Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης.
Το τουρκικό καθεστώς με την συμπεριφορά τους ως επίμονος ταραξίας και τις υπερβολές του στήνει σταδιακά ένα «μέτωπο» εναντίον του, κράτη και θεσμοί στοιχίζονται απέναντί του, η τακτική του έχει κουράσει τους συνομιλητές του, όσους έχουν ζωτικά συμφέροντα στην περιοχή.
Αποτέλεσμα είναι μάλλον να χάνει τα όποια διεθνή ερείσματα θα μπορούσε να έχει, με πρώτη συνέπεια την άσκηση πιο δυναμικών διπλωματικών πιέσεων στον Ερντογάν προκειμένου η Τουρκία να επιστρέψει στο τραπέζι του διαλόγου με την Ελλάδα, σημειώνει ο Μιλιτιάδης Σαρηγιαννίδης, στον απόηχο του χθεσινοβραδινού μηνύματος Μακρόν και της διπλωματικής κινητικότητας της Αθήνας.
Αν και η Άγκυρα θα εξακολουθήσει να παίζει με τον θερμοστάτη στην περιοχή, ενώ ταυτόχρονα θα διατυμπανίζει πως είναι έτοιμο να εργαστεί ειρηνικά για μια δίκαιη λύση, είναι πλέον ιδιαίτερα δύσκολο για αυτήν, όπως λέει ο καθηγητής του ΑΠΘ, να πείσει τη διεθνή κοινότητα πως η Ελλάδα δεν επιθυμεί την ειρηνική επίλυση. Για αυτό τον λόγο θα επιδιώξει να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου, εφόσον λάβει διαβεβαιώσεις από το τρίτο μέρος που διαμεσολαβεί, δηλαδή τη Γερμανία, πως το Βερολίνο θα διαμορφώσει μια ατζέντα που θα ικανοποιούσε τις τουρκικές επιδιώξεις.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη:
- Η ελληνική πλευρά έχει αποφύγει να πέσει στην παγίδα ενός θερμού επεισοδίου, παρά διεθνοποιεί το θέμα, με μια μεγάλη διπλωματική κινητικότητα, όπως η επικοινωνία Μητσοτάκη με Μακρόν και Σισι, το έκτακτο ταξίδι Δένδια στο Ισραήλ, η συνάντηση Δένδια -Πομπέο την Παρασκευή, η σύγκληση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ την ίδια ημέρα. Πώς εκλαμβάνετε εσείς αυτό τον διπλωματικό μαραθώνιο ; Βλέπετε τις αμέσως επόμενες ώρες να εκδηλώνονται κάποιες δυναμικότερες πιέσεις προς την Τουρκία;
Απέναντι στην παγίδα της κλιμάκωσης που προσπαθεί να στήσει στην Ανατολική Μεσόγειο η Τουρκία, η Ελλάδα επιδιώκει να επιβληθεί ως το μέρος που αξιόπιστα και πέρα από κάθε αμφιβολία προτάσσει τη διεθνή νομιμότητα και την ειρηνική επίλυση των διεθνών διαφορών. Συνεπώς, ο διπλωματικός μαραθώνιος στον οποίο έχει επιδοθεί η κυβέρνηση, εξασφαλίζει τη διατήρηση και ενίσχυση του προφίλ ενός κράτους που ασκεί εξωτερική πολιτική με γνώμονα την περιφερειακή ειρήνη, ασφάλεια και συνεργασία.
Όμως, παράλληλα, οι ελληνικές διπλωματικές πρωτοβουλίες τόσο σε διμερές όσο και σε πολυμερές/θεσμικό επίπεδο απομονώνουν διεθνώς την Τουρκία. Συνεπώς, μπορούν να λειτουργήσουν στο πλαίσιο της προληπτικής διπλωματίας με τέτοιον τρόπο, ώστε τελικά να ασκηθούν πιο δυναμικές πιέσεις στην Άγκυρα προκειμένου να εκτονωθεί η ένταση χωρίς προϋποθέσεις και να αναγκαστεί η Τουρκία να δείξει καλόπιστη συμπεριφορά και διάθεση να εμπλακεί σε διάλογο ή διερευνητικές επαφές, επιστρέφοντας έτσι στη διαδικασία που προωθεί το Βερολίνο.
Άλλωστε, το καθεστώς Ερντογάν έχει κουράσει με την τακτική του τα ενδιαφερόμενα μέρη που έχουν ζωτικά συμφέροντα στην περιοχή, όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, αλλά και τις ΗΠΑ που έχουν πιο σημαντικά εσωτερικά ζητήματα (π.χ. προεδρικές εκλογές).
Εξαιρείται η Ρωσία, καθώς αποτελεί χρήσιμο πιόνι για την εξωτερική της πολιτική στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Υπό αυτή την έννοια, φαίνεται πως ο Ερντογάν αυτοπαγιδεύεται όσο εξακολουθεί να προκαλεί, και μάλλον χάνει τα διεθνή ερείσματά του όσο καταβαραθρώνει την αξιοπιστία του ως συνομιλητής.
- Ποια από τις χθεσινές διπλωματικές κινήσεις και αντιδράσεις από τον διεθνή παράγοντα θα ξεχωρίζατε και γιατί;
Οι αντιδράσεις συνολικά φαίνονται ιδιαίτερα θετικές για την ελληνική πλευρά. Δεν με εξέπληξε κάποια αντίδραση, καθώς ήταν μάλλον αναμενόμενες και φυσιολογικές δηλώσεις. Η έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ την Παρασκευή είναι μάλλον το κρίσιμο σημείο, όπου μάλλον θα διαπιστώσουμε τον συμβιβασμό στον οποίο θα φθάσουν Βερολίνο και Παρίσι αναφορικά με τις κυρώσεις που θα επιβληθούν στην Τουρκία.
Ωστόσο, αν την Παρασκευή δεν επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία για την αναθεωρητική πολιτική που ακολουθεί στη Μεσόγειο σε βάρος της Κύπρου και της Ελλάδας, ή ανασταλούν για επόμενη συνάντηση, τότε αρμόζει ο ίδιος χαρακτηρισμός που απηύθυνε ο κ. Πρωθυπουργός στον Γ.Γ. του ΝΑΤΟ· ότι, δηλαδή, η πολιτική των ίσων αποστάσεων είναι αντιπαραγωγική και μη αποδεκτή. Αυτή η δήλωση ξεχωρίζει, και σε διπλωματικό επίπεδο αποτελεί ευδιάκριτη κόκκινη γραμμή.
- Το Oruc Reis πάντως εξήλθε -προς το παρόν τουλάχιστον- της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ταυτόχρονα χθες ο τούρκος υπ. Άμυνας απηύθυνε ξανά κάλεσμα για διάλογο, επαναλαμβάνοντας ωστόσο τα περί «Γαλάζιας Πατρίδας». Τι σήμα στέλνουν τα παραπάνω; Είναι απλοί τακτικισμοί;
Το καθεστώς Ερντογάν αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να επιβάλει την αναθεωρητική ατζέντα του χωρίς να τηρεί τουλάχιστον τα προσχήματα. Με άλλα λόγια, θα εξακολουθήσει να παίζει με τον θερμοστάτη στην περιοχή αναπτύσσοντας πολεμικά πλοία και ερευνητικά ή γεωτρητικά σκάφη, ενώ παράλληλα θα διατυμπανίζει πως είναι έτοιμο να εργαστεί ειρηνικά για μια δίκαιη λύση.
Ωστόσο, είναι πλέον ιδιαίτερα δύσκολο για την Άγκυρα να πείσει τη διεθνή κοινότητα πως η Ελλάδα δεν επιθυμεί την ειρηνική επίλυση. Γι’αυτό τον λόγο θα επιδιώξει να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου, εφόσον λάβει διαβεβαιώσεις από το τρίτο μέρος που διαμεσολαβεί, δηλαδή τη Γερμανία, πως το Βερολίνο θα διαμορφώσει μια ατζέντα που θα ικανοποιούσε τις τουρκικές επιδιώξεις. Σε διαφορετική περίπτωση, το καθεστώς Ερντογάν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ένα θερμό επεισόδιο προκειμένου τελικά να εμπλακούν τρίτοι ως διαμεσολαβητές για να αποφευχθεί η κλιμάκωση και να εκβιάσει έτσι τετελεσμένα, όπως στα Ίμια, που θα εξυπηρετούσαν την αναθεωρητική ατζέντα του. Η αμφίθυμη δήλωση Ακάρ που περιλαμβάνει πρόσκληση για ειρηνική επίλυση και δήλωση για τις πολύτιμες σταγόνες της Γαλάζιας Πατρίδας είναι χαρακτηριστική των τουρκικών προσχημάτων.
- Πώς σχολιάζετε την δήλωση Μητσοτάκη, ότι «δεν φοβόμαστε τον διάλογο, αλλά όχι με προκλήσεις και σε κλίμα έντασης»;
Πρόκειται για μια ακόμη κόκκινη γραμμή στο πλαίσιο άσκησης προληπτικής διπλωματίας. Με άλλα λόγια, οι προκλήσεις και το κλίμα έντασης δεν μπορούν να οδηγήσουν σε διάλογο, γιατί τότε οποιαδήποτε μορφή ειρηνικής επίλυσης δεν θα εξυπηρετούσε τη βιώσιμη ειρήνη και τη συνεργασία στην περιοχή. Όσο η Τουρκία συμπεριφέρεται ως επίμονος ταραξίας στην περιοχή, δεν πρόκειται και δεν πρέπει να επιτύχει κανένα αποτέλεσμα. Από την άλλη πλευρά, η προσφορά του διαλόγου είναι αυτονόητη, τουλάχιστον ως δείγμα καλοπιστίας που δεν εξυπηρετεί μόνο τα εθνικά συμφέροντα, αλλά συνεισφέρει στην ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή, ζητούμενο που αφορά στα ενδιαφέροντα άλλων κρατών, όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Γερμανία. Σε τελική ανάλυση, είναι μια δήλωση που εκπέμπει αποφασιστικότητα σε επιχειρησιακό επίπεδο και οριοθετεί τον διάλογο που προσπαθεί να επιβάλει η Τουρκία είτε μονομερώς είτε μέσω τρίτων.
- Το ρωτώ γιατί είναι προφανές ότι η επόμενη ημέρα θα περιλαμβάνει διάλογο. Το θέμα είναι με τι όρους;
Αναμφίβολα, η επόμενη ημέρα πρέπει να περιλαμβάνει διάλογο. Συνιστά υποχρέωση των κρατών να επιλύουν τις διαφορές τους με ειρηνικό τρόπο, και όχι καλλιεργώντας την ένταση και υποθάλποντας την κλιμάκωση με στρατιωτικά μέσα.
Όμως, με δεδομένο ότι ο συνομιλητής είναι αποδεδειγμένα κακόπιστος, δεν πρέπει να επαναληφθούν τα ολισθήματα του Πρωτοκόλλου της Βέρνης και της Συμφωνίας του Νταβός. Γι’αυτό τον λόγο, ο Πρωθυπουργός ξεκαθάρισε στο διάγγελμα ότι μόνη διαφορά με την Τουρκία είναι το ζήτημα της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο με βάση το διεθνές δίκαιο. Παράλληλα, όσο εξελίσσεται ένας καλόπιστος διάλογος, ή διεξάγονται διερευνητικές επαφές, δεν πρέπει να σταματήσουμε να εργαζόμαστε στην κατεύθυνση που έχουμε επιλέξει μετά το ανυπόστατο και παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Συνεπώς, πρέπει άμεσα η Βουλή να εγκρίνει με κυρωτικό νόμο τις συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο, να προχωρήσουμε σε οριοθέτηση και με την Κύπρο και να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για τον East Med στο πλαίσιο της ενεργειακής διπλωματίας μας. Διαφορετικά, όλα τα παραπάνω θα τεθούν ως όροι για τον διάλογο, από το κακόπιστο μέρος και γνωστό επίμονο ταραξία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου