Οι επενδυτές αξιολογούν μεγαλύτερο το βραχυπρόθεσμο κίνδυνο από το μακροπρόθεσμο, αφενός μεν για την Ιταλία, αφετέρου για την Ελλάδα – οπότε, από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία, δεν μπορεί να θριαμβολογεί κανείς για το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου που έχει εκδοθεί σε αγγλικό δίκαιο και είναι σχετικά ασφαλές, αλλά να προβληματίζεται για το πενταετές.
.Επικαιρότητα
Είχα αναφέρει από τις αρχές του έτους,
μεταξύ άλλων σε τηλεοπτική εκπομπή ότι, η συγκυρία για εκδόσεις χρέους
είναι πολύ θετική – αφού η ζήτηση ειδικά για τα ομόλογα των χωρών της
Ευρωζώνης είχε αυξηθεί σημαντικά. Εν τούτοις, για μία χώρα όπως η
Ελλάδα, η οποία είναι αναμφίβολα η πιο χρεοκοπημένη στην παγκόσμια
ιστορία, αφού (α) το δημόσιο οφείλει το 190% του ΑΕΠ (359 δις €) σε ξένο
συνάλλαγμα (το ευρώ είναι ξένο νόμισμα για όλες τις χώρες του, αφού καμία δεν το ελέγχει), (β) το κόκκινο ιδιωτικό χρέος είναι στα ύψη, (γ) οι τράπεζες ευρίσκονται σε άθλια κατάσταση (αν
και παίζουν παιχνίδι εις βάρος των Ελλήνων με στόχο τα 24 δις € του
μαξιλαριού, έχοντας ως εγγυήσεις περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 300
δις €) και (δ) ο παραγωγικός ιστός της χώρας διαλυμένος, ενώ αξιολογείται τέσσερις θέσεις κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, είναι εντυπωσιακή η έκδοση δεκαετούς ομολόγου με επιτόκιο 3,90% – κάτι που φυσικά είναι θετικό, μεταξύ άλλων επειδή θα μπορούσε να εξοφλήσει δάνεια του ΔΝΤ με επιτόκιο 5,1%.
Φυσικά η έκδοση ήταν «προστατευμένη» και
προπουλημένη από τις ξένες τράπεζες-αναδόχους, καθώς επίσης πολύ μικρή,
ενώ σε κάποιο βαθμό εμπαιγμός των Ελλήνων – έτσι ώστε να κερδίσουν οι δανειστές το χρόνο και την ανοχή του πληθυσμού που απαιτείται για την ολοκλήρωση της υφαρπαγής της χώρας.
Εκτός αυτού το λογικό είναι να χαίρεται κανείς όταν εξοφλεί τα χρέη του
– όχι όταν δανείζεται και τα αυξάνει. Παρ’ όλα αυτά όμως ήταν
επιτυχημένη, αν και το πραγματικό επιτόκιο θα κριθεί από αυτό, με το
οποίο θα δανειστούν οι τράπεζες – οπότε, αντί να θριαμβολογεί κανείς ή
να λέει ανοησίες, όπως η αξιωματική αντιπολίτευση (=οι επενδυτές επιβράβευσαν την προβλεπόμενη αλλαγή κυβέρνησης),
είναι καλύτερα να αναζητήσει τις αιτίες, αφού πρόκειται για κάτι που
δεν συνάδει ούτε με τη θλιβερή ελληνική πραγματικότητα, ούτε με τις
μελλοντικές προοπτικές της οικονομίας μας.
Στα πλαίσια αυτά, το πρώτο που οφείλει
να μας απασχολήσει είναι η διαφορά μεταξύ των πενταετών και δεκαετών
επιτοκίων των ομολόγων στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου – στις οποίες
συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα (γράφημα). Εν προκειμένω διαπιστώνεται πως
ενώ το δεκαετές της Ισπανίας ήταν χθες 6,34 φορές υψηλότερο από το
πενταετές και της Πορτογαλίας 4,95 φορές (κάτι απολύτως φυσιολογικό, αφού οι κίνδυνοι δεν μπορούν να προβλεφθούν για δέκα έτη μετά), της
Ιταλίας ήταν 1,64 φορές και της Ελλάδας 1,33 φορές στα ήδη υπάρχοντα
από το παρελθόν, ενώ μόλις 1,08 φορές στις πρόσφατες δύο εκδόσεις (από το 3,60% για τα πενταετή έως το 3,90% για τα δεκαετή).
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, οι επενδυτές αξιολογούν πολύ μεγαλύτερο το βραχυπρόθεσμο κίνδυνο (εντός των επομένων πέντε ετών) από το μακροπρόθεσμο (μετά από δέκα έτη) – αφενός μεν για την Ιταλία, αφετέρου, πολύ περισσότερο, για την Ελλάδα.
Σε σχέση βέβαια με την Ιταλία είναι απολύτως λογικό, αφού οι επιλογές που ουσιαστικά διαγράφονται μπροστά της είναι είτε (α) η υπογραφή ενός PSI αντίστοιχου με την Ελλάδα που θεωρείται απίθανο να δεχθούν οι Ιταλοί, είτε
(β) ο εκβιασμός της Γερμανίας να αποδεχθεί όποιους όρους της θέσει για
να μη διαλυθεί η Ευρωζώνη, είτε (γ) η έξοδος της από το ευρώ, εντός του
οποίου υπό τις σημερινές συνθήκες είναι αδύνατον να επιβιώσει – ενώ της
έχει κοστίσει ήδη 4,3 τρις € από το 2000, το κατά κεφαλήν εισόδημα της
είναι στάσιμο επί 20 σχεδόν έτη, έχει βυθιστεί ξανά στην ύφεση,
αποκλείεται να πετύχει το στόχο του ελλείμματος 2,04% που δεσμεύτηκε
κοκ.
Αρκεί να αναφέρει κανείς την άρνηση της
να δεχθεί τη διάσωση των τραπεζών της από τους ομολογιούχους, μετόχους
και καταθέτες τους (Bail-in), ενάντια στους κανόνες της Ευρωζώνης, καθώς
επίσης τα χρέη της απέναντι στο σύστημα Target 2 της ΕΚΤ – στο
οποίο οφείλει σήμερα 482 δις €, όταν η αξία ολόκληρου του χρυσού που
κατέχει είναι μόλις 92 δις € και η συνολική αξία του χρηματιστηρίου της
456 δις €. Με δεδομένο επί πλέον το ότι, οι γαλλικές τράπεζες
είναι εκτεθειμένες στην Ιταλία με πάνω από 300 δις €, ενώ η κεντρική
τράπεζα της Γερμανίας είναι ο βασικός δανειστής του Target 2 με 868 δις
€, μπορεί εύκολα να εκβιάζει και τις δύο μεγαλύτερες χώρες του ευρώ –
οπότε είναι σε πλεονεκτική θέση.
Όσον αφορά όμως την Ελλάδα, η οποία υποθήκευσε τα πάντα με την προδοσία του PSI, ενώ έχει έκτοτε χάσει τη δυνατότητα επιστροφής της στο εθνικό νόμισμα και τα ομόλογα που εκδίδει είναι πλέον σε αγγλικό δίκαιο, δεν έχει λογική η ελάχιστη διαφορά του πενταετούς με το δεκαετές
– πόσο μάλλον όταν το μαξιλάρι των περίπου 24 δις € που διατηρεί η
κυβέρνηση, εξασφαλίζει την εξυπηρέτηση των χρεών της έως τουλάχιστον το
2021. Γιατί λοιπόν οι επενδυτές θεωρούν πως ο βραχυπρόθεσμος κίνδυνος
χρεοκοπίας της είναι υψηλότερος από το μακροπρόθεσμο; Μήπως επειδή οι
εταιρείες αξιολόγησης δεν της δίνουν επενδυτική βαθμίδα, η ΕΚΤ συνεχίζει
να την έχει στην απομόνωση, οι εκθέσεις της Κομισιόν είναι αρνητικές,
ενώ κάτι ανάλογο προβλέπεται και για την επόμενη του ΔΝΤ;
Επομένως, από τη συγκεκριμένη οπτική γωνία, δεν μπορεί να θριαμβολογεί κανείς για το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου –
το οποίο τονίζουμε ξανά πως έχει εκδοθεί σε αγγλικό δίκαιο, οπότε είναι
σχετικά ασφαλές. Αντίθετα, πρέπει να προβληματισθεί για το εγγύς μέλλον
– ειδικά εάν το εξετάσει σε συνδυασμό με το πτωχευτικό δίκαιο για κράτη
που ξεκίνησε να συζητείται το Δεκέμβριο στο Euro Group, κατ’ επιταγή
της Γερμανίας (ανάλυση).
Όσον αφορά δε την αυξημένη ζήτηση για
ομόλογα της Ευρωζώνης που έχει διαπιστωθεί, ένας βασικός λόγος είναι η
πρόταση του ΔΝΤ για υψηλά αρνητικά επιτόκια, έτσι ώστε να επιλυθεί το
πρόβλημα του χρέους και το τραπεζικό από τους καταθέτες – όπου ήδη μία γερμανική διαδικτυακή τράπεζα ξεκίνησε να προσφέρει δάνεια με επιτόκιο -10%, γεγονός που σημαίνει πως πληρώνει αντί να πληρώνεται!
Επίσης η αναφορά του ΔΝΤ στην υιοθέτηση διαφορετικής ισοτιμίας για τα μετρητά χρήματα και τα λογιστικά (πηγή)
– έτσι ώστε να μην συμφέρει τους καταθέτες που θα επιβαρυνθούν με
αρνητικά επιτόκια να διατηρούν τα χρήματα τους εκτός του τραπεζικού
τομέα, για να αποφύγουν το τραπεζικό «χαράτσι». Ο πόλεμος εναντίον των
μετρητών που διεξάγεται (ανάλυση) είναι προς αυτήν την κατεύθυνση – ως συνήθως με τη σαθρή δικαιολογία της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου