Στα πρώτα στάδια της ευρωπαϊκής κρίσης, οι περισσότερες απειλές για την επιβίωση του μπλοκ έρχονταν από την περιφέρεια. Τότε, ο προεξάρχων φόβος ήταν
πως μια οικονομική καταστροφή σε κάποια χώρα-μέλος από τον νότο –μια
χρεοκοπία στην Ελλάδα ή στην Πορτογαλία για παράδειγμα- θα μπορούσε να
οδηγήσει στην κατάρρευση της ευρωζώνης, βλάπτοντας στην πορεία χώρες του βορρά όπως η Γερμανία και η Ολλανδία.
Στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της Αυστρίας, που πραγματοποιήθηκε στις 24 Απριλίου, οι ψηφοφόροι έδειξαν την έκταση της δυσαρέσκειά τους με τα παραδοσιακά κόμματα. Για πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 ο πρόεδρος της χώρας δεν θα είναι μέλος των παραδοσιακών κεντροαριστερών Σοσιαλδημοκρατών ή του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος. Αντιθέτως, οι υποψήφιοι από το εθνικιστικό Κόμμα της Ελευθερίας και από το Κόμμα των Πρασίνων, έχοντας λάβει πάνω από το 36% και περίπου 20% των ψήφων αντίστοιχα, θα έρθουν αντιμέτωποι στον δεύτερο γύρο των εκλογών στις 22 Μαΐου. Αν και ο ρόλος του προέδρου είναι τυπικός, ωστόσο η ψήφος στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην μετριοπαθή κυβέρνηση της Βιέννης.
Μια ευρεία κίνηση προς τον εθνικισμό στην πολιτική σκηνή της Αυστρίας θα είχε επίπτωση σε αρκετά ευρωπαϊκά ζητήματα, περιλαμβανομένης της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης και των προγραμμάτων διάσωσης προβληματικών χωρών της ευρωζώνης. Η Αυστρία είναι μια από τις χώρες που επηρεάζονται περισσότερο από την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση: οι στατιστικές δείχνουν πως το 2015 οι αιτήσεις για άσυλο υπερέβησαν τις γεννήσεις στη χώρα.
Μέχρι τώρα, ως απάντηση στην αύξηση της μετανάστευσης, η Βιέννη έχει εφαρμόσει διάφορα αμφιλεγόμενα, μονομερή μέτρα, κλείνοντας τα σύνορα με τη Σλοβενία, εφαρμόζοντας ποσόστωση στις αιτήσεις ασύλου και απειλώντας να επαναφέρει τους συνοριακούς ελέγχους στα σύνορα με την Ιταλία. Τώρα, δεδομένης της πρόσφατης επιτυχίας του αντιμεταναστευτικού Κόμματος της Ελευθερίας, η κυβέρνηση της Βιέννης ίσως συνεχίσει να σκληραίνει τη στάση της. Αν τα παραδοσιακά κόμματα της Αυστρίας αντιληφθούν πως τα ισχυρά εκλογικά αποτελέσματα του Κόμματος της Ελευθερίας θέτουν σε κίνδυνο τις δικές τους προοπτικές –ιδιαίτερα εν όψει των γενικών εκλογών του 2018- τότε ίσως προσπαθήσουν να υιοθετήσουν και αυτά μια πιο εθνικιστική ατζέντα.
Η Ιταλία είναι μεταξύ των χωρών που ανησυχούν περισσότερο για την τάση αυτή, φοβούμενη πως η Βιέννη μπορεί να κλείσει τα σύνορά της ως απάντηση στην λαϊκή απαίτηση. Αυτό θα «έκοβε» μια από τις βασικές μεταναστευτικές οδούς μεταξύ της Ιταλίας και της Βόρειας Ευρώπης, που, με τη σειρά του, θα μπορούσε να οδηγήσει απομωνομένους πρόσφυγες/μετανάστες να κατασκηνώσουν στα σύνορα Ιταλίας-Αυστρίας. Επιπλέον, το κλείσιμο συνόρων, ή ακόμα και οι συνοριακοί έλεγχοι, θα έπλητταν το διμερές εμπόριο και θα έκαναν ακόμα εντονότερη την κυκλοφοριακή συμφόρηση σε μια από περιοχές της Ευρώπης με τη μεγαλύτερη διέλευση.
Και η Ελλάδα όμως θα ένοιωθε τις επιπτώσεις μιας ευρωσκεπτικιστικής Αυστριακής κυβέρνησης. Η Αθήνα προσπαθεί αυτή τη στιγμή να πείσει τους εταίρους στη Συμφωνία Σένγκεν πως οι προσπάθειές της να προστατεύσει τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι επαρκείς. Για τον σκοπό αυτό, η Αθήνα θα παρουσιάσει στην Κομισιόν αυτήν την εβδομάδα νέα σχέδια για βελτίωση των συνοριακών ελέγχων. Αν τα σχέδια δεν τύχουν θετικής υποδοχής, η Ελλάδα μπορεί να αποβληθεί από την ζώνη Σένγκεν. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα διαπραγματεύεται με τους πιστωτές της τον καθορισμό των μεταρρυθμίσεων που θα πρέπει να εφαρμόσει για να λάβει την επόμενη δόση από το πρόγραμμα διάσωσης και τα έκτακτα μέτρα που θα πρέπει να λάβει αν δεν καταφέρει να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι το 2018. Ως μέλος της Σένγκεν και της ευρωζώνης, η Αυστρία θα έχει λόγο και στα δυο ζητήματα. Και οι πιέσεις στο εσωτερικό μπορεί να αναγκάσουν τη Βιέννη να τηρήσει σκληρότερη στάση προς την Ελλάδα.
Πέραν των επιπτώσεων για την Νότια Ευρώπη, οι πολιτικές εξελίξεις στην Αυστρία είναι αξιοσημείωτες για την σχετική ομοιότητά τους με τις πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία. Οι δημοσκοπήσεις εκεί δείχνουν πως τα δυο μεγαλύτερα γερμανικά κόμματα, η κεντροδεξιά Χριστιανοδημοκρατική Ένωση και το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, χάνουν έδαφος έναντι λιγότερο μετριοπαθών ομάδων. Το εθνικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία, για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή συγκεντρώνει 14% στις δημοσκοπήσεις.
Η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) ξεκίνησε ως μια κίνηση ακαδημαϊκών και δημοσιογράφων που επέκριναν την ευρωζώνη, σύντομα όμως εξελίχθηκε σε αντιμεταναστευτικό κόμμα. Η προσφυγική/μεταναστευτική πολιτική των «ανοικτών θυρών» που ακολουθεί η Μέρκελ “ανέβασε” το AfD, που είδε την δημοφιλία του να αγγίζει διψήφιο ποσοστό μέσα σε λίγους μήνες. Όμως, καθώς η ροή προσφύγων/μεταναστών προς τη Γερμανία έχει μειωθεί, το AfD έχει αναζητήσει και άλλους τρόπους ώστε να προσελκύσει την ευρωσκεπτικιστική και εθνικιστική ψήφο. Σε συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στις 24 Απριλίου στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, ο Jorg Meuthen, διακεκριμένο μέλος του AfD πρότεινε επιστροφή στις ρίζες του κόμματος. Ο Meuthen υποστήριξε πως η Γαλλία και άλλες νοτιοευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να εξαιρεθούν από την ευρωζώνη, λόγω της απροθυμία τους να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις.
Μεταξύ των γερμανικών κομμάτων το AfD δεν είναι το μοναδικό που αμφισβητεί την ευρωζώνη. Μαζί με ένα μεγάλο τμήμα του γερμανικού λαού, η γερμανική κυβέρνηση ανησυχεί για τις πιθανές επιπτώσεις στον οικονομικό τομέα από την επεκτατική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τόσο η κεντρο-δεξιά όσο και η κεντρο-αριστερά έχουν επικρίνει την ΕΚΤ, και ο γερμανικός Τύπος συζητάει τακτικά τις στρατηγικές της ΕΚΤ. Στις αρχές Απριλίου, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φέρεται να κατηγόρησε την ΕΚΤ για την άνοδο της δημοφιλίας του AfD. Η ειρωνεία είναι πως, εκφράζοντας την δυσαρέσκεια του, τα παραδοσιακά φιλοευρωπαϊκά κόμματα επιβεβαιώνουν τη θέση του AfD.
Επιπλέον, οι δηλώσεις Meuthen αποκαλύπτουν την επιθυμία του AfD να αποδυναμώσει τον βασικό πολιτικό και οικονομικό συνεταιρισμό της Ευρώπης, τη συμμαχία μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας. Όμως για τους γάλλους εθνικιστές, τουλάχιστον, η ιδέα του AfD ίσως να μην ειναι και τόσο κακή. Το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας είναι εξίσου σκεπτικιστικό έναντι του ευρώ, υποστηρίζοντας πως έχει βλάψει την γαλλική οικονομία και υπονομεύσει την εθνική της κυριαρχία. Μάλιστα, το κόμμα έχει υποσχεθεί να θέσει το θέμα της συμμετοχής στην ευρωζώνη σε δημοψήφισμα, αν κερδίσει στις προεδρικές εκλογές του 2017. Από την πλευρά του, το AfD πρόσφατα ανακοίνωσε πως θα αναζητήσει μεγαλύτερη συνεργασία με κόμματα-ομοϊδεάτες. Η αμοιβαία δυσαρέσκεια για την ευρωζώνη, αν και για διαφορετικούς λόγους, θα μπορούσε να φέρει κοντά τα δυο κόμματα.
Η ευρωσκεπτικιστική τάση αποτελεί απειλή όχι μόνο για το μέλλον της Νότιας Ευρώπης, αλλά και για το μέλλον του συνόλου της Ευρώπης. Η άνοδος του εθνικιστικού αισθήματος θα μπορούσε να οδηγήσει τις κυβερνήσεις της Βόρειας Ευρώπης να απομονωθούν από τον Νότο, κλείνοντας τα σύνορα ή αποφασίζοντας πως η ευρωζώνη θα μπορούσε να τα πάει καλύτερα χωρίς τα προβληματικά της μέλη.Για την ώρα, ο ευρωσκεπτικισμός είναι πολύ εντονότερος στην Αυστρία, μια εύπορη αλλά σχετικά μικρή χώρα με περιορισμένη επιρροή στις υποθέσεις της ΕΕ. Αν και μια ευρωσκεπτικιστική Αυστρία θα μπορούσε να κάνει τη ζωή πιο δύσκολη για τη Νότια Ευρώπη, πιθανότατα δεν θα αποτελούσε συστημική πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντιθέτως, μια ευρωσκεπτικιστική Γερμανία θα μπορούσε να «παγώσει» ή ακόμα και να αντιστρέψει την διαδικασία της Ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Πηγή: Stratfor
Στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών της Αυστρίας, που πραγματοποιήθηκε στις 24 Απριλίου, οι ψηφοφόροι έδειξαν την έκταση της δυσαρέσκειά τους με τα παραδοσιακά κόμματα. Για πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 ο πρόεδρος της χώρας δεν θα είναι μέλος των παραδοσιακών κεντροαριστερών Σοσιαλδημοκρατών ή του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος. Αντιθέτως, οι υποψήφιοι από το εθνικιστικό Κόμμα της Ελευθερίας και από το Κόμμα των Πρασίνων, έχοντας λάβει πάνω από το 36% και περίπου 20% των ψήφων αντίστοιχα, θα έρθουν αντιμέτωποι στον δεύτερο γύρο των εκλογών στις 22 Μαΐου. Αν και ο ρόλος του προέδρου είναι τυπικός, ωστόσο η ψήφος στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στην μετριοπαθή κυβέρνηση της Βιέννης.
Μια ευρεία κίνηση προς τον εθνικισμό στην πολιτική σκηνή της Αυστρίας θα είχε επίπτωση σε αρκετά ευρωπαϊκά ζητήματα, περιλαμβανομένης της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης και των προγραμμάτων διάσωσης προβληματικών χωρών της ευρωζώνης. Η Αυστρία είναι μια από τις χώρες που επηρεάζονται περισσότερο από την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση: οι στατιστικές δείχνουν πως το 2015 οι αιτήσεις για άσυλο υπερέβησαν τις γεννήσεις στη χώρα.
Μέχρι τώρα, ως απάντηση στην αύξηση της μετανάστευσης, η Βιέννη έχει εφαρμόσει διάφορα αμφιλεγόμενα, μονομερή μέτρα, κλείνοντας τα σύνορα με τη Σλοβενία, εφαρμόζοντας ποσόστωση στις αιτήσεις ασύλου και απειλώντας να επαναφέρει τους συνοριακούς ελέγχους στα σύνορα με την Ιταλία. Τώρα, δεδομένης της πρόσφατης επιτυχίας του αντιμεταναστευτικού Κόμματος της Ελευθερίας, η κυβέρνηση της Βιέννης ίσως συνεχίσει να σκληραίνει τη στάση της. Αν τα παραδοσιακά κόμματα της Αυστρίας αντιληφθούν πως τα ισχυρά εκλογικά αποτελέσματα του Κόμματος της Ελευθερίας θέτουν σε κίνδυνο τις δικές τους προοπτικές –ιδιαίτερα εν όψει των γενικών εκλογών του 2018- τότε ίσως προσπαθήσουν να υιοθετήσουν και αυτά μια πιο εθνικιστική ατζέντα.
Η Ιταλία είναι μεταξύ των χωρών που ανησυχούν περισσότερο για την τάση αυτή, φοβούμενη πως η Βιέννη μπορεί να κλείσει τα σύνορά της ως απάντηση στην λαϊκή απαίτηση. Αυτό θα «έκοβε» μια από τις βασικές μεταναστευτικές οδούς μεταξύ της Ιταλίας και της Βόρειας Ευρώπης, που, με τη σειρά του, θα μπορούσε να οδηγήσει απομωνομένους πρόσφυγες/μετανάστες να κατασκηνώσουν στα σύνορα Ιταλίας-Αυστρίας. Επιπλέον, το κλείσιμο συνόρων, ή ακόμα και οι συνοριακοί έλεγχοι, θα έπλητταν το διμερές εμπόριο και θα έκαναν ακόμα εντονότερη την κυκλοφοριακή συμφόρηση σε μια από περιοχές της Ευρώπης με τη μεγαλύτερη διέλευση.
Και η Ελλάδα όμως θα ένοιωθε τις επιπτώσεις μιας ευρωσκεπτικιστικής Αυστριακής κυβέρνησης. Η Αθήνα προσπαθεί αυτή τη στιγμή να πείσει τους εταίρους στη Συμφωνία Σένγκεν πως οι προσπάθειές της να προστατεύσει τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι επαρκείς. Για τον σκοπό αυτό, η Αθήνα θα παρουσιάσει στην Κομισιόν αυτήν την εβδομάδα νέα σχέδια για βελτίωση των συνοριακών ελέγχων. Αν τα σχέδια δεν τύχουν θετικής υποδοχής, η Ελλάδα μπορεί να αποβληθεί από την ζώνη Σένγκεν. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα διαπραγματεύεται με τους πιστωτές της τον καθορισμό των μεταρρυθμίσεων που θα πρέπει να εφαρμόσει για να λάβει την επόμενη δόση από το πρόγραμμα διάσωσης και τα έκτακτα μέτρα που θα πρέπει να λάβει αν δεν καταφέρει να πετύχει τους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι το 2018. Ως μέλος της Σένγκεν και της ευρωζώνης, η Αυστρία θα έχει λόγο και στα δυο ζητήματα. Και οι πιέσεις στο εσωτερικό μπορεί να αναγκάσουν τη Βιέννη να τηρήσει σκληρότερη στάση προς την Ελλάδα.
Πέραν των επιπτώσεων για την Νότια Ευρώπη, οι πολιτικές εξελίξεις στην Αυστρία είναι αξιοσημείωτες για την σχετική ομοιότητά τους με τις πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία. Οι δημοσκοπήσεις εκεί δείχνουν πως τα δυο μεγαλύτερα γερμανικά κόμματα, η κεντροδεξιά Χριστιανοδημοκρατική Ένωση και το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, χάνουν έδαφος έναντι λιγότερο μετριοπαθών ομάδων. Το εθνικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία, για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή συγκεντρώνει 14% στις δημοσκοπήσεις.
Η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) ξεκίνησε ως μια κίνηση ακαδημαϊκών και δημοσιογράφων που επέκριναν την ευρωζώνη, σύντομα όμως εξελίχθηκε σε αντιμεταναστευτικό κόμμα. Η προσφυγική/μεταναστευτική πολιτική των «ανοικτών θυρών» που ακολουθεί η Μέρκελ “ανέβασε” το AfD, που είδε την δημοφιλία του να αγγίζει διψήφιο ποσοστό μέσα σε λίγους μήνες. Όμως, καθώς η ροή προσφύγων/μεταναστών προς τη Γερμανία έχει μειωθεί, το AfD έχει αναζητήσει και άλλους τρόπους ώστε να προσελκύσει την ευρωσκεπτικιστική και εθνικιστική ψήφο. Σε συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στις 24 Απριλίου στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, ο Jorg Meuthen, διακεκριμένο μέλος του AfD πρότεινε επιστροφή στις ρίζες του κόμματος. Ο Meuthen υποστήριξε πως η Γαλλία και άλλες νοτιοευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να εξαιρεθούν από την ευρωζώνη, λόγω της απροθυμία τους να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις.
Μεταξύ των γερμανικών κομμάτων το AfD δεν είναι το μοναδικό που αμφισβητεί την ευρωζώνη. Μαζί με ένα μεγάλο τμήμα του γερμανικού λαού, η γερμανική κυβέρνηση ανησυχεί για τις πιθανές επιπτώσεις στον οικονομικό τομέα από την επεκτατική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τόσο η κεντρο-δεξιά όσο και η κεντρο-αριστερά έχουν επικρίνει την ΕΚΤ, και ο γερμανικός Τύπος συζητάει τακτικά τις στρατηγικές της ΕΚΤ. Στις αρχές Απριλίου, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φέρεται να κατηγόρησε την ΕΚΤ για την άνοδο της δημοφιλίας του AfD. Η ειρωνεία είναι πως, εκφράζοντας την δυσαρέσκεια του, τα παραδοσιακά φιλοευρωπαϊκά κόμματα επιβεβαιώνουν τη θέση του AfD.
Επιπλέον, οι δηλώσεις Meuthen αποκαλύπτουν την επιθυμία του AfD να αποδυναμώσει τον βασικό πολιτικό και οικονομικό συνεταιρισμό της Ευρώπης, τη συμμαχία μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας. Όμως για τους γάλλους εθνικιστές, τουλάχιστον, η ιδέα του AfD ίσως να μην ειναι και τόσο κακή. Το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας είναι εξίσου σκεπτικιστικό έναντι του ευρώ, υποστηρίζοντας πως έχει βλάψει την γαλλική οικονομία και υπονομεύσει την εθνική της κυριαρχία. Μάλιστα, το κόμμα έχει υποσχεθεί να θέσει το θέμα της συμμετοχής στην ευρωζώνη σε δημοψήφισμα, αν κερδίσει στις προεδρικές εκλογές του 2017. Από την πλευρά του, το AfD πρόσφατα ανακοίνωσε πως θα αναζητήσει μεγαλύτερη συνεργασία με κόμματα-ομοϊδεάτες. Η αμοιβαία δυσαρέσκεια για την ευρωζώνη, αν και για διαφορετικούς λόγους, θα μπορούσε να φέρει κοντά τα δυο κόμματα.
Η ευρωσκεπτικιστική τάση αποτελεί απειλή όχι μόνο για το μέλλον της Νότιας Ευρώπης, αλλά και για το μέλλον του συνόλου της Ευρώπης. Η άνοδος του εθνικιστικού αισθήματος θα μπορούσε να οδηγήσει τις κυβερνήσεις της Βόρειας Ευρώπης να απομονωθούν από τον Νότο, κλείνοντας τα σύνορα ή αποφασίζοντας πως η ευρωζώνη θα μπορούσε να τα πάει καλύτερα χωρίς τα προβληματικά της μέλη.Για την ώρα, ο ευρωσκεπτικισμός είναι πολύ εντονότερος στην Αυστρία, μια εύπορη αλλά σχετικά μικρή χώρα με περιορισμένη επιρροή στις υποθέσεις της ΕΕ. Αν και μια ευρωσκεπτικιστική Αυστρία θα μπορούσε να κάνει τη ζωή πιο δύσκολη για τη Νότια Ευρώπη, πιθανότατα δεν θα αποτελούσε συστημική πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντιθέτως, μια ευρωσκεπτικιστική Γερμανία θα μπορούσε να «παγώσει» ή ακόμα και να αντιστρέψει την διαδικασία της Ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Πηγή: Stratfor
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου