Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Ματιές στο μέλλον.



Αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει η προβλεπόμενη καταιγίδα των καταιγίδων σε παγκόσμιο επίπεδο, με κριτήριο το ότι η επιβράδυνση του διεθνούς εμπορίου οφείλει να ερμηνευθεί ως μία γενικότερη πτώση της παγκόσμιας ζήτησης – πιθανότατα ως αποτέλεσμα της μη ισορροπημένης αναδιανομής των εισοδημάτων, καθώς επίσης της υπερχρέωσης κρατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Είναι αλήθεια η Ελλάδα προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο, γνωρίζοντας πως με κριτήριο τόσο το υπέρογκο δημόσιο, όσο και το τρομακτικό κόκκινο ιδιωτικό της χρέος θεωρείται ως η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία; Πολύ φοβόμαστε πως όχι, ενώ συνεχίζει να ξεπουλάει όλα της τα «ασημικά» σε εξευτελιστικές τιμές, χωρίς να μειώνονται καθόλου τα χρέη της – όταν παράλληλα ευρίσκεται σε πορεία παρακμής και απειλείται με μία υποβάθμιση σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, σε σχέση με την παγκόσμια κοινωνία των Εθνών.    

.Ανάλυση

Όπως η ΔΕΗ (η οποία κυριολεκτικά λεηλατείται από τους ιδιώτες προσφέροντας τους ηλεκτρισμό κάτω από το κόστος που, μεταξύ άλλων, τον εξάγουν στις γύρω χώρες εις υγεία των κορόιδων) θα ξεπουλήσει τα υπόλοιπα ασημικά της, κυρίως τα δίκτυα και τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια για να αποφύγει τον ξαφνικό θάνατο της, έτσι και η Ελλάδα – με τις εκποιήσεις των ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ, Ελευθέριος Βενιζέλος, ΕΛΠΕ κοκ.
Με απλά λόγια, τόσο η ΔΕΗ, όσο και  η χώρα μας θα αλλάξουν ιδιοκτησιακό καθεστώς, για να μην καταρρεύσουν – μία διαδικασία που ήδη επιταχύνεται από τη νέα κυβέρνηση, μεταξύ άλλων για να επιτύχει τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης που έχει υποσχεθεί. Όσον αφορά δε το σχέδιο που έχει προταθεί για τη διάσωση της μεγαλύτερης ελληνικής εταιρείας (πώληση μέρους του ΔΕΔΔΗΕ, τιτλοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών, αύξηση της τιμής του ρεύματος που θα εξισορροπηθεί από τη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ και περιορισμός του προσωπικού), εάν παραμείνει η υποχρέωση μείωσης του μεριδίου της στο 50% έως το 2020, δεν πρόκειται να έχει αποτέλεσμα – θυμίζοντας πως όταν μία εταιρεία πουλάει τα κερδοφόρα τμήματα της (ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ), τότε μένει με τα ζημιογόνα και σάπια, οπότε είναι δεδομένο το μέλλον της.
Μπορεί λοιπόν να πανηγυρίζει η κυβέρνηση για την πτώση των επιτοκίων των δεκαετών ομολόγων της χώρας μας κάτω του 2%, αλλά τα προβλήματα ευρίσκονται αλλού – ενώ ξεχνάει ίσως να ενημερώσει τους Έλληνες πως πάνω από 13 δις $ ομολόγων παγκοσμίως διαπραγματεύονται με αρνητικά επιτόκια, ενώ της Πορτογαλίας στο 0,44%, της Ισπανίας στο 0,35% κοκ. Η αιτία είναι προφανώς η ύφεση που προβλέπεται για το μέλλον, η οποία θα μπορούσε να συνοδευτεί από ένα παγκόσμιο κραχ τεραστίων διαστάσεων – ενώ δυστυχώς οι περισσότεροι εξετάζουν τα ονομαστικά επιτόκια και όχι τα πραγματικά (=αφαιρουμένου του πληθωρισμού), όπως θα έπρεπε.
Ειδικότερα, εκτός του ότι ήδη από το 2018 η γερμανική βιομηχανία έπαψε να αναπτύσσεται, το παγκόσμιο εμπόριο έχει εισέλθει σε μία φάση επιβράδυνσης – αφού μετά την πτώση του στο 2,3% και στο 1,6% τα έτη 2015 και 2016, καθώς επίσης την άνοδο του στο 4,6% το 2017, υποχώρησε ξανά το 2018 στο 3% σύμφωνα με τον ΠΟΕ (γράφημα, πηγή Ghosh, Chandrasekhar).
Το κυριότερο όμως, η επιβράδυνση των τελευταίων τριμήνων ήταν σημαντικά ισχυρότερη – σύμφωνα με το Ολλανδικό γραφείο σχεδιασμού (CPB) από το 1,1% το τρίτο τρίμηνο του 2018, στο -0,6% στο τέταρτο και στο -0,3% στο πέμπτο (γράφημα). Την ίδια στιγμή οι προβλέψεις είναι επίσης απαισιόδοξες – όπως αυτή του δείκτη «Trade Outlook» που δημοσίευσε ο ΠΟΕ το Μάιο, ο οποίος ευρίσκεται κάτω από το 100 (96,3) ή στη χαμηλότερη τιμή του μετά το 2010. Η δήλωση δε του ΠΟΕ ήταν η εξής: «Οι προοπτικές για το παγκόσμιο εμπόριο θα μπορούσαν να επιδεινωθούν περαιτέρω, εάν οι υφιστάμενες εμπορικές εντάσεις δεν επιλυθούν ή εάν η Πολιτική δεν αντιδράσει απέναντι στις διαφοροποιημένες μακροοικονομικές συνθήκες«.
Περαιτέρω, οι εντάσεις που προκαλούνται από τις Η.Π.Α. στον εμπορικό και τεχνολογικό πόλεμο που διεξάγουν εναντίον της Κίνας (στόχος τους είναι επίσης η Γερμανία, ενώ επιδιώκουν ένα «σκληρό BREXIT», από το οποίο οι μεγάλοι ωφελημένοι θα ήταν οι ίδιες και οι μεγάλοι ζημιωμένοι η Ιρλανδία και η ΕΕ, γράφημα), θεωρούνται ως η βασική αιτία της επιβράδυνσης – με την σταδιακή κλιμάκωση των φόρων εισαγωγής και με τις επιθέσεις τους εναντίον του τηλεπικοινωνιακού γίγαντα της Κίνας (HUAWEI), ο οποίος κινδυνεύει να παραλύσει.
Εν προκειμένω, η Κίνα θα μπορούσε να είναι ο μεγάλος χαμένος του εμπορικού πολέμου, με κριτήριο το ότι οι εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στις Η.Π.Α. από 52,2 δις $ τον Οκτώβρη του 2018 μειώθηκαν στα 31,2 δις $ το Μάρτιο του 2019 – έναντι 38,3 δις $ τον ίδιο μήνα του προηγουμένου έτους (γράφημα, πορτοκαλί στήλες). Αντίθετα, οι εξαγωγές των Η.Π.Α. στην Κίνα (μπλε στήλες) περιορίστηκαν μόλις στα 10,4 δις $ τον ίδιο μήνα, από 12,4 δις $ το Μάρτιο του 2018 – μεταξύ άλλων επειδή η Κίνα αντέδρασε πολύ προσεκτικά στις «προβοκάτσιες» της κυβέρνησης Trump, λόγω της μεγαλύτερης εξάρτησης της από τις εξαγωγές στις Η.Π.Α. (ενώ την ίδια στιγμή προσπαθεί να δώσει μεγαλύτερο βάρος στην εγχώρια κατανάλωση, για να στηρίξει το ρυθμό ανάπτυξης της).
Συνεχίζοντας, οι Η.Π.Α. αιτιολογούν την επιθετική πολιτική τους κατηγορώντας την Κίνα για αμφιλεγόμενες ενέργειες – όπως είναι οι αθέμιτοι εμπορικοί νόμοι και πρακτικές της χώρας, η «υπεξαίρεση» της πνευματικής ιδιοκτησίας των αμερικανικών εταιρειών, τα μέτρα που απειλούν την εθνική τους ασφάλεια κλπ. Το γεγονός αυτό θα έχει συνέπειες, επακόλουθα καλύτερα και σε άλλες χώρες, ειδικά στην ΕΕ, στις οποίες θα επιβληθούν παρόμοια μέτρα – όπως στη Γερμανία που χρησιμοποιεί τόσο την ΕΚΤ, όσο και την υπερχρέωση/κατοχή κρατών σαν την Ελλάδα για να διατηρεί υποτιμημένο το ευρώ, αυξάνοντας αθέμιτα την ανταγωνιστικότητα της.
Υπενθυμίζουμε εδώ πως η Κίνα, λόγω του ραγδαίου ρυθμού ανάπτυξης της, της αυξημένης ζήτησης για πρώτες ύλες και για ενδιάμεσα προϊόντα, καθώς επίσης εξαιτίας του ρόλου της ως εξαγωγική πλατφόρμα για παγκόσμιες παραγωγικές αλυσίδες, αποτελούσε στην τελική φάση μία σημαντική πηγή ζήτησης στη διεθνή οικονομία. Επομένως, η μείωση του κινεζικού εμπορίου που οφείλεται στα μέτρα των Η.Π.Α. επιδρά αυτόματα αρνητικά στο παγκόσμιο εμπόριο – αν και ο εμπορικός πόλεμος  της Κίνας με τις Η.Π.Α. δεν είναι ο μοναδικός λόγος της επιβράδυνσης.

Η αιτία της παγκόσμιας επιβράδυνσης

Περαιτέρω, οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου δεν μπορούν να μετρηθούν επακριβώς – οπότε δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί σε ποιο βαθμό η σύγκρουση θα συμβάλει στην επιβράδυνση του παγκοσμίου εμπορίου. Πόσο μάλλον όταν δεν θα έχει μόνο αρνητικές συνέπειες αλλά και θετικές – όσον αφορά την ανάπτυξη εντός και εκτός της Κίνας. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να οδηγήσει εν πρώτοις σε μία «παράκαμψη» των εξαγωγών μεταξύ των Η.Π.Α. και της Κίνας – με την έννοια της απομάκρυνσης από κινέζους και αμερικανούς εξαγωγείς, οπότε με την αντικατάσταση τους από προμηθευτές τρίτων χωρών.
Εάν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε ο συνολικός όγκος του παγκοσμίου εμπορίου θα μείνει αμετάβλητος – ενώ από την άλλη πλευρά θα μπορούσαν να ωφεληθούν οι αμερικανοί και οι κινέζοι παραγωγοί που υπέφεραν από τον ανταγωνισμό των εισαγομένων προϊόντων, από τον προστατευτισμό (δασμοί) των χωρών τους. Ως εκ τούτου οι αρνητικές συνέπειες των προστατευτικών μέτρων θα ισορροπούσαν από τις θετικές – οπότε τα αποτελέσματα θα ήταν ουδέτερα στο σύνολο τους (αν και με ωφελημένους τους παραγωγούς, αλλά με ζημιωμένους τους εισαγωγείς).
Συμπερασματικά λοιπόν, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλους αυτούς τους παράγοντες, σε συνδυασμό με το ότι οι συνέπειες του εμπορικού πολέμου δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, η παραπάνω επιβράδυνση του παγκοσμίου εμπορίου οφείλει να ερμηνευθεί ως μία γενικότερη πτώση της παγκόσμιας ζήτησης – πιθανότατα ως αποτέλεσμα της μη ισορροπημένης αναδιανομής των εισοδημάτων, καθώς επίσης της υπερχρέωσης κρατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Άλλωστε η μείωση της αύξησης των εισαγωγών είναι ορατή σε όλες τις χώρες, με εξαίρεση μόνο τις Η.Π.Α. και την Ιαπωνία που έχουν ακολουθήσει μία έντονα επεκτατική νομισματική πολιτική – ιδίως στη ζώνη του ευρώ, σε άλλες προηγμένες οικονομίες, στην Ανατολική Ευρώπη και στη Λατινική Αμερική, ενώ στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή είναι στάσιμες. Μία ακόμη καλύτερη εικόνα δίνεται από την αύξηση της αξίας των εισαγωγών – κυρίως των τιμών της ενέργειας που από πτώση -14,6% το 2016, σημείωσαν άνοδο 22,2% το 2017 και 27,2% το 2018.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι, ο ρυθμός αύξησης του όγκου των εισαγωγών επιβραδύνεται αισθητά κυρίως στις αναδυόμενες αγορές της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής – οπότε διαπιστώνεται μία απώλεια δυναμικής σε εκείνα τα κράτη που θεωρήθηκαν ως νέα πηγή ανάπτυξης μετά την κρίση του 2008. Στην πρώτη γραμμή ευρίσκεται η Κίνα, στην οποία οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 4,8% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος – ενώ κράτη όπως η Αργεντινή, η Βραζιλία ή η Τουρκία είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση, από ότι πιστεύουμε.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, όλα όσα αναφέραμε τεκμηριώνουν πως είμαστε αντιμέτωποι με μία παγκόσμια ύφεση – με μία πτώση της ζήτησης διεθνώς που οδηγεί στην απώλεια της δυναμικής της ανάπτυξης. Η αποτυχία αυτή (η οποία δεν έχει καταγραφεί επαρκώς στα στοιχεία του ΑΕΠ του ΔΝΤ για το πρώτο τρίμηνο του 2019 οδηγώντας σε λανθασμένα θετικότερες εκτιμήσεις των προοπτικών της παγκόσμιας ανάπτυξης), αποδίδεται στις προβληματικές πολιτικές των κυριότερων χωρών του ΟΟΣΑ – οι οποίες έχουν στηριχθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου σε αμφιλεγόμενα νομισματικά μέτρα, για την καταπολέμηση της κρίσης του 2008.
Στα πλαίσια αυτά, αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει η προβλεπόμενη καταιγίδα των καταιγίδων σε παγκόσμιο επίπεδο – υπενθυμίζοντας τα λόγια του προέδρου του διεθνούς συμβουλίου της επιτροπής του Bretton Woods, σύμφωνα με τον οποίο τα εξής: «Η ιστορία έχει αποδείξει ότι, μία εθνικιστική, απομονωτική, προστατευτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση άλλων χωρών του πλανήτη, μπορεί να οδηγήσει και συχνά οδήγησε σε αστάθεια, συγκρούσεις και παγκοσμίους πολέμους».

Είναι αλήθεια η Ελλάδα προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο, γνωρίζοντας πως με κριτήριο τόσο το υπέρογκο δημόσιο, όσο και το τρομακτικό κόκκινο ιδιωτικό της χρέος θεωρείται ως η πιο χρεοκοπημένη χώρα στην παγκόσμια ιστορία; Πολύ φοβόμαστε πως όχι, όταν συνεχίζει να ξεπουλάει όλα της τα ασημικά σε εξευτελιστικές τιμές, χωρίς να μειώνονται καθόλου τα χρέη της – ενώ ευρίσκεται σε πορεία παρακμής και απειλείται με μία υποβάθμιση σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, σε σχέση την παγκόσμια κοινωνία των Εθνών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου