Το
βασικό στοίχημα που καλείται να κερδίσει ακόμα μια φορά η αριστερή
αντιπολίτευση στο Ισραήλ είναι να αναδειχθεί ως μία ρεαλιστική
εναλλακτική έναντι της πολυετούς πρωθυπουργία του Βενιαμίν Νετανιάχου. Οι επικείμενες κοινοβουλευτικές εκλογές της 17ης Σεπτεμβρίου, δίνουν μία ακόμα ευκαιρία σε δύο κόμματα με μακρά ιστορική πορεία στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Από τη μια, υπάρχει η γνώριμη φωνή του «Κόμματος των Εργατικών», από την άλλη, το αριστερότερο κόμμα «Μέρετς» συμμετέχει σε έναν νέο πολιτικό σχηματισμό, την «Δημοκρατική Παράταξη» στην οποία συμμετέχει ένας παλιός πρωταγωνιστής της ισραηλινής πολιτικής ζωής: Ο πρώην Υπουργός Άμυνας και Πρωθυπουργός Εχούντ Μπαράκ, με σημαντική πορεία στις τάξεις του στρατού.
Από τη μια, υπάρχει η γνώριμη φωνή του «Κόμματος των Εργατικών», από την άλλη, το αριστερότερο κόμμα «Μέρετς» συμμετέχει σε έναν νέο πολιτικό σχηματισμό, την «Δημοκρατική Παράταξη» στην οποία συμμετέχει ένας παλιός πρωταγωνιστής της ισραηλινής πολιτικής ζωής: Ο πρώην Υπουργός Άμυνας και Πρωθυπουργός Εχούντ Μπαράκ, με σημαντική πορεία στις τάξεις του στρατού.
Το “κουρασμένο” «Κόμμα των Εργατικών»
Αναμφίβολα, ο “μεγάλος ασθενής” του ισραηλινού κομματικού χάρτη εδώ και χρόνια ήταν και παραμένει το ιστορικό «Κόμμα των Εργατικών». Το άλλοτε πανίσχυρο κόμμα εξουσίας της Κεντροαριστεράς, που διαδέχθηκε το κόμμα Mapai του πρώτου Πρωθυπουργού της χώρας, Δαυίδ Μπεν-Γκουριόν, τις τελευταίες δύο δεκαετίες δεν είναι σε θέση να ξεπεράσει τις ενδογενείς του παθογένειες και την έλλειψη προσωπικοτήτων ικανών να ανταπεξέλθουν επιτυχώς στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις. Από τον Δεκέμβριο του 2018 και καθ’ όλη τη διάρκεια των μηνών που επακολούθησαν, σημειώνονται ηχηρές αποχωρήσεις ηγετικών στελεχών, με τελευταία την αποχώρηση του αρχηγού του, Άβι Γκαμπάι, ο οποίος και ανέλαβε την ευθύνη της εξίσου ηχηρής ήττας στις κάλπες του περασμένου Απριλίου.
Συγκεκριμένα,
Το «Κόμμα των Εργατικών» αποτελούσε τον βασικό κορμό του
κεντροαριστερού πολιτικού σχηματισμού «Σιωνιστική Παράταξη» («Ha’Makhanehha’Tzioni»),
η οποία στις εκλογές του 2015 κατείχε την αξιωματική αντιπολίτευση
έναντι του Λικούντ, συγκεντρώνοντας 786.313 ψήφους (18,7% και 24 έδρες).
Οι προσωπικοί ανταγωνισμοί που ακολούθησαν οδήγησαν την «Σιωνιστική
Παράταξη» σε διάλυση και έτσι, το «Κόμμα των Εργατικών» κατήλθε αυτόνομα στις εκλογές της 9ης Απριλίου 2019 υπό τον Άβι Γκαμπάι, συγκεντρώνοντας μόνο 190.870 ψήφους (4,4% και 6 έδρες). Η φυγή των ψήφων από τους «Εργατικούς» προς το «Γαλανόλευκο» υπό τον Μπένι Γκαντς ήταν μαζική – και η κατάρρευση του «Κόμματος των Εργατικών» μεγάλη.
Η περίπτωση του «Κόμματος των Εργατικών» χαρακτηρίζεται από την σταθερότητα των θεσμικών του εσωτερικών δομών, οι οποίες όμως αποδεικνύονται δυσλειτουργικές λόγω της τυπολατρείας που επιδεικνύουν τα εκάστοτε ηγετικά του στελέχη.
Η περίπτωση του «Κόμματος των Εργατικών» χαρακτηρίζεται από την σταθερότητα των θεσμικών του εσωτερικών δομών, οι οποίες όμως αποδεικνύονται δυσλειτουργικές λόγω της τυπολατρείας που επιδεικνύουν τα εκάστοτε ηγετικά του στελέχη.
Αυτή τη φορά, ο κλήρος της ηγεσίας έπεσε στον τέως Υπουργό Άμυνας, Αμίρ Πέρετς (του οποίου η θητεία είχε δυστυχώς συμπέσει με την ατυχή διαχείριση του Δεύτερου Πολέμου του Λιβάνου το καλοκαίρι του 2006). Η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση και η πιθανότητα να μην μετάσχουν οι Εργατικοί στην κυβέρνηση
για ακόμα μια φορά, θα σημάνει πιθανότατα ακόμα μια ηχηρή παραίτηση και
μια εκ νέου προσπάθεια ανεύρεσης κάποιου κατάλληλου αρχηγού. Αντιθέτως,
εάν τελικά η διάδοχη κατάσταση θα φέρει το «Γαλαλόνευκο» στην εξουσία,
τότε μόνο θα είναι πιθανή μία παροχή πίστωσης χρόνου στον ίδιο τον Αμίρ
Πέρετς, αλλά και στο κόμμα του.
Η «Δημοκρατική Παράταξη» και η επιστροφή του Εχούντ Μπαράκ
Ύστερα από πολλαπλές δημόσιες παρεμβάσεις, κυρίως μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ο τέως Πρωθυπουργός και Υπουργός Άμυνας, στρατηγός ε.α. Εχούντ Μπαράκ, αποφάσισε να μπει στην πολιτική αρένα. Στα τέλη Ιουλίου 2019 σχηματίσθηκε ο πολιτικός σχηματισμός «Δημοκρατική Παράταξη» («Ha’Makhanehha’Demokrati») με κεντρικό κορμό το αριστερό κόμμα «Μέρετς». Γύρω του συσπείρωσε αυθεντικές αριστερές φωνές, προτάσσοντας στον προεκλογικό του λόγο την ανάγκη πάταξης της διαφθοράς και του νεποτισμού του Νετανιάχου και του περιβάλλοντός του, τον πλήρη διαχωρισμό Θρησκείας-Κράτους και την άμεση επανέναρξη των συνομιλιών με τους Παλαιστινίους επί τη βάσει της λύσης ”δύο έθνη-δύο κράτη” κατά τα διαλαμβανόμενα των Συμφωνιών του Όσλο.Για τον Εχούντ Μπαράκ οι επερχόμενες εκλογές αποτελούν ένα σημαντικό στοίχημα, καθότι από το αποτέλεσμά τους θα κριθεί εάν τελικά η προσωπικότητά του μπορεί να σταθεί με αξιοπρέπεια στην πολιτική σκηνή, ύστερα από πολλά χρόνια απουσίας. Σε καθαρά προσωπικό επίπεδο, ο Εχούντ Μπαράκ επέλεξε ορθά να μην αναμιχθεί στον θεσμικό κυκεώνα του «Κόμματος των Εργατικών», που αποτελεί και τον φυσικό του ιδεολογικό χώρο. Η απόφασή του να μην επιτρέψει στο παλαιότερο κομματικό του περιβάλλον δεν εξηγείται μόνο λόγω των θεσμικών αγκυλώσεων που το χαρακτηρίζει σήμερα, αλλά και επειδή θα του μείωνε σημαντικά τις πιθανότητες να συγκατοικήσει σε ένα κυβερνητικό σχήμα με κύριο κορμό το «Γαλανόλευκο».
Να σημειωθεί επίσης ότι ο Μπαράκ δεν βρίσκεται σε εκλόγιμη θέση στη λίστα της «Δημοκρατικής Παράταξης», προφανώς λόγω δικής του επιλογής. Παράλληλα, στις κατά καιρούς δηλώσεις του στον τοπικό Τύπο, διατηρεί την δική του αυτόνομη παρουσία, συμφωνώντας μεν κατά περιεχόμενο με τις δηλώσεις του αρχηγού του πολιτικού αυτού σχηματισμού, Νιτσάν Χόροβιτς. Η ιδιότυπη αυτή σύμπραξη του Εχούντ Μπαράκ με την «Δημοκρατική Παράταξη» ίσως να προλέγει την πρόθεσή του να αποτελέσει ο ίδιος μετεκλογικά την εναλλακτική, που θα ηγείται μίας κεντροαριστερής κυβέρνησης συνασπισμού, στην οποίαν θα μετέχουν το «Γαλανόλευκο» και το «Κόμμα των Εργατικών».
Ωστόσο, το κοινωνικό προφίλ που επιδιώκει να προβάλει ο Μπαράκ έρχεται σε αντίθεση με τις ισχυρές σχέσεις που έχει καλλιεργήσει με συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα εντός και εκτός Ισραήλ κατά τα χρόνια της αποχής του από την ενεργό πολιτική ζωή.
Από
την άλλη, φίλοι και αντίπαλοί του, δεν λησμονούν ότι, όταν είχε
διατελέσει Πρωθυπουργός της χώρας και κατά τις συνομιλίες που είχε με
τον ιστορικό ηγέτη των Παλαιστινίων, Γιασέρ Αραφάτ, φερόταν πρόθυμος να
συμφωνήσει τη διαίρεση της Ιερουσαλήμ σε ισραηλινό και παλαιστινιακό
τομέα, με την Ανατολική Ιερουσαλήμ να καταστεί πρωτεύουσα του
ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους.
Αντιθέτως, παρά το γεγονός ότι το «Γαλανόλευκο» αυτοπροσδιορίζεται ως κόμμα της Κεντροαριστεράς, η συλλογική του ηγεσία με επικεφαλής τον Μπένι Γκαντς καθιστούν σαφές ότι η Ιερουσαλήμ θα παραμείνει η μόνη, η μοναδική και αδιαίρετη πρωτεύουσα του ισραηλινού κράτους.
Από τα ως άνω δεδομένα προκύπτει ότι τόσο το πολιτικό παρελθόν του Εχούντ Μπαράκ όσο το δείγμα γραφής του στον επιχειρηματικό κόσμο, δεν αποκλείεται και να αποτελέσουν ανάχωμα στην μετέπειτα πορεία του, σε περίπτωση που του προταθεί κυβερνητικό αξίωμα, σε περίπτωση κυβέρνησης συνασπισμού με κύριο κορμό το «Γαλανόλευκο».
Αν και οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις δεν κολακεύουν την προσπάθεια του Μπαράκ να επιστρέψει στην πολιτική ζωή, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει το γεγονός ότι οι δηλώσεις του προβάλουν ουσιώδη αντιπολιτευτικά επιχειρήματα έναντι της διακυβέρνησης Νετανιάχου ως προς την διαχείριση της έντασης με τους Παλαιστινίους, όσο και σχετικά με την αντιμετώπιση της αύξησης του κόστους διαβίωσης για τα μεσαία και κατώτερα εισοδηματικά στρώματα.
Αντιθέτως, παρά το γεγονός ότι το «Γαλανόλευκο» αυτοπροσδιορίζεται ως κόμμα της Κεντροαριστεράς, η συλλογική του ηγεσία με επικεφαλής τον Μπένι Γκαντς καθιστούν σαφές ότι η Ιερουσαλήμ θα παραμείνει η μόνη, η μοναδική και αδιαίρετη πρωτεύουσα του ισραηλινού κράτους.
Από τα ως άνω δεδομένα προκύπτει ότι τόσο το πολιτικό παρελθόν του Εχούντ Μπαράκ όσο το δείγμα γραφής του στον επιχειρηματικό κόσμο, δεν αποκλείεται και να αποτελέσουν ανάχωμα στην μετέπειτα πορεία του, σε περίπτωση που του προταθεί κυβερνητικό αξίωμα, σε περίπτωση κυβέρνησης συνασπισμού με κύριο κορμό το «Γαλανόλευκο».
Αν και οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις δεν κολακεύουν την προσπάθεια του Μπαράκ να επιστρέψει στην πολιτική ζωή, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει το γεγονός ότι οι δηλώσεις του προβάλουν ουσιώδη αντιπολιτευτικά επιχειρήματα έναντι της διακυβέρνησης Νετανιάχου ως προς την διαχείριση της έντασης με τους Παλαιστινίους, όσο και σχετικά με την αντιμετώπιση της αύξησης του κόστους διαβίωσης για τα μεσαία και κατώτερα εισοδηματικά στρώματα.
Σε
καθαρά κομματικό επίπεδο, η «Δημοκρατική Παράταξη» ουσιαστικά
διευθύνεται από τον μηχανισμό του αριστερού κόμματος «Μέρετς» - το
σημαντικότερο αριστερό κόμμα της χώρας με μακρά πορεία στην πολιτική
σκηνή του εβραϊκού σιωνιστικού χώρου – και από τον νεοεκλεγέντα αρχηγό
του, Νιτσάν Χόροβιτς. Το κόμμα αυτό, αν και δεν συγκαταλέγεται στα κόμματα εξουσίας, μιας και οι θέσεις του για το Παλαιστινιακό θεωρούνται προωθημένες
ακόμα και για τα κόμματα της Κεντροαριστεράς, ωστόσο διατηρεί μία
σταθερή παρουσία στο εκλογικό σώμα – κυρίως χάρη στην φιλελεύθερη
κοινωνική του ατζέντα. Στις εκλογές του 2015 το κόμμα αυτό έλαβε 165.529
ψήφους (3,9% και 5 έδρες) ενώ, παρά το έντονο πολωτικό κλίμα των
εκλογών της 9ης Απριλίου 2019, οι απώλειές του ήταν ελάχιστες. Διατήρησε
τις 4 από τις 5 έδρες στην Κνέσετ, ενώ υπολογίζεται πως οι ψήφοι που
έχασε μετοίκησαν στο «Γαλανόλευκο» του Μπένι Γκαντς, προκειμένου η χώρα
«να απαλλαγεί επιτέλους από τον Νετανιάχου», όπως δήλωναν και συνεχίζουν
να δηλώνουν τα στελέχη του.
Το «Μέρετς» παραδοσιακά προβάλει έντονα τα ζητήματα που σχετίζονται με την ισότητα των φύλων, την προάσπιση των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και άλλων ακτιβιστικών συλλογικοτήτων. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι, σε ό,τι αφορά την επίλυση του Παλαιστινιακού και το ανοιχτό ζήτημα των εβραϊκών εποικισμών, το «Μέρετς» επί δεκαετίες υπήρξε η κυριότερη ισραηλινή πολιτική δύναμη που επέκρινε την εποικιστική ισραηλινή δραστηριότητα. Η μέχρι πρότινος αρχηγός του κόμματος, Ταμάρ Ζάντμπεργκ, υπήρξε η μόνη ισραηλινή πολιτικός που συναντήθηκε με τον Παλαιστίνιο Πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς στη Ραμάλα, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης προεκλογικής περιόδου ενόψει των εκλογών της 9ης Απριλίου 2019.
Η αλλαγή σκυτάλης στην ηγεσία του «Μέρετς» , με τον επί σειρά ετών βουλευτή του και ακτιβιστή της τοπικής ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, Νιτσάν Χόροβιτς, να έχει πλέον αναλάβει τα ηνία, ίσως να σημαίνει ότι το αριστερό αυτό κόμμα θα αφήσει στον Εχούντ Μπαράκ να διαχειρίζεται τα καθαρά πολιτική ατζέντα και κυρίως το ανοιχτό θέμα της αραβοϊσραηλινής διένεξης. Όσον αφορά τα καθαρά κοινωνικά ζητήματα, υπάρχουν πολλά στελέχη του «Μέρετς» ικανά να τα προβάλουν στην δημόσια ζωή με αποτελεσματικό τρόπο.
Τέλος, την «Δημοκρατική Παράταξη» πλαισιώνουν πρώην στελέχη και βουλευτές του «Κόμματος των Εργατικών», κυριότερη των οποίων είναι η Σταβ Σαπίρ. Η Σαπίρ εκφράζει τη σημαντική μερίδα των ψηφοφόρων και στελεχών της ισραηλινής Αριστεράς, ηλικίας 30-40 ετών, που δεν έχουν μάθει ακόμα να φιλτράρουν τον δημόσιο λόγο τους – και ίσως αυτό αποδειχθεί θετικό για την ενίσχυση των ποσοστών του πολιτικού αυτού σχηματισμού.
Το κύριο στοίχημα που καλείται να κερδίσει ο νέος αυτός πολιτικός σχηματισμός, είναι κατά πόσον θα “χρωματισθεί” πολιτικά από την ισχυρή προσωπικότητα και τον μακρύ πρότερο πολιτικό βίο του Εχούντ Μπαράκ.
Το «Μέρετς» παραδοσιακά προβάλει έντονα τα ζητήματα που σχετίζονται με την ισότητα των φύλων, την προάσπιση των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και άλλων ακτιβιστικών συλλογικοτήτων. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι, σε ό,τι αφορά την επίλυση του Παλαιστινιακού και το ανοιχτό ζήτημα των εβραϊκών εποικισμών, το «Μέρετς» επί δεκαετίες υπήρξε η κυριότερη ισραηλινή πολιτική δύναμη που επέκρινε την εποικιστική ισραηλινή δραστηριότητα. Η μέχρι πρότινος αρχηγός του κόμματος, Ταμάρ Ζάντμπεργκ, υπήρξε η μόνη ισραηλινή πολιτικός που συναντήθηκε με τον Παλαιστίνιο Πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς στη Ραμάλα, κατά τη διάρκεια της προηγούμενης προεκλογικής περιόδου ενόψει των εκλογών της 9ης Απριλίου 2019.
Η αλλαγή σκυτάλης στην ηγεσία του «Μέρετς» , με τον επί σειρά ετών βουλευτή του και ακτιβιστή της τοπικής ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, Νιτσάν Χόροβιτς, να έχει πλέον αναλάβει τα ηνία, ίσως να σημαίνει ότι το αριστερό αυτό κόμμα θα αφήσει στον Εχούντ Μπαράκ να διαχειρίζεται τα καθαρά πολιτική ατζέντα και κυρίως το ανοιχτό θέμα της αραβοϊσραηλινής διένεξης. Όσον αφορά τα καθαρά κοινωνικά ζητήματα, υπάρχουν πολλά στελέχη του «Μέρετς» ικανά να τα προβάλουν στην δημόσια ζωή με αποτελεσματικό τρόπο.
Τέλος, την «Δημοκρατική Παράταξη» πλαισιώνουν πρώην στελέχη και βουλευτές του «Κόμματος των Εργατικών», κυριότερη των οποίων είναι η Σταβ Σαπίρ. Η Σαπίρ εκφράζει τη σημαντική μερίδα των ψηφοφόρων και στελεχών της ισραηλινής Αριστεράς, ηλικίας 30-40 ετών, που δεν έχουν μάθει ακόμα να φιλτράρουν τον δημόσιο λόγο τους – και ίσως αυτό αποδειχθεί θετικό για την ενίσχυση των ποσοστών του πολιτικού αυτού σχηματισμού.
Το κύριο στοίχημα που καλείται να κερδίσει ο νέος αυτός πολιτικός σχηματισμός, είναι κατά πόσον θα “χρωματισθεί” πολιτικά από την ισχυρή προσωπικότητα και τον μακρύ πρότερο πολιτικό βίο του Εχούντ Μπαράκ.
Ο Δρ. Γαβριήλ Χαρίτος είναι ερευνητής του Ινστιτούτου Μπεν-Γκουριόν , Πανεπιστήμιο Μπεν - Γκουριόν , Ισραήλ και Senior Fellow, Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων , Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.huffingtonpost.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου