Ενώ δεν υπάρχει ποτέ καλή στιγμή για μία πανδημία, η κρίση της Covid-19 έφτασε σε μία ιδιαίτερα κακή στιγμή για την παγκόσμια οικονομία.
Ο κόσμος από καιρό έχει συρθεί σε μία τέλεια καταιγίδα οικονομικών,
πολιτικών, κοινωνικοοικονομικών και περιβαλλοντικών κινδύνων, οι οποίοι
τώρα αυξάνονται και γίνονται ακόμη πιο έντονοι, σημειώνει σε άρθρο του ο
διάσημος οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί.
Προσθέτει ότι, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09, οι ανισορροπίες και οι κίνδυνοι που κυριαρχούν στην παγκόσμια οικονομία επιδεινώθηκαν από λάθη πολιτικής.
Έτσι, αντί να αντιμετωπίσουν τα διαρθρωτικά προβλήματα που αποκάλυψε η οικονομική κατάρρευση και η ύφεση που ακολούθησε, οι κυβερνήσεις κατά κύριο λόγο απέφυγαν το πρόβλημα, δημιουργώντας σημαντικούς καθοδικούς κινδύνους, που έκαναν ακόμη μία κρίση αναπόφευκτη.
Και τώρα που (η κρίση) έχει φτάσει, οι κίνδυνοι ενισχύονται ακόμη περισσότερο. Δυστυχώς, ακόμη και αν η Μεγάλη Ύφεση οδηγήσει σε μία μέτρια ανάκαμψη τύπου U φέτος, μία «Μεγαλύτερη Υφεση» τύπου L θα ακολουθήσει αργότερα αυτή τη δεκαετία, λόγω δέκα δυσοίωνων και επικίνδυνων τάσεων, γράφει.
Η πρώτη τάση, όπως αναφέρει ο Ρουμπινί, αφορά τα ελλείμματα και τους συνεπακόλουθους κινδύνους τους:
Χρέη και χρεοκοπίες. Η πολιτική απάντηση στην κρίση της Covid-19 συνεπάγεται τεράστια αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων -της τάξης του 10% του ΑΕΠ ή περισσότερο-, σε μία εποχή που τα επίπεδα δημόσιου χρέους σε πολλές χώρες ήταν ήδη υψηλά, αν όχι μη βιώσιμα.
Ένας δεύτερος παράγοντας, συνεχίζει ο οικονομολόγος, είναι η δημογραφική ωρολογιακή βόμβα στις προηγμένες οικονομίες.
Ένα τρίτο ζήτημα είναι ο αυξανόμενος κίνδυνος αποπληθωρισμού.
Εκτός από την πρόκληση βαθιάς ύφεσης, η κρίση δημιουργεί επίσης μία τεράστια κάμψη στα αγαθά (μη χρησιμοποιούμενα μηχανήματα και δυνατότητες) και στις αγορές εργασίας (μαζική ανεργία), καθώς επίσης οδηγεί σε κατάρρευση τις τιμές σε εμπορεύματα, όπως το πετρέλαιο και τα βιομηχανικά μέταλλα.
Αυτό καθιστά πιθανό τον αποπληθωρισμό, αυξάνοντας τον κίνδυνο αφερεγγυότητας.
Ένας τέταρτος (σχετικός) παράγοντας θα είναι η υποτίμηση νομίσματος, σημειώνει στο άρθρο του ο Ρουμπινί.
Καθώς οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να καταπολεμήσουν τον αποπληθωρισμό και να αποτρέψουν τον κίνδυνο αύξησης των επιτοκίων (μετά τη μαζική αύξηση χρέους), οι νομισματικές πολιτικές θα γίνουν ακόμη πιο αντισυμβατικές και εκτεταμένες.
Βραχυπρόθεσμα, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να διαχειρίζονται δημοσιονομικά ελλείμματα που χρηματοδοτούνται από κεντρικές τράπεζες, για να αποφύγουν την ύφεση και τον αποπληθωρισμό.
Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, οι μόνιμες αρνητικές διαταραχές του εφοδιασμού από την επιταχυνόμενη απο-παγκοσμιοποίηση και τον ανανεωμένο προστατευτισμό θα καταστήσουν αναπόφευκτη τη στασιμότητα.
Ένα πέμπτο ζήτημα, συνεχίζει ο διάσημος οικονομολόγος, είναι η ευρύτερη ψηφιακή αναταραχή της οικονομίας.
Με εκατομμύρια ανθρώπους να χάνουν τις δουλειές τους ή να εργάζονται και να κερδίζουν λιγότερα, το χάσμα στο εισόδημα και τον πλούτο της οικονομίας του 21ου αιώνα θα διευρυνθεί περαιτέρω.
Προκειμένου να προφυλαχθούν από μελλοντικά σοκ της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι εταιρείες στις προηγμένες οικονομίες θα επαναπατρίσουν την παραγωγή, από περιοχές χαμηλού κόστους, σε εγχώριες αγορές που έχουν υψηλότερο κόστος.
Αλλά, αντί να βοηθήσουν τους εργαζόμενους στην πατρίδα τους, αυτή η τάση θα επιταχύνει τον ρυθμό της αυτοματοποίησης, ασκώντας καθοδική πίεση στους μισθούς και θα φουντώσει περαιτέρω τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό και την ξενοφοβία.
Αυτό παραπέμπει στον έκτο σημαντικό παράγοντα: την απο-παγκοσμιοποίηση.
Η πανδημία επιταχύνει τις τάσεις προς τη βαλκανοποίηση και τον κατακερματισμό που είχαν ήδη ξεκινήσει.
Ο αντίκτυπος στη δημοκρατία θα ενδυναμώσει αυτή την τάση.
Οι λαϊκιστές ηγέτες επωφελούνται συχνά από την οικονομική αδυναμία, τη μαζική ανεργία και την αυξανόμενη ανισότητα.
Αυτό δείχνει έναν όγδοο παράγοντα: Το γεωστρατηγικό αδιέξοδο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Η σινοαμερικανική αποσύνδεση στο εμπόριο, στην τεχνολογία, στις επενδύσεις, στα δεδομένα και στις νομισματικές ρυθμίσεις θα ενταθεί.
Το χειρότερο, αυτός ο διπλωματικός χωρισμός θα θέσει τον δρόμο για έναν νέο ψυχρό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και των αντιπάλων τους -όχι μόνο με την Κίνα αλλά και με τη Ρωσία, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, αναφέρει ο Ρουμπινί.
Ένας τελευταίος κίνδυνος, που δεν μπορεί να αγνοηθεί, είναι η περιβαλλοντική διαταραχή, η οποία, όπως έχει δείξει η κρίση της Covid-19, μπορεί να προκαλέσει πολύ μεγαλύτερη οικονομική καταστροφή από μία χρηματοπιστωτική κρίση.
Αυτοί οι 10 κίνδυνοι, που ήδη αναδύονταν μεγάλοι πριν το χτύπημα της Covid-19, απειλούν τώρα να τροφοδοτήσουν μία τέλεια καταιγίδα που θα σαρώσει ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία, σε μία δεκαετία απελπισίας.
Μέχρι το 2030, η τεχνολογία και η πιο ικανή πολιτική ηγεσία ενδέχεται να είναι σε θέση να μειώσουν, να επιλύσουν ή να ελαχιστοποιήσουν πολλά από αυτά τα προβλήματα, δημιουργώντας μία πιο περιεκτική, συνεργατική και σταθερή διεθνή τάξη.
Όμως, κάθε ευτυχισμένο τέλος υποθέτει ότι βρίσκουμε έναν τρόπο να επιβιώσουμε από την επόμενη Μεγαλύτερη Υφεση.
euro2day.gr
Προσθέτει ότι, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09, οι ανισορροπίες και οι κίνδυνοι που κυριαρχούν στην παγκόσμια οικονομία επιδεινώθηκαν από λάθη πολιτικής.
Έτσι, αντί να αντιμετωπίσουν τα διαρθρωτικά προβλήματα που αποκάλυψε η οικονομική κατάρρευση και η ύφεση που ακολούθησε, οι κυβερνήσεις κατά κύριο λόγο απέφυγαν το πρόβλημα, δημιουργώντας σημαντικούς καθοδικούς κινδύνους, που έκαναν ακόμη μία κρίση αναπόφευκτη.
Και τώρα που (η κρίση) έχει φτάσει, οι κίνδυνοι ενισχύονται ακόμη περισσότερο. Δυστυχώς, ακόμη και αν η Μεγάλη Ύφεση οδηγήσει σε μία μέτρια ανάκαμψη τύπου U φέτος, μία «Μεγαλύτερη Υφεση» τύπου L θα ακολουθήσει αργότερα αυτή τη δεκαετία, λόγω δέκα δυσοίωνων και επικίνδυνων τάσεων, γράφει.
Η πρώτη τάση, όπως αναφέρει ο Ρουμπινί, αφορά τα ελλείμματα και τους συνεπακόλουθους κινδύνους τους:
Χρέη και χρεοκοπίες. Η πολιτική απάντηση στην κρίση της Covid-19 συνεπάγεται τεράστια αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων -της τάξης του 10% του ΑΕΠ ή περισσότερο-, σε μία εποχή που τα επίπεδα δημόσιου χρέους σε πολλές χώρες ήταν ήδη υψηλά, αν όχι μη βιώσιμα.
Ένας δεύτερος παράγοντας, συνεχίζει ο οικονομολόγος, είναι η δημογραφική ωρολογιακή βόμβα στις προηγμένες οικονομίες.
Ένα τρίτο ζήτημα είναι ο αυξανόμενος κίνδυνος αποπληθωρισμού.
Εκτός από την πρόκληση βαθιάς ύφεσης, η κρίση δημιουργεί επίσης μία τεράστια κάμψη στα αγαθά (μη χρησιμοποιούμενα μηχανήματα και δυνατότητες) και στις αγορές εργασίας (μαζική ανεργία), καθώς επίσης οδηγεί σε κατάρρευση τις τιμές σε εμπορεύματα, όπως το πετρέλαιο και τα βιομηχανικά μέταλλα.
Αυτό καθιστά πιθανό τον αποπληθωρισμό, αυξάνοντας τον κίνδυνο αφερεγγυότητας.
Ένας τέταρτος (σχετικός) παράγοντας θα είναι η υποτίμηση νομίσματος, σημειώνει στο άρθρο του ο Ρουμπινί.
Καθώς οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να καταπολεμήσουν τον αποπληθωρισμό και να αποτρέψουν τον κίνδυνο αύξησης των επιτοκίων (μετά τη μαζική αύξηση χρέους), οι νομισματικές πολιτικές θα γίνουν ακόμη πιο αντισυμβατικές και εκτεταμένες.
Βραχυπρόθεσμα, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να διαχειρίζονται δημοσιονομικά ελλείμματα που χρηματοδοτούνται από κεντρικές τράπεζες, για να αποφύγουν την ύφεση και τον αποπληθωρισμό.
Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, οι μόνιμες αρνητικές διαταραχές του εφοδιασμού από την επιταχυνόμενη απο-παγκοσμιοποίηση και τον ανανεωμένο προστατευτισμό θα καταστήσουν αναπόφευκτη τη στασιμότητα.
Ένα πέμπτο ζήτημα, συνεχίζει ο διάσημος οικονομολόγος, είναι η ευρύτερη ψηφιακή αναταραχή της οικονομίας.
Με εκατομμύρια ανθρώπους να χάνουν τις δουλειές τους ή να εργάζονται και να κερδίζουν λιγότερα, το χάσμα στο εισόδημα και τον πλούτο της οικονομίας του 21ου αιώνα θα διευρυνθεί περαιτέρω.
Προκειμένου να προφυλαχθούν από μελλοντικά σοκ της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι εταιρείες στις προηγμένες οικονομίες θα επαναπατρίσουν την παραγωγή, από περιοχές χαμηλού κόστους, σε εγχώριες αγορές που έχουν υψηλότερο κόστος.
Αλλά, αντί να βοηθήσουν τους εργαζόμενους στην πατρίδα τους, αυτή η τάση θα επιταχύνει τον ρυθμό της αυτοματοποίησης, ασκώντας καθοδική πίεση στους μισθούς και θα φουντώσει περαιτέρω τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό και την ξενοφοβία.
Αυτό παραπέμπει στον έκτο σημαντικό παράγοντα: την απο-παγκοσμιοποίηση.
Η πανδημία επιταχύνει τις τάσεις προς τη βαλκανοποίηση και τον κατακερματισμό που είχαν ήδη ξεκινήσει.
Ο αντίκτυπος στη δημοκρατία θα ενδυναμώσει αυτή την τάση.
Οι λαϊκιστές ηγέτες επωφελούνται συχνά από την οικονομική αδυναμία, τη μαζική ανεργία και την αυξανόμενη ανισότητα.
Αυτό δείχνει έναν όγδοο παράγοντα: Το γεωστρατηγικό αδιέξοδο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Η σινοαμερικανική αποσύνδεση στο εμπόριο, στην τεχνολογία, στις επενδύσεις, στα δεδομένα και στις νομισματικές ρυθμίσεις θα ενταθεί.
Το χειρότερο, αυτός ο διπλωματικός χωρισμός θα θέσει τον δρόμο για έναν νέο ψυχρό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και των αντιπάλων τους -όχι μόνο με την Κίνα αλλά και με τη Ρωσία, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, αναφέρει ο Ρουμπινί.
Ένας τελευταίος κίνδυνος, που δεν μπορεί να αγνοηθεί, είναι η περιβαλλοντική διαταραχή, η οποία, όπως έχει δείξει η κρίση της Covid-19, μπορεί να προκαλέσει πολύ μεγαλύτερη οικονομική καταστροφή από μία χρηματοπιστωτική κρίση.
Αυτοί οι 10 κίνδυνοι, που ήδη αναδύονταν μεγάλοι πριν το χτύπημα της Covid-19, απειλούν τώρα να τροφοδοτήσουν μία τέλεια καταιγίδα που θα σαρώσει ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία, σε μία δεκαετία απελπισίας.
Μέχρι το 2030, η τεχνολογία και η πιο ικανή πολιτική ηγεσία ενδέχεται να είναι σε θέση να μειώσουν, να επιλύσουν ή να ελαχιστοποιήσουν πολλά από αυτά τα προβλήματα, δημιουργώντας μία πιο περιεκτική, συνεργατική και σταθερή διεθνή τάξη.
Όμως, κάθε ευτυχισμένο τέλος υποθέτει ότι βρίσκουμε έναν τρόπο να επιβιώσουμε από την επόμενη Μεγαλύτερη Υφεση.
euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου