Οι βιβλιοθηκάριοι της Βασιλικής Βιβλιοθήκης της Στοκχόλμης φρουρούσαν με επιμέλεια ένα τεράστιο βιβλίο, αληθινό κειμήλιο της πανανθρώπινης Ιστορίας, που αποτελεί ίσως το πιο μυστηριώδες βιβλίο του κόσμου.
Το επίσημο όνομά του είναι “Codex Gigas”, αλλά είναι ευρέως γνωστό ως η “Βίβλος του Διαβόλου”. Το μέγεθός του είναι κυριολεκτικά ασύλληπτο, καθώς χρειάζονται τρεις άνθρωποι για να το μεταφέρουν! Το μήκος του είναι 90 εκατοστά και το πλάτος του είναι 50 εκατοστά.
Αποτελείται πλέον από 309 σελίδες, αν και άλλοτε είχε 317. Άραγε τι απέγιναν οι υπόλοιπες 8 σελίδες; Αυτό είναι ένα ακόμη από τα μυστήρια που το περιβάλλουν. Η παράδοξη αυτή “Βίβλος του Διαβόλου” έχει τη σατανική ιδιότητα να χάνει και από ένα φύλλο σε αραιότατα διαστήματα, αν και οι βιβλιοθηκάριοι το φρουρούσαν μέρα-νύχτα. Πολλές φορές κλήθηκαν να λύσουν το μυστήριο, αλλά στάθηκε αδύνατον. Έτσι, γεννήθηκαν γύρω του ένα σωρό θρύλοι, που το κατέστησαν ελκυστικότατο.
Άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα του μυστηριακού αυτού βιβλίου είναι ότι είχε γραφτεί αποκλειστικά και μόνο από το χέρι ενός μοναδικού ανθρώπου, τουλάχιστον το πρώτο μέρος του.
Αλλά το σπουδαιότερο ήταν ότι γράφτηκε πάνω σε περγαμηνή, για την οποία χρειάστηκαν τα δέρματα από 160 όνους. Τα γράμματά του ήταν γοτθικής καλλιγραφικής μορφής. Τα κεφαλαία του ήταν δομημένα από χρυσάφι, στολισμένα με μεγάλη ποικιλία χρωμάτων και οι σελίδες του ήταν περίτεχνα διακοσμημένες με κομψές μικρογραφίες. Ήταν δεμένο με δέρμα και ξύλο βελανιδιάς πάχους 4,5 εκατοστών, στερεότατα δεμένο και έκλεινε με αριστοτεχνικές κλειδαριές.
Όταν ξέσπασε μια μεγάλη πυρκαγιά στη Στοκχόλμη στις 7 Μαΐου του 1697, οι πυροσβέστες, για να σώσουν το σπανιότατο αυτό βιβλίο, το πέταξαν στην αυλή κι έτσι, υπέστη αρκετές ζημιές, που όμως επιδιορθώθηκαν από επιδέξιους τεχνίτες. Μάλιστα, στη μια του άκρη φέρει ακόμη τα σημάδια των κρίκων, από τους οποίους, κατά τη συνήθεια του Μεσαίωνα, περνούσε μια αλυσίδα και δενόταν, για να φυλάσσεται από τους κλέφτες.
Το περιεχόμενο της “Βίβλου του Διαβόλου” είναι πολυποίκιλο κι εντελώς ανόμοιο. Αρχίζει με την Παλαιά Διαθήκη, συνεχίζει με την Καινή Διαθήκη, ακολούθως περιέχεται η Ιστορία του ιουδαϊκού κράτους, χρονογραφικές σημειώσεις του περίφημου θεολόγου Ισιδώρου της Σεβίλης, το “Χρονικό του Κοσμά”, ένα βιβλίο μετανοίας, ένα ημερολόγιο κι ένα πολυτιμότατο νεκρολόγιο της Βοημίας.
Στο τέλος, υπάρχουν διάφορες καβαλιστικές συνταγές για τη θεραπεία διαφόρων ασθενειών, για την ανακάλυψη κλεπτών, μαγείες, εξορκισμοί κι ένα σωρό άλλα. Το ημερολόγιο τελείωνε στο έτος 1229, από το οποίο οριζόταν και η ηλικία του μυστηριώδους αυτού βιβλίου.
Αλλά πού γράφτηκε ο περίφημος “Codex Gigas”; Η πιθανότερη απάντηση που έδωσαν οι ειδικοί μελετητές είναι ότι γράφτηκε στο Podlazice, μοναστήρι της Βοημίας. Άλλωστε, υπάρχουν μερικοί στίχοι του κειμένου που φανερώνουν ότι ο πρώτος κάτοχός του έζησε στο μοναστήρι εκείνο. Αργότερα, όμως, οι μοναχοί αναγκάστηκαν να το παραδώσουν στο μοναστήρι του Brevnov, προκειμένου να το εξασφαλίσουν από τις επιδρομές των ληστών.
Κατά τους χρόνους εκείνους, γύρω στο 1594, ο Αυτοκράτορας Rudolf II, περιώνυμος μαικήνας των Τεχνών και των Γραμμάτων, θέλησε να το δει. Διέταξε, λοιπόν, και έφεραν τη “Βίβλο του Διαβόλου” στην Πράγα, όπου και παρέμεινε στην Αυτοκρατορική Βιβλιοθήκη μέχρι το 1648. Μετά από διάφορες περιπέτειες, βρέθηκε τελικά στα χέρια της Βασίλισσας Χριστίνας της Σουηδίας, όπου και φυλάσσεται έως και σήμερα.
Όμως, γιατί το το γιγαντιαίο αυτό χειρόγραφο ονομάζεται “Βίβλος του Διαβόλου”; Σύμφωνα, λοιπόν, με τον πιο διαδεδομένο θρύλο που είχε καταγραφεί από πολλές ιστορικές πηγές, συγγραφέας του πελώριου αυτού βιβλίου ήταν ένας μοναχός, ο οποίος είχε παραβιάσει τους μοναστικούς κανόνες και είχε καταδικαστεί σε θάνατο με εντοιχισμό, δηλαδή να τον χτίσουν ζωντανό μέσα σε κάποιον τοίχο και να τον αφήσουν εκεί να πεθάνει.
Εκείνος, όμως, προκειμένου να γλιτώσει από ένα τέτοιο αργό και μαρτυρικό τέλος, υποσχέθηκε στον Ηγούμενο της Μονής να δημιουργήσει μέσα σε μια νύχτα μόνο ένα βιβλίο, για να δοξάσει το μοναστήρι παντοτινά και το οποίο θα περιείχε όλη την ανθρώπινη γνώση. Αν δεν το είχε ολοκληρώσει μέχρι το ξημέρωμα, τότε θα θανατωνόταν.
Γύρω στα μεσάνυχτα, όμως, άρχισε να συνειδητοποιεί ότι δε θα μπορούσε να τα καταφέρει μόνος του. Έτσι, αποφάσισε να προσευχηθεί, όχι στον Θεό, αλλά στον Διάβολο, ζητώντας του να τον βοηθήσει να ολοκληρώσει το έργο του και εκείνος σε αντάλλαγμα θα του πρόσφερε την ψυχή του.
Ο Διάβολος, πράγματι, ολοκλήρωσε το κολοσσιαίο χειρόγραφο με εξαιρετικά περίτεχνο τρόπο και ο μοναχός, για να τον τιμήσει και για να του εκφράσει την ευγνωμοσύνη του, πρόσθεσε την απεικόνιση του Διαβόλου σε μια από τις σελίδες του.
Σε πειράματα που πραγματοποιήθηκαν στη σύγχρονη εποχή, κατέστη σαφές ότι για την επίτευξη ενός τέτοιου ογκωδέστατου και καλλιτεχνικότατου έργου και για την ακριβή αναπαραγωγή του θα απαιτούνταν πέντε χρόνια συνεχούς καταγραφής, χωρίς διάλειμμα και χωρίς σταματημό μέρα και νύχτα!
Υπάρχει, όμως, κι ένας άλλος θρύλος, παρεμφερής, ο οποίος είχε ως εξής:
Ο Διάβολος άκουσε τον καταδικασμένο μοναχό να τον καλεί, ζητώντας του βοήθεια εκείνη την κρίσιμη νύχτα. Του φανερώθηκε, λοιπόν, μέσα σε φλόγες και του υποσχέθηκε πως θα τον έσωζε την ύστατη στιγμή.
Πράγματι, την επόμενη ημέρα το πρωί, όλοι οι μοναχοί ετοιμάστηκαν να παραστούν στο μαρτύριο του αδελφού τους. Ο κατάδικος, με δεμένα πισθάγκωνα τα χέρια, οδηγήθηκε εκεί που είχε οριστεί. Οι χτίστες βαστούσαν τα μυστριά τους και ο Ηγούμενος διάβαζε τις στερνές ευχές των ψυχορραγούντων, όταν έξαφνα ακούστηκε να σημαίνει η μεγάλη καμπάνα με τρόπο διαβολικό. Όλοι σάστισαν. Τότε, ο κατάδικος, που αναθάρρησε, φώναξε βροντερά:
“Αν είσαι ο σύντροφός μου, φανερώσου αμέσως για να με ελευθερώσεις”.
Τότε, ο Διάβολος, με μορφή και ράσο καλόγερου, παρουσιάστηκε στην κορυφή του πανύψηλου καμπαναριού, πήδησε από τεράστιο ύψος και προσγειώθηκε ανέπαφος και αλάβωτος εμπρός του κι έλυσε ευθύς τα δεσμά του καταδίκου.
Οι μοναχοί, μόλις είδαν αυτό το απίστευτο θέαμα, νόμισαν πως ήταν κάποιος Άγιος και έπεσαν γονυπετείς. Μα, ο Διάβολος ούρλιαξε:
“Άθλιοι αμαρτωλοί! Σηκωθείτε αμέσως και τρέξτε να μου φέρετε καθένας όσους όνους συναντήσετε στον δρόμο σας!”
Επειδή, όμως, τα γαϊδουράκια δεν ήταν και πολύ συνηθισμένα στη Βοημία, χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια, μέχρι να συγκεντρωθούν τα 160 που απαιτούνταν. Κατόπιν, τελέστηκε μια τρομακτική ειδωλολατρική εκατόμβη. Παρουσία του Σατανά, τα δυστυχισμένα ζωντανά σφάχτηκαν και γδάρθηκαν, ενώ τα δέρματά τους, καλά κατεργασμένα, αποτέλεσαν το διαβόητο τούτο βιβλίο.
Στη συνέχεια, ο Διάβολος, για να τυραννήσει και τον προστατευόμενό του, τον κλείδωσε σ’ έναν ψηλό πύργο και του είπε:
“Δε θα πεθάνεις, αν δεν τελειώσεις πρώτα το βιβλίο μου”.
Ο δύσμοιρος μοναχός ρίχτηκε στη δουλειά. Έγραφε, έγραφε σαν κυριολεκτικά δαιμονισμένος. Τα χρόνια περνούσαν, μα το καταραμένο βιβλίο δεν έλεγε να τελειώσει. Ο Διάβολος, άλλωστε, συνήθιζε κατά διαστήματα να του κλέβει κι ένα φύλλο, για να αναγκάζει τον μοναχό να το αντιγράψει.
Έτσι, πέρασαν δυο ολόκληροι αιώνες, όπου συχνά-πυκνά ο μοναχός ικέτευε τον Διάβολο να τον αφήσει επιτέλους να αναπαυθεί κι αυτός σ’ έναν τάφο. Κάποτε, ο Σατανάς πείστηκε και μόλις ο καταδικασμένος μοναχός έγραψε την λέξη “ΤΕΛΟΣ”, το νήμα της πολύπαθης ζωής του κόπηκε μεμιάς.
Η “Βίβλος του Διαβόλου”, που θεωρείται το πιο μυστηριώδες βιβλίο του κόσμου, καθώς περιλαμβάνει στις σελίδες του την απεικόνιση του ίδιου του Σατανά και σύμφωνα με τους θρύλους, ολοκληρώθηκε με τη συνδρομή του, αποτελεί το καύχημα της Βασιλικής Βιβλιοθήκης της Στοκχόλμης και το φόβητρο για χιλιάδες πιστούς.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 23/12/1926…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου