει μια στρατιωτική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας.
Από την άλλη, Ρώσοι αναλυτές θεωρούν ότι εξαντλήθηκε η υπομονή του Κρεμλίνου σε σχέση με την αμφιλεγόμενη επέκταση του ΝΑΤΟ και με αυτές τις ενέργειες επιδιώκει να λύσει το ζήτημα. Γι’ αυτό παίρνει ένα γεωπολιτικό ρίσκο που την φέρνει σε τροχιά σύγκρουσης με τους Δυτικούς, μέχρι να βρεθεί λύση στο χρονίζον ζήτημα, το οποίο θεωρεί ότι απειλεί τα εξωτερικά σύνορά της.
Η ρωσική πλευρά φαίνεται να επιδιώκει με τις «κόκκινες γραμμές» που έθεσε «μια ριζική αναθεώρηση», η οποία προϋποθέτει τη «Φινλανδοποίηση» της Ουκρανίας, αναφερόμενη στην ουδετερότητα που επέβαλε η Μόσχα στη γειτονική Φινλανδία μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ρωσία, σύμφωνα με την ίδια θεώρηση, φοβάται την «ανεξέλεγκτη» επέκταση των Δυτικών στην Ουκρανία στη βάση μιας ιδέας ότι μετά τον Ψυχρό Πόλεμο «κάθε χώρα επιτρέπεται να κάνει ό,τι θέλει, ανεξάρτητα από την τοποθεσία της».
Η Ρωσία σε θέση μάχης
Οι προτάσεις της Ρωσίας πάντως δεν συνοδεύτηκαν από την αναμενόμενη, τουλάχιστον από τους Δυτικούς, αποκλιμάκωση της έντασης στα σύνορα με την Ουκρανία. Παρά την προειδοποίηση του Μπάιντεν στον Πούτιν ότι θα πληρώσει «τρομερό τίμημα» σε περίπτωση εισβολής, η ανάπτυξη εκατοντάδων αρμάτων μάχης και δεκάδων χιλιάδων στρατευμάτων δεν έχει σταματήσει.
Δύο ημέρες μετά την «ψυχροπολεμική» τηλεδιάσκεψη μεταξύ των Προέδρων των ΗΠΑ και της Ρωσίας, σύμφωνα με την Janes, μια εταιρεία πληροφοριών με έδρα τη Βρετανία, μηχανοκίνητες μονάδες πεζικού από την Αγία Πετρούπολη μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο ανατολικά του Κουρσκ, 100 χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Ουκρανία. Ένα 24ωρο πριν, αναρτήθηκε βίντεο σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, στο οποίο καταγράφει τη μεταφορά πυραυλικών συστημάτων και τεθωρακισμένων οχημάτων στην πόλη Voronezh.
Από την άλλη, οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και της ΕΕ εκτιμούν ότι προς το παρόν δεν επίκειται εισβολή από τη Ρωσία, αφού δεν έχουν γίνει οι απαιτούμενες στρατιωτικές δράσεις, όπως η ενίσχυση με αποθέματα καυσίμων και πυρομαχικών. Υπολογίζουν ότι η Ρωσία έχει ήδη αναπτύξει από 70.000 έως 100.000 στρατιώτες, αλλά αναμένουν ότι θα συγκεντρώσει μια δύναμη περίπου 175.000 στρατιωτών πριν από οποιαδήποτε εισβολή, εάν τελικά αποφασίσει να εξαπολύσει επίθεση στην Ουκρανία.
Πάντως, τους τελευταίους μήνες ρωσικές μονάδες βρίσκονται σε θέσεις μάχης στις περιοχές Yelnya, Voronezh και Persianovka, όλες σε απόσταση 100 έως 300 χιλιομέτρων από την Ουκρανία. Επίσης, καταγράφηκαν μετακινήσεις δυνάμεων από τις βάσεις τους στην περιοχή του Καυκάσου στην Κριμαία και δεν έχουν επιστρέψει ακόμα.
Ένας ενισχυμένος Ζελένσκι.
Οι εξελίξεις αυτές δεν αφήνουν ανεπηρέαστο τον Πρόεδρο της Ουκρανίας, ο οποίος μοιάζει να «ωριμάζει» πολιτικά, ενώ την ίδια ώρα βλέπει τη δημοτικότητά του να ανεβαίνει.
Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει τις δηλώσεις του κατά την προεκλογική περίοδο του 2019, όταν υποστήριζε ότι σε περίπτωση εκλογής του θα διαπραγματευόταν απευθείας με τον Πούτιν για το ζήτημα της ανατολικής Ουκρανίας. Τρία χρόνια μετά, ο Ζελένσκι πολιτεύεται με αντιρωσικές κορώνες, ενώ διεξάγει μαραθώνιο διπλωματικών επαφών για να εξασφαλίσει τη στήριξη των ΗΠΑ και της ΕΕ σε περίπτωση εισβολής της Μόσχας.
Η πίεση από τον Πούτιν φαίνεται ότι μετέτρεψε την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ σε κύριο ζήτημα της πολιτικής ατζέντας του Ζελένσκι, ανεβάζοντας τα κατακρημνισμένα ποσοστά, τα οποία το προηγούμενο διάστημα είδε να συρρικνώνονται από το εξωπραγματικό 70% στο 25%. Πλέον, όμως, θέτει γερές βάσεις για επενεκλογή το 2024, εάν φυσικά δεν γίνει πραγματικότητα το μη ρεαλιστικό σενάριο η Ρωσία να εισβάλει και να καταλάβει το Κίεβο τους επόμενους μήνες.
Από την άλλη, πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι, παρά την εξέλιξή του τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες ο Ζελένσκι επιδεικνύει πολιτική ανωριμότητα, κυρίως λόγω της εξάρτησής του από μια ομάδα συμβούλων, οι οποίοι δούλευαν στο παρελθόν μαζί του στην τηλεόραση. Για παράδειγμα, πάνω στις εισηγήσεις των συγκεκριμένων συμβούλων είχε στηριχθεί για να υποστηρίξει λανθασμένα ότι ένα δημοψήφισμα θα έλυνε το πρόβλημα στο Ντομπάς.
Δεν αποτελεί έκπληξη ότι ο Πούτιν αρνήθηκε τις απευθείας επαφές με τον Ουκρανό Πρόεδρο. Ειδικοί θεωρούν ότι στο πρόσωπο του Ζελένσκι δεν βλέπει κάποιον ίσο, αλλά ένα άτομο που δεν αξίζει τον χρόνο του. Φυσικά, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι ο Πούτιν βλέπει τις εξελίξεις κάτω από ένα «ψυχροπολεμικό» πρίσμα, με βάση το οποίο τις αποφάσεις λαμβάνουν αποκλειστικά οι επικεφαλής των μεγάλων δυνάμεων, και σε αυτήν την περίπτωση οι Πρόεδροι των ΗΠΑ και της Ρωσίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου