Η Σαουδική Αραβία βρίσκεται πλέον σε ένα σταυροδρόμι, όπου
σημαντικά ζητήματα τόσο της εσωτερικής της ασφάλειας όσο και των διεθνών
της σχέσεων, κλιμακώνονται και αποτελούν λόγους κλυδωνισμού της
σταθερότητας της, όσο και των γειτόνων της.
Του Ιωάννη Μιχαλέτου
ΠΗΓΗ: http://www.rimse.gr/
Ζητήματα τρομοκρατίας
Το 2007, ο Αμερικανός αξιωματούχος Stuart Levey, αναπληρωτής γραμματέας για τη διεθνή τρομοκρατία και τις πληροφορίες του Αμερικανικού ΥΠ.ΟΙΚ, δήλωσε ευθέως ότι η μόνη χώρα στην οποία κυρώσεις θα είχαν ως αποτέλεσμα την αποτελεσματική δράση ενάντια στη διεθνή τρομοκρατία, είναι η Σαουδική Αραβία.
Την αμέσως προηγούμενη περίοδο, η επιτροπή της Αμερικανικής Γερουσίας που ερευνούσε την 11η Σεπτεμβρίου, κατέληξε στο επίσημο πόρισμα της ότι ένα δίκτυο με τη επωνυμία “Χρυσή αλυσίδα” Σαουδαράβων και κατοίκων του Κόλπου ήταν οι βασικοί υποστηρικτές του Μπιν Λάντεν και της Αλ Κάιντα από ιδρύσεως της, χρησιμοποιώντας ως αγωγούς μεταφοράς κεφαλαίων ΜΚΟ και φιλανθρωπικές οργανώσεις, αρκετές εκ των οποίων στη συνέχεια τέθηκαν στη μαύρη λίστα του ΟΗΕ.
Το 2004, Ισραηλινές οικογένειες θυμάτων τρομοκρατικής δράσης, υπέβαλλαν αγωγές ύψους 2 δισ. δολαρίων σε δικαστήριο της Νέα Υόρκης εις βάρος της “Arab Bank της Ιορδανίας” κατηγορώντας της ότι προωθούσε κεφάλαια της Σαουδαραβικής οργάνωσης “Saudi Committee for the Support of the Al Quds Intifada”. Η τελευταία χρηματοδοτούσε επιθέσεις αυτοκτονίας.
Το 2008 το Αμερικανικό προξενείο στην Λαχώρη του Πακιστάν απέστειλε τηλεγράφημα στην Ουάσινγκτον, όπου πληροφορούσε ότι ανά έτος 100 εκατ. δολάρια αποστέλλονται από χρηματοδότες στη Σ. Αραβία προς Ισλαμικές οργανώσεις Deobandi και Ahl-i-Hadith, που προωθούσαν φονταμενταλιστικές τάσεις στην περιοχή και καθοδηγούσαν τρομοκρατικές ενέργειες στη χώρα.
Η εμπλοκή της Σαουδικής Αραβίας με τις ΜΚΟ και τη φιλανθρωπία έχει τις ρίζες της από τη δεκαετία του 1960, όπου προωθήθηκε μετά επιτάσεως η εξάπλωση του τοπικού Γουαχαμπιστικού Ισλάμ ως αντίκρουση τόσο των κοσμικών Αραβικών καθεστώτων στην περιοχή (Αίγυπτος, Συρία, Ιράκ), όσο και εναντίον των Σιιτών και του Ιράν συγκεκριμένα.
Οι οργανώσεις αυτές σύντομα αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος για τον εξοπλισμό τρομοκρατικών ομάδων, αλλά και την ριζοσπαστικοποίηση Μουσουλμανικών κοινοτήτων σε δεκάδες κράτη.
Εργαλειοποίηση της θρησκείας
Το 1962 ιδρύθηκε η “Muslim World League (MWL)” ως βασικό εργαλείο και το 1972 την Muslim Youth (WAMY), ενώ λίγο αργότερα ακολούθησαν η Al Haramain Foundation, και η International Islamic Relief Organization (IIRO).
Στο Αφγανιστάν, στη Τσετσενία, τη Βοσνία, το Κόσοβο, το Κασμίρ, κ.α., οι οργανώσεις αυτές αποτέλεσαν τον αγωγό μεταφοράς κεφαλαίων που πάντοτε κατέληγαν στα χέρια πολεμάρχων-Μουτζαχεντίν.
Μεταξύ 1970-2012 η Σαουδαραβική κυβέρνηση ξόδεψε πάνω από 120 Δις Δολάρια για την μεγέθυνση και εξάπλωση ενός πολυπλόκαμου συστήματος οργανώσεων που μεταξύ των άλλων ίδρυσαν πάνω από 1500 τζαμιά, 2000 Ισλαμικά σχολεία, 200 Ισλαμικά κολέγια, 150 Ισλαμικά κέντρα και χρηματοδότησαν μια ολόκληρη γενιά Ιμάμηδων από τον Ισλαμικό κόσμο που προώθησε εν συνεχεία στους τόπους καταγωγής τους και την πολιτική γραμμή του Ριάντ.
Επιπλέον σε Ινδία, Πακιστάν και Μπαγκλαντές ιδρύθηκαν πάνω από 10.000 Μεντρεσέδες Ντεομπάντι, ενώ πλέον το ενδιαφέρον έχει στραφεί στο Αφγανιστάν όπου τους επόμενους μήνες εγκαινιάζεται το κόστους 100 εκατ. δολαρίων Ισλαμικό κέντρο της Καμπούλ, ελεγχόμενο ήδη από Ντεομπάντι του Πακιστάν.
Στις ΗΠΑ, εκτιμάται από το Κογκρέσο της χώρας, ότι το 50% των εκεί Ισλαμικών κέντρων ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από τη Σαουδική Αραβία και αξίζει να σημειωθεί ότι τουλάχιστον 50 από αυτά έκλεισαν μετά την 11/9 όταν αποδείχθηκε ότι τροφοδοτούσαν τη Ισλαμογενή τρομοκρατία διεθνώς, με γνωστότερα τα: Muslim World League, World Assembly of Muslim Youth, Al Haramain Foundation, SAAR Foundation, the International Institute of Islamic Thought και School of Islamic and Social Sciences.
Προκλήσεις
Η “Αραβική Άνοιξη” του 2011 έφερε την πρώτη σοβαρή πρόκληση στον Οίκο των Σαούντ από τη δεκαετία του 1920. Προκειμένου να κατευναστούν οι εύλογες ανησυχίες ότι θα υπάρξει ξεσηκωμός για τη διεκδίκηση δημοκρατικών δικαιωμάτων, σε συνδυασμό με τη δράση των πυρήνων που μετέπειτα στήριξαν το Ισλαμικό Κράτος (Ι.Κ.), το Ριάντ αποφάσισε να διοχετεύσει πάνω από 150 Δις δολάρια εν είδη “δωροδοκίας” προς τους υπηκόους του.
Το “πακέτο” αυτό περιελάμβανε 60.000 διορισμούς στο Υπουργείο Εσωτερικών, τη χρηματοδότηση κατασκευής 50.000 ιδιωτικών κατοικιών, μεγάλη αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, επιδότηση στεγαστικών δανείων και μικρών επιχειρήσεων και περαιτέρω χρηματοδότηση υποτροφιών αλλά και του συστήματος υγείας.
Ταυτόχρονα άρχισε η “προώθηση” εξτρεμιστικών στοιχείων προς τα πεδία μαχών της Συρίας, του Ιράκ αλλά και της Λιβύης προκειμένου αφενός να στηριχθούν γεωπολιτικοί σκοποί και αφετέρου να απαλλαγεί η Σ.Α. από τη δράση εν δυνάμει ανατροπέων της τάξης στη χώρα. Αυτή η προσπάθεια όμως κόστισε αρκετά δισ. δολάρια και πλέον το Ριάντ έχει καταστεί βασικός χρηματοδότης του Ι.Κ. και πολλών άλλων ομάδων και τυχόν διακοπή αυτής της στήριξης θα στρέψει τους φανατικούς εις βάρος του, όπως έχει ήδη αρχίσει να διαφαίνεται τους τελευταίους μήνες.
Προσέτι, ο νέος ηγεμόνας της Σ.Α. προωθεί νέο “πακέτο” εκτιμώμενο σε 40 δισ. δολάρια ενώ συνεχίζονται τα εξοπλιστικά προγράμματα, με αποτέλεσμα να ξοδεύει για το 2015 πάνω από 80 δισ. δολάρια σε αμυντικό προϋπολογισμό. Ο πόλεμος στην Υεμένη και η συνέχιση της χρηματοδότησης του Σίσι στην Αίγυπτο περαιτέρω επιβαρύνουν τα χρηματοοικονομικά δεδομένα της Σ.Α.
Ταυτόχρονα το εργατικό δυναμικό εξακολουθεί να αποτελείται κατά πλειονότητα από αλλοδαπούς ενώ είναι πλέον εμφανής η δραματική αύξηση του πληθυσμού και ο σχηματισμός μεγάλων ομάδων νέων που ζουν αποκλειστικά από τη κρατική σίτιση & φιλανθρωπία.
Μέσα σε όλα αυτά, από τα μέσα του 2014 η Σ.Α. αποφάσισε να συντελέσει στη μεγάλη μείωση των τιμών αργού πετρελαίου διεθνώς με διττό σκοπό. Από τη μία πλευρά να μειώσει την παραγωγή του ανταγωνιστικού σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ και από την άλλη να πλήξει την Ρωσική και την Ιρανική οικονομία.
Το αποτέλεσμα για την ίδια την Σαουδαραβία, ήταν η μεγέθυνση του δικού της ελλείμματος σε συνδυασμό με τις υπερβάλλουσες δαπάνες και περιστάσεις που προαναφέρθηκαν.
Αποτελέσματα
Επιπλέον, η συνέχιση του πολέμου στην Υεμένη σε άθροισμα της συνεχιζόμενης χρηματοδότησης της Σ.Α. των προσπαθειών ανατροπής των κυβερνήσεων της Συρίας, αλλά και του Ιράκ, μεγεθύνει τις απώλειες και εντείνει και τις ανησυχίες ευρύτερα στη χώρα για το οικονομικό της μέλλον.
Λίαν αξιόπιστες πληροφορίες, αναφέρουν ότι εκατοντάδες εκατ. δολάρια φεύγουν από τη χώρα ημερησίως και μετατρέπονται σε ακίνητα, συμμετοχές και ομόλογα στο εξωτερικό, ενώ η τοπική αγορά μετοχών και ομολόγων καταρρέει.
Ακόμα, πρέπει να σημειωθεί ότι οι πρόσφατες αλλαγές στη Δυναστική διαδοχή που επέβαλλε ο νέος Βασιλιάς, έχουν ανατρέψει μεταξύ των άλλων και οικονομικούς συσχετισμούς μεταξύ της πολυπληθούς μερίδας των Πριγκίπων του Οίκου των Σαούντ, με αρκετούς από τους “παραγκωνισμένους” να μεταφέρουν τα κεφάλαια τους εκτός της χώρας.
Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προστεθούν οι ανάγκες για ευρύτατη ανασυγκρότηση του πετρελαϊκού τομέα της οικονομίας τα επόμενα 20 έτη, λόγω υπεράντλησης των καλών κοιτασμάτων και ανάγκης εξεύρεσης και εκμετάλλευσης νέων πηγών σε συνδυασμό με διαρκείς ανάγκες για τοπική ενέργεια αλλά και μεγαλεπήβολα σχέδια για ίδρυση νέων πόλεων και συντήρησης τω ήδη πολυδάπανων υποδομών στη χώρα αυτή με εκτιμώμενο κόστος άνω των 800 Δις δολαρίων μέχρι το 2030.
Σημεία προσοχής
>Συνέχιση του πολέμου στην Υεμένη
>Βαθμιαία διείσδυση του Ισλαμικού Κράτους στη Σ.Α.
>Συμφωνία ΗΠΑ-Ιράν που θα ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή
>Ριζοσπαστικοποίηση των Σιιτικών κοινοτήτων στην Σ.Α. που ευρίσκονται στις Ανατολικές επαρχίες όπου και παράγεται το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου (το 18% του πληθυσμού είναι Σιίτες)
>Νέες ανάγκες χρηματοδότησης των υπηκόων λόγω κοινωνικών αναταραχών
>Νέες ανάγκες χρηματοδότησης στη Βόρεια Αφρική λόγω της εκεί αποσταθεροποίησης. http://www.defence-point.gr/news/?p=130717
Του Ιωάννη Μιχαλέτου
ΠΗΓΗ: http://www.rimse.gr/
Ζητήματα τρομοκρατίας
Το 2007, ο Αμερικανός αξιωματούχος Stuart Levey, αναπληρωτής γραμματέας για τη διεθνή τρομοκρατία και τις πληροφορίες του Αμερικανικού ΥΠ.ΟΙΚ, δήλωσε ευθέως ότι η μόνη χώρα στην οποία κυρώσεις θα είχαν ως αποτέλεσμα την αποτελεσματική δράση ενάντια στη διεθνή τρομοκρατία, είναι η Σαουδική Αραβία.
Την αμέσως προηγούμενη περίοδο, η επιτροπή της Αμερικανικής Γερουσίας που ερευνούσε την 11η Σεπτεμβρίου, κατέληξε στο επίσημο πόρισμα της ότι ένα δίκτυο με τη επωνυμία “Χρυσή αλυσίδα” Σαουδαράβων και κατοίκων του Κόλπου ήταν οι βασικοί υποστηρικτές του Μπιν Λάντεν και της Αλ Κάιντα από ιδρύσεως της, χρησιμοποιώντας ως αγωγούς μεταφοράς κεφαλαίων ΜΚΟ και φιλανθρωπικές οργανώσεις, αρκετές εκ των οποίων στη συνέχεια τέθηκαν στη μαύρη λίστα του ΟΗΕ.
Το 2004, Ισραηλινές οικογένειες θυμάτων τρομοκρατικής δράσης, υπέβαλλαν αγωγές ύψους 2 δισ. δολαρίων σε δικαστήριο της Νέα Υόρκης εις βάρος της “Arab Bank της Ιορδανίας” κατηγορώντας της ότι προωθούσε κεφάλαια της Σαουδαραβικής οργάνωσης “Saudi Committee for the Support of the Al Quds Intifada”. Η τελευταία χρηματοδοτούσε επιθέσεις αυτοκτονίας.
Το 2008 το Αμερικανικό προξενείο στην Λαχώρη του Πακιστάν απέστειλε τηλεγράφημα στην Ουάσινγκτον, όπου πληροφορούσε ότι ανά έτος 100 εκατ. δολάρια αποστέλλονται από χρηματοδότες στη Σ. Αραβία προς Ισλαμικές οργανώσεις Deobandi και Ahl-i-Hadith, που προωθούσαν φονταμενταλιστικές τάσεις στην περιοχή και καθοδηγούσαν τρομοκρατικές ενέργειες στη χώρα.
Η εμπλοκή της Σαουδικής Αραβίας με τις ΜΚΟ και τη φιλανθρωπία έχει τις ρίζες της από τη δεκαετία του 1960, όπου προωθήθηκε μετά επιτάσεως η εξάπλωση του τοπικού Γουαχαμπιστικού Ισλάμ ως αντίκρουση τόσο των κοσμικών Αραβικών καθεστώτων στην περιοχή (Αίγυπτος, Συρία, Ιράκ), όσο και εναντίον των Σιιτών και του Ιράν συγκεκριμένα.
Οι οργανώσεις αυτές σύντομα αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος για τον εξοπλισμό τρομοκρατικών ομάδων, αλλά και την ριζοσπαστικοποίηση Μουσουλμανικών κοινοτήτων σε δεκάδες κράτη.
Εργαλειοποίηση της θρησκείας
Το 1962 ιδρύθηκε η “Muslim World League (MWL)” ως βασικό εργαλείο και το 1972 την Muslim Youth (WAMY), ενώ λίγο αργότερα ακολούθησαν η Al Haramain Foundation, και η International Islamic Relief Organization (IIRO).
Στο Αφγανιστάν, στη Τσετσενία, τη Βοσνία, το Κόσοβο, το Κασμίρ, κ.α., οι οργανώσεις αυτές αποτέλεσαν τον αγωγό μεταφοράς κεφαλαίων που πάντοτε κατέληγαν στα χέρια πολεμάρχων-Μουτζαχεντίν.
Μεταξύ 1970-2012 η Σαουδαραβική κυβέρνηση ξόδεψε πάνω από 120 Δις Δολάρια για την μεγέθυνση και εξάπλωση ενός πολυπλόκαμου συστήματος οργανώσεων που μεταξύ των άλλων ίδρυσαν πάνω από 1500 τζαμιά, 2000 Ισλαμικά σχολεία, 200 Ισλαμικά κολέγια, 150 Ισλαμικά κέντρα και χρηματοδότησαν μια ολόκληρη γενιά Ιμάμηδων από τον Ισλαμικό κόσμο που προώθησε εν συνεχεία στους τόπους καταγωγής τους και την πολιτική γραμμή του Ριάντ.
Επιπλέον σε Ινδία, Πακιστάν και Μπαγκλαντές ιδρύθηκαν πάνω από 10.000 Μεντρεσέδες Ντεομπάντι, ενώ πλέον το ενδιαφέρον έχει στραφεί στο Αφγανιστάν όπου τους επόμενους μήνες εγκαινιάζεται το κόστους 100 εκατ. δολαρίων Ισλαμικό κέντρο της Καμπούλ, ελεγχόμενο ήδη από Ντεομπάντι του Πακιστάν.
Στις ΗΠΑ, εκτιμάται από το Κογκρέσο της χώρας, ότι το 50% των εκεί Ισλαμικών κέντρων ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από τη Σαουδική Αραβία και αξίζει να σημειωθεί ότι τουλάχιστον 50 από αυτά έκλεισαν μετά την 11/9 όταν αποδείχθηκε ότι τροφοδοτούσαν τη Ισλαμογενή τρομοκρατία διεθνώς, με γνωστότερα τα: Muslim World League, World Assembly of Muslim Youth, Al Haramain Foundation, SAAR Foundation, the International Institute of Islamic Thought και School of Islamic and Social Sciences.
Προκλήσεις
Η “Αραβική Άνοιξη” του 2011 έφερε την πρώτη σοβαρή πρόκληση στον Οίκο των Σαούντ από τη δεκαετία του 1920. Προκειμένου να κατευναστούν οι εύλογες ανησυχίες ότι θα υπάρξει ξεσηκωμός για τη διεκδίκηση δημοκρατικών δικαιωμάτων, σε συνδυασμό με τη δράση των πυρήνων που μετέπειτα στήριξαν το Ισλαμικό Κράτος (Ι.Κ.), το Ριάντ αποφάσισε να διοχετεύσει πάνω από 150 Δις δολάρια εν είδη “δωροδοκίας” προς τους υπηκόους του.
Το “πακέτο” αυτό περιελάμβανε 60.000 διορισμούς στο Υπουργείο Εσωτερικών, τη χρηματοδότηση κατασκευής 50.000 ιδιωτικών κατοικιών, μεγάλη αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, επιδότηση στεγαστικών δανείων και μικρών επιχειρήσεων και περαιτέρω χρηματοδότηση υποτροφιών αλλά και του συστήματος υγείας.
Ταυτόχρονα άρχισε η “προώθηση” εξτρεμιστικών στοιχείων προς τα πεδία μαχών της Συρίας, του Ιράκ αλλά και της Λιβύης προκειμένου αφενός να στηριχθούν γεωπολιτικοί σκοποί και αφετέρου να απαλλαγεί η Σ.Α. από τη δράση εν δυνάμει ανατροπέων της τάξης στη χώρα. Αυτή η προσπάθεια όμως κόστισε αρκετά δισ. δολάρια και πλέον το Ριάντ έχει καταστεί βασικός χρηματοδότης του Ι.Κ. και πολλών άλλων ομάδων και τυχόν διακοπή αυτής της στήριξης θα στρέψει τους φανατικούς εις βάρος του, όπως έχει ήδη αρχίσει να διαφαίνεται τους τελευταίους μήνες.
Προσέτι, ο νέος ηγεμόνας της Σ.Α. προωθεί νέο “πακέτο” εκτιμώμενο σε 40 δισ. δολάρια ενώ συνεχίζονται τα εξοπλιστικά προγράμματα, με αποτέλεσμα να ξοδεύει για το 2015 πάνω από 80 δισ. δολάρια σε αμυντικό προϋπολογισμό. Ο πόλεμος στην Υεμένη και η συνέχιση της χρηματοδότησης του Σίσι στην Αίγυπτο περαιτέρω επιβαρύνουν τα χρηματοοικονομικά δεδομένα της Σ.Α.
Ταυτόχρονα το εργατικό δυναμικό εξακολουθεί να αποτελείται κατά πλειονότητα από αλλοδαπούς ενώ είναι πλέον εμφανής η δραματική αύξηση του πληθυσμού και ο σχηματισμός μεγάλων ομάδων νέων που ζουν αποκλειστικά από τη κρατική σίτιση & φιλανθρωπία.
Μέσα σε όλα αυτά, από τα μέσα του 2014 η Σ.Α. αποφάσισε να συντελέσει στη μεγάλη μείωση των τιμών αργού πετρελαίου διεθνώς με διττό σκοπό. Από τη μία πλευρά να μειώσει την παραγωγή του ανταγωνιστικού σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ και από την άλλη να πλήξει την Ρωσική και την Ιρανική οικονομία.
Το αποτέλεσμα για την ίδια την Σαουδαραβία, ήταν η μεγέθυνση του δικού της ελλείμματος σε συνδυασμό με τις υπερβάλλουσες δαπάνες και περιστάσεις που προαναφέρθηκαν.
Αποτελέσματα
Επιπλέον, η συνέχιση του πολέμου στην Υεμένη σε άθροισμα της συνεχιζόμενης χρηματοδότησης της Σ.Α. των προσπαθειών ανατροπής των κυβερνήσεων της Συρίας, αλλά και του Ιράκ, μεγεθύνει τις απώλειες και εντείνει και τις ανησυχίες ευρύτερα στη χώρα για το οικονομικό της μέλλον.
Λίαν αξιόπιστες πληροφορίες, αναφέρουν ότι εκατοντάδες εκατ. δολάρια φεύγουν από τη χώρα ημερησίως και μετατρέπονται σε ακίνητα, συμμετοχές και ομόλογα στο εξωτερικό, ενώ η τοπική αγορά μετοχών και ομολόγων καταρρέει.
Ακόμα, πρέπει να σημειωθεί ότι οι πρόσφατες αλλαγές στη Δυναστική διαδοχή που επέβαλλε ο νέος Βασιλιάς, έχουν ανατρέψει μεταξύ των άλλων και οικονομικούς συσχετισμούς μεταξύ της πολυπληθούς μερίδας των Πριγκίπων του Οίκου των Σαούντ, με αρκετούς από τους “παραγκωνισμένους” να μεταφέρουν τα κεφάλαια τους εκτός της χώρας.
Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προστεθούν οι ανάγκες για ευρύτατη ανασυγκρότηση του πετρελαϊκού τομέα της οικονομίας τα επόμενα 20 έτη, λόγω υπεράντλησης των καλών κοιτασμάτων και ανάγκης εξεύρεσης και εκμετάλλευσης νέων πηγών σε συνδυασμό με διαρκείς ανάγκες για τοπική ενέργεια αλλά και μεγαλεπήβολα σχέδια για ίδρυση νέων πόλεων και συντήρησης τω ήδη πολυδάπανων υποδομών στη χώρα αυτή με εκτιμώμενο κόστος άνω των 800 Δις δολαρίων μέχρι το 2030.
Σημεία προσοχής
>Συνέχιση του πολέμου στην Υεμένη
>Βαθμιαία διείσδυση του Ισλαμικού Κράτους στη Σ.Α.
>Συμφωνία ΗΠΑ-Ιράν που θα ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή
>Ριζοσπαστικοποίηση των Σιιτικών κοινοτήτων στην Σ.Α. που ευρίσκονται στις Ανατολικές επαρχίες όπου και παράγεται το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου (το 18% του πληθυσμού είναι Σιίτες)
>Νέες ανάγκες χρηματοδότησης των υπηκόων λόγω κοινωνικών αναταραχών
>Νέες ανάγκες χρηματοδότησης στη Βόρεια Αφρική λόγω της εκεί αποσταθεροποίησης. http://www.defence-point.gr/news/?p=130717
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου