Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

Τι κρύβεται πίσω από την ιδιαίτερη σχέση Κίνας-Ρωσίας;

Συγγραφέας: Bob Savic
Σε μετάφραση της Έλενας Μιχαηλίδη, Ερευνητική Ομάδα SAFIA
Σε επιμέλεια της Σοφίας Γκαβαρδίνα, Συντονίστρια Ερευνητικής Ομάδας SAFIA –τομέας Κίνας
Πρώτη δημοσίευση:  The Diplomat
Από το Timelink.gr
 
Η άνοδος μιας περισσότερο πολιτικά και στρατιωτικά δυναμικής Ρωσίας και μιας οικονομικά και θεσμικά ανερχόμενης Κίνας μπορεί να θεμελιώσει το ότι είναι οι δυο κυρίαρχες δυνάμεις που αμφισβητούν τις ΗΠΑ στα πλαίσια της διαμόρφωσης παγκόσμιας πολιτικής.

Οι στρατηγικές της Κίνας και Ρωσίας για διεθνή επέκταση, σε κάθε έναν από τους αντίστοιχους τομείς όπου έχουν εξειδικευμένη πολιτική, δεν είναι απαραίτητα αλληλοαποκλειόμενες. Αναμφίβολα, η ενεργή συμμετοχή και των δύο χωρών στη διεθνή σκηνή δεν είναι μόνο συμπληρωματική, αλλά  σε μεγάλο βαθμό άμεσα και έμμεσα  προωθητική των ολοένα και περισσότερο κοινά καθορισμένων συμφερόντων και των δύο.
Η αυξανόμενη διεθνής σημασία των πολιτικών και οικονομικών βασικών προτεραιοτήτων μεταξύ Κίνας και Ρωσίας θα πρέπει να θεωρηθεί ως σημαντικός παράγοντας στην πρόοδο της διαμόρφωσης παγκόσμιας πολιτικής.
Σχέσεις Κίνας-Ρωσίας πριν το 2014
Η Κίνα και η Ρωσία έχουν διαμορφώσει τις οικονομικές και πολιτικές τους σχέσεις σε μεγάλο βαθμό με βάση την ανάπτυξη μιας σειράς στρατηγικών συνεργασιών. Αν και δεν υπάρχει κάποιο «μοντέλο» στρατηγικής συνεργασίας, υπό την έννοια ότι οι όροι γίνονται αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης με το εκάστοτε κράτος-συνεργάτη, και οι δύο χώρες έχουν ενσωματώσει βασικές αρχές σε κάθε συνεργασία.
Ακολουθώντας δύο συμφωνίες συνεργασίας το 1994 και το 1996 και μια συνθήκη Φιλίας και Συνεργασίας το 2001, η ολοκληρωμένη στρατηγική συνεργασία του 2012 (Σύμφωνο Στρατηγικής Συνεργασίας του 2012), υπογράμμισε τις βασικές αρχές του κοινού ωφέλους, της αμφιμερούς εμπιστοσύνης και της ισότητας, σε συνδυασμό με την θέση συγκεκριμένων οικονομικών στόχων στις διμερείς σχέσεις Κίνας-Ρωσίας.
Ειδικότερα, αν και το Σύμφωνο Στρατηγικής Συνεργασίας του 2012,το οποίο υπεγράφη από τον πρόεδρο Hu Jintao, τον τότε πρόεδρο της Κίνας, και το Ρώσο πρόεδρο Vladimir Putin, είχε ως στόχο να παρέχει τη βάση για την εδραίωση σχέσεων μιας περιόδου πάνω από 10 χρόνια, αντικαταστάθηκε πρώιμα από τη συμφωνία του 2014 που καλούσε για ένα νέο στάδιο στην ολοκληρωμένη στρατηγική συνεργασία,το Σύμφωνο Στρατηγικής Συνεργασίας του 2014.
Μετά την κρίση στην Ουκρανία
Το Σύμφωνο Στρατιωτικής Συνεργασίας του 2014, που επικυρώθηκε σύντομα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας ενόψει επιβολής των κυρώσεων των ΗΠΑ και της ΕΕ στη Ρωσία, θεωρείται ευρέως ως το ανώτερο από άποψη βάθους και εύρους σχέσεων οικονομικών, πολιτικών, και ασφαλείας από οποιοδήποτε από τις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στο δίκτυο στρατηγικών συνεργασιών της Κίνας ή της Ρωσίας.
Μια περαιτέρω συμφωνία με τη μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρία της Ρωσίας, την κρατική Rosneft, η οποία περιελάμβανε οικονομικές συμφωνίες με τη CNPC για να προμηθεύει πετρέλαιο αξίας μέχρι 500 εκατομμυρίων δολλαρίων από τη μεγαλύτερη πετρελαιοπηγή της Ρωσίας, καθιερώθηκε επίσης σύντομα, δίνοντας μελλοντικά την δυνατότητα στη Ρωσία να ξεπεράσει τη Σαουδική Αραβία ως βασικό προμηθευτή πετρελαίου της Κίνας.
Από το 2014, και ιδιαίτερα το 2015, η Ρωσία έχει γίνει ένας από τους 5 μεγαλύτερους αποδέκτες εξερχόμενων διασυνοριακών επενδύσεων σε σχέση με το πρόγραμμα Belt and Road Initiative (BRI), που συνδέει την Ασία με την Ευρώπη. Παράλληλα, η Κίνα ήταν ο μεγαλύτερος συνεργάτης της Ρωσίας στα πλαίσια του διμερούς εμπορίου το 2015: παρά το γεγονός ότι σε γενικά πλαίσια η διμερής εμπορική δραστηριότητα με κριτήριο το αμερικανικό δολάριο υπέστη πτώση (κυρίως εξαιτίας της κατακόρυφης πτώσης που υπέστησαν το ρούβλι και το yuan) σε σχέση με το 2014, οι εμπορικές ροές συνέχισαν να εντείνονται.
Ενσωματώνοντας πολιτικα συμφέροντα υφηλού επιπέδου
Από το σύμφωνο Στρατηγικής Συνεργασίας του 2014, ενόψει της σύσφιξης σχέσεων μεταξύ του Putin και του Xi, έχουν διευρυνθεί ευρέως οι διμερείς τους σχέσεις πέρα από την εστίαση αμιγώς σε οικονομικά συμφέροντα. Αυτή η κατάσταση έχει βασιστεί στην αμοιβαία υποστήριξη σχετικά με τα «θεμελιώδη συμφέροντα» της κάθε χώρας συμπεριλαμβανομένης της «ενδυνάμωσης της στενής συνεργασίας τους στην εξωτερική πολιτική». Έχουν επίσης τοποθετηθεί από κοινού για την αναδιαμόρφωση της διεθνούς χρηματοοικονομικής αρχιτεκτονικής έτσι ώστε να συμβαδίσει με την γρήγορα μεταβαλλόμενη παγκόσμια πραγματική οικονομία.
Η σχέση μεταξύ Κίνας και Ρωσίας έχει, για αυτόν τον λόγο εξελιχθεί σε εντατική συνεργασία στα πολιτικά θέματα τα τελευταία δύο χρόνια. Η βασικότερη ανάμεσα σε αυτές τις εξελίξεις ήταν η ανακοίνωση της 8ης Μαΐου  2015 στη Μόσχα, στα πλαίσια της ετήσιας παρέλασης σε ανάμνηση του τέλους του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, σχετικά με το σχέδιο συνένωσης του Κινεζικού BRI με την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (EEU) της Ρωσίας.
Το BRI περιλαμβάνει την Οικονομική Ζώνη του Δρόμου του Μεταξιού και το Θαλάσσιο Δρόμο του Μεταξιού του 21ου αιώνα, με την προοπτική της ανάπτυξης ενός δικτύου εμπορίου και υποδομών που θα συνδέει την Ασία με την Ευρώπη και την Αφρική πάνω στις διαδρομές του αρχαίου Δρόμου του Μεταξιού. Η EEU συνενώνει την Αρμενία, τη Λευκορωσία, το Καζακστάν, το Κιργιστάν και τη Ρωσία σε ένα εσωστρεφές εμπορικό δίκτυο.
H πολιτική του Πεκίνου ως προς την ενσωμάτωση του BRI, του εμβληματικού διεθνούς αναπτυξιακού του προγράμματος, με τη Ρωσική EEU, αντιτίθετο πλήρως στο πρόγραμμα Ανατολικής Συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Το τελευταίο πρόγραμμα απαιτούσε από αυτές τις χώρες να ενταχθούν σε οικονομικές και πολιτικές ενώσεις και να εγκαταλείψουν τις εμπορικές συμφωνίες  και τις πολιτικές τους σχέσεις με τη Ρωσία.
Περαιτέρω αποδείξεις για τις ενισχυμένες, υψηλού επιπέδου πολιτικές σχέσεις μεταξύ Κίνας και Ρωσίας παρουσιάστηκαν στις διεθνείς οικονομικές αγορές, με τη συμφωνία μετατροπής ποσού ύψους 6 δισεκατομμυρίων yuan σε «Baikalbonds» (ρωσικό κρατικό ομόλογο που εκδίδεται στη Ρωσία και εκφράζεται σε yuan). Τα μέλη της συμφωνίας αποτελούσαν η κινεζική εταιρία ICBC και η κρατική Gazprombank -η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα της Ρωσίας, στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις των ΗΠΑ από τον Ιούλιο του 2014. Αυτή η έκδοση offshore ξένων κρατικών ομολόγων σε yuan ήταν η μεγαλύτερη που έχει υπάρξει, ξεπερνώντας την προηγούμενη έκδοση κρατικών ομολόγων ύψους 3 δισεκατομμυρίων yuan στη Βρετανική κυβέρνηση.
Εντατικοποίηση της διμερούς συνεργασίας σε πολυμερείς οργανισμούς
Στη σύνοδο κορυφής G20 στη Hangzhou, που έλαβε χώρα τον Σεπτέμβριο του 2016, ο διάλογος μεταξύ Κίνας και Ρωσίας αποτέλεσε θέμα ατζέντας υψηλού επιπέδου για τους 2 πολιτικούς ηγέτες. Ο διάλογος επικεντρώθηκε, ειδικά, σε αρχές όπως το «κράτος δικαίου» στην προώθηση φορολογικών και νομικών εννοιών για την ενίσχυση επενδύσεων, την προστασία των επενδύσεων, τις ιδιωτικοποιήσεις, και την παροχή κρατικών εγγυήσεων για τη χρηματοδότηση σχεδίων. Διεξήχθη επίσης διάλογος για την γεφύρωση των διαφορετικών ερμηνειών που έδωσε η κάθε πλευρά σε νομικές έννοιες, όπως τη σύμπραξη δημοσίου-ιδιωτικού τομέα και τις συμβάσεις παραχώρησης.
Στο επίπεδο της Οργάνωσης Συνεργασίας της Σανγκάης (SCO), οι προτάσεις του Putin και του Xi για την ενσωμάτωση της Κινεζικής BRI με την κατευθυνόμενη από τη Ρωσία EEU έπαιξαν ρόλο-κλειδί στην σημαντική ενίσχυση της SCO. Αν και η SCO είναι οργάνωση ξεχωριστή της BRI και της EEU, αντιμετωπίζεται ολοένα και περισσότερο από κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο ως ένας οργανισμός που αντικατοπτρίζει την πολιτική και οικονομική ανέλιξη της περιοχής της Ευρασίας. Εν μέρει, ως αποτέλεσμα, η Ινδία και το Πακιστάν, που προς το παρόν έχουν το status επιτηρητή στη SCO, έχουν υποβάλει αιτήσεις για να γίνουν πλήρη μέλη, οι οποίες αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τις αρχές του 2017. Ακόμη, ένας αυξανόμενος αριθμός χωρών από όλο τον κόσμο έχουν ζητήσει επίσης να ενταχθούν στον οργανισμό.
Η τριμερής κοινοπραξία μεταξύ Ρωσίας-Ινδίας-Κίνας (RIC) θεωρείται από τους συμμετέχοντες σε αυτή ως μια σημαντική συμφωνία για την επίτευξη πολιτικής σταθερότητας, τόσο παγκοσμίως όσο και στην περιοχή. Οι σχέσεις Ινδίας-Ρωσίας έχουν παραμείνει ισχυρές για μερικές δεκαετίες, με τη Ρωσία να είναι ο μεγαλύτερος συνεργάτης της Ινδίας στους τομείς της άμυνας και της πυρηνικής ενέργειας. Ωστόσο, αν και οι σχέσεις Κίνας-Ρωσίας έχουν ξεκάθαρα βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, η σχέση Κίνας-Ινδίας έχει κατά κάποιο τρόπο μεσολαβήσει στην εξέλιξη των δύο άλλων παραγόντων του τριγώνου. Συνεπώς, η Ρωσία έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο να φέρει τις δύο πλευρές πιο κοντά με τις ενέργειές της στην κοινοπραξία RIC.
Στη διάσκεψη της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC) που έλαβε χώρα πρόσφατα, το Νοέμβριο του 2016 στο Περού, οι Putin και Xi επανέλαβαν τη στενή τους συνεργασία και την τρέχουσα επικοινωνία σε θέματα πολιτικής με διεθνή διάσταση. Συμφώνησαν να προωθήσουν τη συμμαχία της APEC με την ενίσχυση στρατηγικών τοπικής και οικονομικής ανάπτυξης. Αυτό περιελάμβανε την στήριξή τους για μια ζώνη ελεύθερων συναλλαγών Ασίας-Ειρηνικού για όλα τα 21 κράτη-μέλη. Η κοινή τους υποστήριξη για τοπικό ελεύθερο εμπόριο ήρθε στα πρόθυρα της ενδεχόμενης αποχώρησης του εκλεγέντος Προέδρου των Η.Π.Α. Donald Trump από την συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών στα πλαίσια της Trans-Pacific Partnership -μια κλειστής συμμαχίας υπό την καθοδήγηση των Η.Π.Α. που περιλαμβάνει 12 κράτη και από τις δύο πλευρές του Ειρηνικού.
Κοινή συνεργασία για το στρατό και την ασφάλεια
Ένα σημαντικό στοιχείο για τα αμυντικά και γεωπολιτικά ενδιαφέροντα της Κίνας και της Ρωσίας έχουν αποτελέσει τα αυξανόμενα επίπεδα της επίσημης υποστήριξης που παρέχουν μεταξύ τους για την ασφάλεια, που ολοένα και συχνότερα προσδιορίζονται ως ανησυχίες για κοινή αμυντική δράση. Η πιο πρόσφατη εμφανής επιβεβαίωση αυτής της θέσης ήρθε με τη μορφή της κοινής αντίθεσης Κίνας και Ρωσίας για τον αφοπλισμό του αντιπυραυλικού συστήματος (THAAD) στη Νότια Κορέα, μια απόφαση που λήφθηκε στα μέσα του 2016. Και οι δύο κυβερνήσεις έχουν προειδοποιήσει ότι ο THAAD αποτελεί κίνδυνο για την πυροδότηση ανταγωνισμού στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού που δυνητικά θα αποσταθεροποιήσει την περιοχή.
Ομοίως, η Κίνα και η Ρωσία έχουν αυξήσει τις κοινές στρατιωτικές τους δραστηριότητες συμπεριλαμβανομένων των κοινών ναυτικών δραστηριοτήτων στη Νότια Σινική θάλασσα φέτος. Σύμφωνα με ανώτατους αξιωματούχους στην Κεντρική Στρατιωτική Επιτροπή της Κίνας και στο Υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας, μιας και οι δύο πλευρές έρχονται αντιμέτωπες με ένα πιο σύνθετο διεθνές περιβάλλον ασφαλείας, μια πιο στενή στρατιωτική συνεργασία θεωρείται ευρέως ενδεδειγμένη.
Η ρωσική κυβέρνηση έχει επίσης εκφράσει την υποστήριξή της για τη θέση της κινεζικής κυβέρνησης στο ζήτημα της Νότιας Σινικής θάλασσας, έχοντας δηλώσει υπέρ της στάσης του Πεκίνου ενάντια των επεμβάσεων από δυνάμεις εκτός της περιοχής. Με τη σειρά της, η Κίνα έχει εκφράσει με δηλώσεις της την υποστήριξή της, τονίζοντας την κατανόησή της για την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία -κυρίως αποδίδοντας την κίνηση στους ιστορικούς δεσμούςπου ενώνουν την Κριμαία με τη Ρωσία-, ενώ υποστηρίζει την εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία, και παράλληλα ζητά πολιτική διευθέτηση για τη λήξη του πολέμου.
Μακροπρόθεσμες δυσκολίες
Πιθανότατα η πιο σοβαρή υπονόμευση στη σχέση Κίνας-Ρωσίας θα μπορούσε να προέλθει από την ίδια της την επιτυχία. Καθώς οι δύο χώρες ολοκληρώνουν πιο γρήγορα τα εθνικά τους προγράμματα και  τα μεταναστευτικά ρεύματα εντατικοποιούνται, πιθανότατα να υπάρξει αυξανόμενη ανησυχία στη Ρωσία περί μιας «Κινεζικής κατάληψης» της αραιοκατοικημένης ρωσικής Άπω Ανατολής και άλλων περιοχών της Σιβηρίας.
Αν το παραπάνω αποτελέσει τη δυσκολότερη πρόκληση για την πρόοδο των σχέσεων Κίνας και Ρωσίας -υπό το φως της δημοτικότητας του εθνικιστικού κόμματος της ρωσικής αντιπολίτευσης στις περιοχές της Άπω Ανατολής και της Σιβηρίας κατά τη διάρκεια των εκλογών για τη Δούμα το 2016 -έπειτα και οι δύο πλευρές θα πρέπει να σκεφτούν από κοινού να ανανεώσουν την οργάνωση και παρακολούθηση των μεταναστευτικών ρευμάτων.
Συμπέρασμα
Με εφαλτήριο την ενίσχυση των προσωπικών σχέσεων μεταξύ Xi και Putin, το εύρος και βάθος των σχέσεων Κίνας-Ρωσίας έχει έχει επεκταθεί σε πολλούς τομείς χάραξης κυβερνητικής και θεσμικής πολιτικής. Έχουν συμπεριληφθεί οι κεντρικές κυβερνήσεις των δύο χωρών, καθώς και οι τοπικές και περιφερειακές κυβερνήσεις, σε συνδυασμό με τον αυξανόμενα σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι κρατικές και οι ιδωτικές εταιρίες και διάφοροι παράγοντες της αστικής κοινωνίας.

Ως αποτέλεσμα, η ταχύτητα και η κλίμακα της σχέσης μπορεί πιο εύστοχα να περιγραφεί ως «επαναστατική» παρά ως προοδευτική. Ξεκάθαρα, εξωτερικοί παράγοντες όπως η κρίση στην Ουκρανία υπήρξαν κρίσιμοι στο να απομακρύνουν την ρωσική ηγεσία από τις μετα-Σοβιετικές της σχέσεις με τη δυτική Ευρώπη. Ο βαθμός με τον οποίο ο ρωσικός λαός θα υποστήριζε τη στροφή της κυβέρνησής του από τη Δύση στην Ανατολή, ωστόσο, τίθεται προς αμφισβήτηση. Μολαταύτα, ο κρατικός ακτιβισμός που υποκινείται από τις Κίνα και Ρωσία στην προώθηση αυτής της διαδικασίας, έχει, μέχρι τώρα, επιφέρει έναν ορισμένο βαθμό επιτυχίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου