
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανοίξει εδώ και καιρό η συζήτηση για τη δημιουργία ενός ψηφιακού ευρώ. Πρόκειται για την προτεινόμενη ψηφιακή μορφή του κοινού νομίσματος, η
οποία θα λειτουργεί συμπληρωματικά στα μετρητά και θα επιτρέπει ηλεκτρονικές πληρωμές χωρίς να απαιτείται τραπεζικός λογαριασμός. Παρότι η συζήτηση ξεκίνησε σε τεχνοκρατικό επίπεδο, πλέον βρίσκεται στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου, καθώς πολλοί πολίτες, οικονομολόγοι και οργανισμοί θέτουν ερωτήματα για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην καθημερινή οικονομική ζωή.Το ψηφιακό ευρώ σχεδιάζεται ως επίσημο ευρωπαϊκό μέσο πληρωμής, ελεγχόμενο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η χρήση του θα γίνεται μέσω εφαρμογών και ηλεκτρονικών πορτοφολιών. Με βάση όσα έχουν ανακοινωθεί, ο στόχος είναι να διευκολύνει τις συναλλαγές, να μειώσει το κόστος πληρωμών και να ενισχύσει την ασφάλεια στις μεταφορές χρημάτων. Σε πολλές χώρες, η ψηφιακή οικονομία αναπτύσσεται με ταχύτητα και το σχέδιο έχει παρουσιαστεί ως εργαλείο που θα εκσυγχρονίσει τα συστήματα πληρωμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Παρά την τεχνολογική του διάσταση, το ζήτημα δεν περιορίζεται εκεί. Η μετάβαση σε ένα ψηφιακό νόμισμα συνεπάγεται ότι μέρος της οικονομικής δραστηριότητας θα περάσει σε ένα κεντρικά ελεγχόμενο σύστημα. Αυτό δημιουργεί ερωτήματα για τα δεδομένα, την ιδιωτικότητα και την πρόσβαση των πολιτών στο χρήμα τους. Πολλοί αναρωτιούνται εάν η χρήση του ψηφιακού ευρώ θα παραμείνει προαιρετική ή εάν μελλοντικά θα περιορίσει τη σημασία των μετρητών. Το θέμα των μετρητών είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο, γιατί σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες θεωρούνται μέρος της καθημερινότητας και της οικονομικής αυτονομίας.
Οι φόβοι που εκφράζονται αφορούν κυρίως δύο πεδία: τις καταθέσεις και την κατοχή μετρητών. Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι, εάν το ψηφιακό ευρώ υιοθετηθεί σε μαζική κλίμακα, μεγάλο μέρος των καταθέσεων μπορεί να μετακινηθεί από τις τράπεζες στα ψηφιακά πορτοφόλια των πολιτών. Αυτό θα μπορούσε να μειώσει τη ρευστότητα των τραπεζών, η οποία είναι αναγκαία για τη λειτουργία τους. Η συζήτηση έχει οδηγήσει στην ιδέα ότι ίσως χρειαστούν περιορισμοί για το πόσα ψηφιακά ευρώ θα μπορεί να έχει κάθε πολίτης στο πορτοφόλι του, ώστε να μην αποσταθεροποιηθεί το τραπεζικό σύστημα. Η εφαρμογή τέτοιων ορίων, όμως, θα αποτελούσε σημαντική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την πρόσβαση στο προσωπικό μας χρήμα.
Το δεύτερο πεδίο αφορά τα μετρητά. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τονίσει ότι δεν σκοπεύει να τα καταργήσει. Παράλληλα όμως, πολλές χώρες έχουν υιοθετήσει όρια στη χρήση τους, κυρίως για λόγους πάταξης της φοροδιαφυγής και του ξεπλύματος χρημάτων. Σε αυτό το περιβάλλον, αρκετοί πολίτες εκφράζουν τον φόβο ότι το ψηφιακό ευρώ μπορεί να καταλήξει να μειώσει τη χρήση μετρητών και να ενισχύσει την εξάρτηση από το ηλεκτρονικό σύστημα πληρωμών. Υπάρχει επίσης η ανησυχία ότι, μελλοντικά, η λειτουργία ενός τόσο κεντρικού συστήματος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την επιβολή περιορισμών στις αναλήψεις ή στις μεταφορές κεφαλαίων.
Στο δημόσιο διάλογο έχουν πλέον εμφανιστεί και αναφορές για πιθανό «κούρεμα» καταθέσεων ή για υποβάθμιση της αξίας των μετρητών. Αυτές οι συζητήσεις δεν προέρχονται από επίσημες θέσεις, αλλά από αναλυτές που βλέπουν τον κίνδυνο μιας περισσότερο παρεμβατικής πολιτικής σε περιπτώσεις κρίσης. Το επιχείρημα που προβάλλεται είναι ότι, σε ένα σύστημα ψηφιακού χρήματος, η τεχνική δυνατότητα κράτους και τραπεζών να επιβάλουν μέτρα σε σύντομο χρόνο είναι μεγαλύτερη από ό,τι σήμερα. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα εφαρμοστούν τέτοια μέτρα, αλλά δείχνει τον προβληματισμό για το πόσο ευάλωτοι μπορεί να είναι οι πολίτες όταν το χρήμα τους εξαρτάται από ένα πλήρως ψηφιοποιημένο σύστημα.
Η συζήτηση γίνεται πιο έντονη σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η εμπειρία των capital controls παραμένει νωπή. Οι πολίτες θυμούνται ότι οι περιορισμοί στις αναλήψεις και στις μεταφορές κεφαλαίων επέδρασαν άμεσα στην καθημερινότητα και στις επιχειρήσεις. Στο νέο περιβάλλον, εύλογα τίθεται το ερώτημα: τι θα συμβεί αν μια μελλοντική κρίση οδηγήσει σε παρόμοιες αποφάσεις, αλλά αυτή τη φορά με ένα εργαλείο πολύ πιο εύκολο στη διαχείριση και πολύ πιο ενιαίο σε επίπεδο ΕΕ;
Από την άλλη πλευρά, οι υπέρμαχοι του ψηφιακού ευρώ αναφέρουν ότι η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει στη διασφάλιση σταθερότητας, στη μείωση κόστους και στη βελτίωση της διαφάνειας. Υποστηρίζουν ότι οι πολίτες θα έχουν μια αξιόπιστη, γρήγορη και ασφαλή μέθοδο πληρωμών, ανεξάρτητη από ιδιωτικές πλατφόρμες. Επίσης θεωρούν ότι το ψηφιακό ευρώ θα προσφέρει πρόσβαση σε σύγχρονα συστήματα πληρωμών ακόμη και σε όσους σήμερα δεν έχουν τραπεζικό λογαριασμό.
Παρόλα αυτά, η ανησυχία παραμένει. Η εισαγωγή ενός ψηφιακού νομίσματος από ένα κράτος ή μια υπερεθνική αρχή είναι μια βαθιά αλλαγή, που δεν περιορίζεται σε τεχνικά ζητήματα. Αφορά άμεσα τη σχέση των πολιτών με το χρήμα τους. Η σταδιακή ψηφιοποίηση κάθε συναλλαγής, η καταγραφή των κινήσεων και η δυνατότητα επιβολής περιορισμών δημιουργούν ένα νέο πλαίσιο, που πρέπει να συζητηθεί με ειλικρίνεια και διαφάνεια.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης έχουν μπροστά τους μια δύσκολη ισορροπία. Από τη μια πλευρά ο εκσυγχρονισμός και η ανάγκη να διατηρηθεί η Ευρώπη ανταγωνιστική σε ένα περιβάλλον όπου πολλές μεγάλες οικονομίες προχωρούν σε αντίστοιχα σχέδια. Από την άλλη πλευρά, η προστασία των προσωπικών δικαιωμάτων και της οικονομικής αυτονομίας των πολιτών.
Το ψηφιακό ευρώ θα επηρεάσει την καθημερινή ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Για τον λόγο αυτό, οι αποφάσεις που θα ληφθούν τα επόμενα χρόνια δεν πρέπει να είναι βιαστικές ούτε απόλυτες. Χρειάζεται ξεκάθαρη ενημέρωση, ουσιαστικός δημόσιος διάλογος και δεσμεύσεις για την προστασία της ιδιωτικότητας και της ελευθερίας του πολίτη. Το χρήμα δεν είναι μόνο μέσο συναλλαγών. Είναι στοιχείο αυτοδιάθεσης. Όποια τεχνολογική εξέλιξη το αγγίζει, επομένως, χρειάζεται να αντιμετωπίζεται με πλήρη επίγνωση των συνεπειών της.
Σε κάθε περίπτωση, το ψηφιακό ευρώ δεν πρέπει να παρουσιαστεί ως τετελεσμένο γεγονός αλλά ως επιλογή που πρέπει να αξιολογηθεί προσεκτικά. Οι κοινωνίες χρειάζονται χρόνο, πληροφόρηση και διάλογο για να κατανοήσουν πώς θα λειτουργεί ένα τέτοιο σύστημα και τι θα σημαίνει για την καθημερινότητά τους. Το ζητούμενο δεν είναι να απορριφθεί η τεχνολογία, αλλά να διασφαλιστεί ότι εφαρμόζεται με τρόπο που ενισχύει και δεν περιορίζει την οικονομική ελευθερία των πολιτών.
Η δυστοπική οικονομική επανεκκίνηση της Ευρώπης έρχεται το 2027
Η Ευρώπη βαδίζει προς μία βαθιά και αθέατη οικονομική μετάλλαξη, που επί σειρά ετών παρουσιαζόταν ως τεχνική μεταρρύθμιση, αλλά πλέον προβάλλει σαν μια συνολική αναδιάταξη της σχέσης πολίτη – κράτους – χρήματος. Το 2027 δεν παρουσιάζεται απλώς ως έτος-ορόσημο για την εφαρμογή του Ψηφιακού Ευρώ, αλλά ως η στιγμή όπου το οικονομικό τοπίο της ηπείρου θα αλλάξει ριζικά, με συνέπειες που ελάχιστοι έχουν αντιληφθεί.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν κυκλοφορήσει και τις αναλύσεις που πυκνώνουν, η ΕΕ βρίσκεται ένα βήμα πριν από την πλήρη εισαγωγή ενός νέου νομισματικού μοντέλου που θα στηρίζεται αποκλειστικά σε ψηφιακές συναλλαγές, ενώ η χρήση μετρητών αναμένεται να τεθεί υπό αυστηρούς περιορισμούς – ή και σε καθεστώς πρακτικής απαγόρευσης. Παρουσιάζεται ως «αναγκαία τεχνολογική προσαρμογή», όμως αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη ακόμη συγκέντρωση ελέγχου που έχει επιχειρηθεί στην Ευρώπη από την ίδρυση της Ένωσης.
Το σχέδιο συνδέεται άμεσα με τη διακηρυγμένη ανάγκη για «οικονομική ασφάλεια» μετά από μια δεκαετία κρίσεων: πανδημίες, πολέμους, ενεργειακά σοκ, πληθωρισμό και κλυδωνισμούς του διεθνούς συστήματος. Η κουρασμένη ευρωπαϊκή κοινωνία δείχνει να αντιμετωπίζει το αφήγημα της ψηφιακής μετάβασης με μοιρολατρία. Όμως, πίσω από τη βιτρίνα της τεχνολογικής καινοτομίας, αναδύεται ένα μοντέλο απόλυτης νομισματικής επιτήρησης, όπου κάθε συναλλαγή θα καταγράφεται, κάθε μεταφορά πόρων θα μπορεί να ελέγχεται και κάθε οικονομική δραστηριότητα θα περνά μέσα από κεντρικά ψηφιακά συστήματα.
Το Ψηφιακό Ευρώ παρουσιάζεται ως συνέχεια των μετρητών, αλλά στην πράξη φαίνεται να επιδιώκει την αντικατάστασή τους. Η κατάργηση της φυσικής μορφής χρήματος θα καταστήσει αδύνατη κάθε οικονομική πράξη εκτός ενός κεντρικά διαχειριζόμενου δικτύου. Οι πολίτες δεν θα κατέχουν πια «χρήμα», αλλά πρόσβαση σε έναν ψηφιακό λογαριασμό που θα λειτουργεί με κανόνες που θα καθορίζει κεντρική αρχή και όχι η αγορά ή η ίδια η κοινωνία.
Το άρθρο που αποτέλεσε αφορμή για αυτήν την ανάλυση δεν μιλά απλώς για ψηφιακό μετασχηματισμό – μιλά για «δυστοπική επανεκκίνηση» της Ευρώπης. Και πράγματι, το σενάριο αυτό περιγράφει μια κοινωνία όπου οι οικονομικές ελευθερίες καταργούνται για χάρη ενός συστήματος απόλυτα ελεγχόμενου, χωρίς περιθώρια ανωνυμίας, χωρίς περιθώρια αυθόρμητης οικονομικής δράσης και με πλήρη δυνατότητα διακοπής συναλλαγών για οποιονδήποτε λόγο.
Όταν το χρήμα παύει να είναι αντικείμενο κατοχής και μετατρέπεται σε ψηφιακή εγγραφή που παραχωρείται προσωρινά, τότε ο φορέας διαχείρισης αποκτά εξουσίες δυσανάλογες με οτιδήποτε έχουμε γνωρίσει. Θα μπορεί να επιβάλλει όρια, να ελέγχει αγορές, να παρακολουθεί τάσεις και συμπεριφορές, να εντοπίζει πολιτικά «ύποπτες» συναλλαγές ή να τιμωρεί οικονομικά αποκλίνοντες πολίτες. Ακόμη και το πάγωμα λογαριασμών – ένα δυσάρεστο εργαλείο που σήμερα εφαρμόζεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις – μπορεί να γίνει συνήθης μηχανισμός συμμόρφωσης.
Αντιστοίχως, οι επιχειρήσεις θα λειτουργούν σε περιβάλλον όπου τα πάντα θα είναι διαφανή για την κεντρική εξουσία: έσοδα, έξοδα, πληρωμές, προμηθευτές, αποθέματα. Η αυτονομία τους θα συρρικνωθεί, ενώ η συμμόρφωση με τους κανόνες που θα επιβάλλονται κάθε φορά θα κρίνεται από την πρόσβαση στο ψηφιακό σύστημα πληρωμών.
Στο πλαίσιο αυτό, η απαγόρευση συναλλαγών με μετρητά δεν παρουσιάζεται απλώς σαν τεχνική διευκόλυνση, αλλά ως «τέλος μιας εποχής». Το μετρητό – το τελευταίο προπύργιο οικονομικής ανεξαρτησίας του πολίτη – εξαφανίζεται. Η δυνατότητα να πραγματοποιήσει κάποιος συναλλαγές χωρίς να αφήνει ψηφιακό αποτύπωμα εξαλείφεται. Δεν είναι απλώς θέμα ανωνυμίας· είναι θέμα ελευθερίας. Η φυσική παρουσία του χρήματος εξασφάλιζε ένα ελάχιστο κομμάτι ιδιωτικότητας και ανεξαρτησίας από το κράτος. Η κατάργησή του ανοίγει την πόρτα σε έναν νέο οικονομικό κόσμο όπου η έννοια του απορρήτου εξαφανίζεται.
Ανάλογες πρακτικές έχουν ήδη υιοθετηθεί σε άλλες χώρες, σε αρχικό στάδιο: συστήματα κοινωνικής αξιολόγησης, ψηφιακές ταυτότητες που συνδέονται με οικονομική δραστηριότητα, ηλεκτρονική χαρτογράφηση καταναλωτικών συνηθειών. Το ευρωπαϊκό σχέδιο, όπως παρουσιάζεται, θα μπορούσε να μετατραπεί στο πιο ολοκληρωμένο σύστημα οικονομικού ελέγχου παγκοσμίως. Και αυτό ακριβώς είναι που δημιουργεί ανησυχία: όχι η τεχνολογία καθαυτή, αλλά η κλίμακα της κεντρικοποίησης.
Το άρθρο θέτει επίσης κρίσιμο ερώτημα: τι θα συμβεί σε μια περίοδο πολιτικών εντάσεων, κοινωνικών αναταραχών ή ακόμη και οικονομικών αδιεξόδων; Ένα τέτοιο σύστημα θα δίνει στην εκάστοτε κυβέρνηση υπερεξουσίες. Μπορεί να απαγορεύσει συναλλαγές συγκεκριμένων ομάδων, να παγώσει λογαριασμούς αντιφρονούντων, να επιβάλει «στοχευμένους περιορισμούς» που θα βαφτίζονται ως αναγκαίοι για το δημόσιο συμφέρον. Η μετάβαση από την ασφάλεια στον έλεγχο μπορεί να γίνει αθόρυβα και απροειδοποίητα.
Ταυτόχρονα, η εισαγωγή του ψηφιακού νομίσματος προσφέρει στη γραφειοκρατία της ΕΕ ένα εργαλείο πλήρους διαφάνειας των οικονομικών ροών. Και ενώ η διαφάνεια μπορεί να είναι επιθυμητή στις υποθέσεις διαφθοράς ή παράνομων δραστηριοτήτων, είναι άλλο πράγμα να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για την κατάργηση κάθε ιδιωτικού χώρου. Η οριακή γραμμή ανάμεσα στη νομιμότητα και την υπερβολή είναι λεπτή, και η ιστορία διδάσκει ότι όπου υπάρχει απόλυτη δύναμη, υπάρχει και κατάχρηση.
Οι επικριτές προειδοποιούν ότι η νέα εποχή του χρήματος δεν θα είναι εποχή ελευθερίας, αλλά εποχή εξάρτησης. Η ψηφιακοποίηση των συναλλαγών μπορεί να παρουσιαστεί ως «μοντέρνα», «πράσινη» και «ευέλικτη», αλλά στην πράξη θα σημάνει ότι τα κράτη – και μέσω αυτών, υπερεθνικοί μηχανισμοί – θα έχουν πρόσβαση σε κάθε οικονομική πληροφορία κάθε πολίτη. Η ιδέα ενός νομίσματος που ανήκει στον άνθρωπο αντικαθίσταται από ένα νόμισμα που ανήκει στην εξουσία.
Αν η Ευρώπη πράγματι προχωρήσει προς την κατεύθυνση της πλήρους ψηφιοποίησης του νομίσματος και της κατάργησης των μετρητών, θα πρόκειται για μία από τις πιο βαθιές κοινωνικές αλλαγές της σύγχρονης εποχής επειδή αλλάζει ο ίδιος ο ορισμός της οικονομικής ελευθερίας.
Η Ευρώπη μοιάζει έτοιμη να παραδώσει στα χέρια των τεχνοκρατών την ίδια της την οικονομική ψυχή. Το ερώτημα δεν είναι αν το ψηφιακό ευρώ θα λειτουργεί. Το ερώτημα είναι: ποιος θα το ελέγχει – και ποιος τελικά θα ελέγχεται από αυτό;
Αυτή είναι η ουσία του προβληματισμού. Και αυτή είναι η μεγάλη – ίσως η μεγαλύτερη – πρόκληση που οι ευρωπαϊκές κοινωνίες θα κληθούν να αντιμετωπίσουν μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου