Τρίτη 4 Μαΐου 2021

Η ελεύθερη πτώση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.

 İlhan Uzgel*

Δεν υπάρχει στην ιστορία της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας περίοδος με τέτοιο στρίμωγμα και τέτοια απομόνωση. Ειδικά στις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περίοδο στην ιστορία, ο έλεγχος των σχέσεων βρίσκεται στα χέρια των ΗΠΑ.


 










Σε προηγούμενα άρθρα, υποστήριξα ότι δύο σημαντικές εξελίξεις στην παγκόσμια πολιτική σκηνή που οδήγησαν σε μετασχηματισμούς στην εξωτερική πολιτική χωρών που εξαρτώνται από το δυτικό σύστημα, όπως η Τουρκία.

Η πρώτη εξέλιξη ήταν το γεγονός της οικονομικής επέκτασης (πρόσβαση σε φτηνές ξένες πιστώσεις, δανεισμός) και η ανθυγιεινή, στρεβλή ανάπτυξη που προκλήθηκε από τη μετατόπιση σχετικά παλιών τεχνολογικών επενδύσεων σε γειτονικές χώρες και η δεύτερη ήταν η άνοδος δύο δυνάμεων, όπως η Κίνα και η Ρωσία.

Αυτή η διαδικασία συνεχίζεται και χώρες οι οποίες εξαρτώνταν στενά από το αμερικανικό σύστημα στο παρελθόν, από τη Βραζιλία έως τη Σαουδική Αραβία, από τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής έως τις Φιλιππίνες, και από την Αίγυπτο έως το Μεξικό, βρίσκουν πλέον μια ευρύτερη περιοχή δράσης και αποκτούν μια κάποια αυτονομία σε θέματα εξωτερικής στις περιφέρειές τους, καθώς στις σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα απ’ ότι συνέβαινε στο παρελθόν.

Στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, αυτές οι χώρες μπόρεσαν να επεκτείνουν το φάσμα δράσης τους ταιριάζοντας τα δικά τους συμφέροντα με τα δυτικά κέντρα, και μερικές φορές ανέλαβαν υπο-ιμπεριαλιστικούς ρόλους χωρίς όμως να εγκαταλείψουν το δυτικό σύστημα.

Η Τουρκία έχει γίνει μια από τις χώρες που έχουν εκμεταλλεύθηκε αυτόν τον παγκόσμιο μετασχηματισμό από τη δεκαετία του 2000, μπόρεσε να επωφεληθεί από αυτήν την χαλάρωση στο παγκόσμιο σύστημα και ήταν επίσης σε θέση να πείσει τους φιλελεύθερους διανοούμενους. Οι κυβερνήσεις του AKP θυσίασαν αυτόν τον σημαντικό μετασχηματισμό εισερχόμενοι σε μια διαδικασία έντονης διπλωματίας στη δεκαετία του 2000 και σε μια άνευ προηγουμένου χρήση στρατιωτικής δύναμης στην περιοχή μετά το 2015.

Σ’ αυτό το άρθρο, θα υποστηρίξω ότι τα προβλήματα εξωτερικής πολιτικής που αντιμετωπίζει η Τουρκία και η αδυναμία εξόδου από την κατάσταση στην οποία έχει περιπέσεις, προβλήματα που βλέπουμε να εμφανίζονται σε άλλη διάσταση σχεδόν κάθε μέρα, οφείλονται στην ανεύθυνη σπατάλη αυτής της στρατηγικής ευκαιρίας που παρέχεται από την τρέχουσα διαδικασία.

Η τέχνη της μη εξισορρόπησης

Η προσπάθεια του ΑΚΡ να εδραιώσει την περιφερειακή κυριαρχία της Τουρκίας χρησιμοποιώντας έναν φιλελεύθερο λόγο τη δεκαετία του 2000, και στρατιωτική δύναμη τη δεκαετία του 2010, κατέρρευσε. Αυτήν την περίοδο μπορεί να θεωρηθεί ότι ήταν μια σημαντική ευκαιρία να στηριχθούμε στη Ρωσία, η οποία έχει αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή, όμως η κυβέρνηση του ΑΚΡ έχασε αυτήν την ευκαιρία προβαίνοντας σε άστοχες και απερίσκεπτες ενέργειες, όπως:

  • Καταρρίπτοντας το ρωσικό μαχητικό αεροσκάφος, ζητώντας μετά συγνώμη,
  • Παίρνοντας τους S-400, για να μπορέσει να πάρει την άδεια από τη Ρωσία να κάνει επιχείρηση εισβολής στη Συρία,
  • Επιμένοντας να παραμένει σε μέρη όπως το Idlib.

Μεταξύ των λόγων αυτής της αδιέξοδης κατάστασης μπορούν να απαριθμηθούν τα εξής:

  •  Το γεγονός ότι βρίσκεται σε αντίθετες πλευρές με τη Ρωσία σε κρίσιμα περιφερειακά ζητήματα,
  • Οι ενέργειες που έκανε χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις περιφερειακές ισορροπίες, ενέργειες που οδήγησαν τις χώρες της περιοχής να συνασπιστούν εναντίον της Τουρκίας και στην απομόνωσή της
  • Η απώλεια του μοναδικού ερείσματος που είχε η Τουρκία στις ΗΠΑ με την εκλογή του Μπάιντεν,
  • Η δήλωση για πρώτη φορά ότι η ΕΕ βρίσκεται σε συντονισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες για το χειρισμό της Τουρκίας.
  • Η αστάθεια της τουρκικής οικονομίας
  • Η πολιτική του εκκρεμούς μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας έχει εξαντληθεί
  • Η πολιτική του εκφοβισμού των χωρών της περιοχής με άσκηση στρατιωτικής βίας έχει εξαντληθεί και δεν αποδίδει, όπως επίσης δεν αποδίδει και
  • Η πολιτική του εκφοβισμού της Ε.Ε. με την αποστολή μεταναστών και  προσφύγων στην ΕΕ.

Όλα τα παραπάνω αποτελούν τις κύριες αιτίες της εμφάνισης και της συνέχισης των αναταρέξεων σε κάθε πεδίο της πολιτικής και της οικονομίας της Τουρκίας.

Ιστορικό αδιέξοδο και στίμωγμα της Τουρκίας

Δεν υπάρχει στην ιστορία της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας τέτοιο στρίμωγμα και τέτοια απομόνωση. Στο παρελθόν, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η Τουρκία είχε πιο αξιόπιστη διπλωματική ισχύ. Ακόμη και υπό συνθήκες σοβαρής εσωτερικής αστάθειας και οικονομικής κρίσης, υπογράφηκε, αλλά δεν επικυρώθηκε, η συμφωνία αμυντικής οικονομικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, η οποία εξακολουθεί να ισχύει,  και το ίδιο διάστημα η Τουρκία κατάφερε να συνεχίσει να μην εγκρίνει την επιστροφή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ.

Το ίδιο ισχύει και για τη δεκαετία του 1990, παρά τις δυσμενείς εσωτερικές πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν το διάστημα εκείνο.

Το ΑΚΡ, παρά την εσωτερική σταθερότητα που έχει επιτύχει εφαρμόζοντας καταπιεστικές πολιτικές, λόγω ανικανότητας και αποτυχημένης πολιτικής, δεν κατάφερε να εξασφαλίσει μια ισορροπία στην οικονομία, την περιφερειακή πολιτική και στις σχέσεις της με τις μεγάλες δυνάμεις.

Εκτός των παραπάνω, τα τελευταία 10 χρόνια κατάφερε να μετατρέψει την εικόνα της Τουρκίας σχεδόν σε όλο τον κόσμο, η οποία πλέον είναι η εικόνα μιας αρνητικής, αυταρχικής και καταπιεστικής χώρας που απομακρύνθηκε από τη δημοκρατία. Μετατράπηκε σε μια χώρα που δεν έχει κανέναν φίλο τόσο στη Μέση Ανατολή και στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, και όλοι πλέον έχουν αντιληφθεί ότι η Τουρκία είναι μια χώρα απονομωμένη και ανίκανη να αντιδράσει.

Έχουμε εισέλθει πλέον σε μια περίοδο κατά την οποία η Ρωσία δεν στέλνει τουρίστες στην Τουρκία, οι ΗΠΑ δεν στέλνουν τα F-35, η Τουρκία δεν μπορεί πλέον να στείλει ερευνητικά πλοία στην Ανατολική Μεσόγειο, και ταυτόχρονα σε μια περίοδο όπου οι ΗΠΑ και η ΕΕ επισήμως, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία ανεπισήμως, επιβάλουν κυρώσεις στην Τουρκία.

Διέξοδος είναι η Δύση

Όπως αναφέρεται σε ορισμένα σχόλια, η κυβέρνηση Ερντογάν επιδιώκει την έξοδο από την απομόνωση και το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει πλησιάζοντας περισσότερο τη Δύση, απ’ ότι άλλες επιλογές όπως η Ρωσία και η Ευρασία. Η Δύση, ειδικά η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ, γνωρίζει αυτήν την κατάσταση και την απόγνωση στην οποία βρίσκεται ο Ερντογάν.

Η κυβέρνηση του AKP προσπαθεί να εφαρμόσει μια στρατηγική που βασίζεται στα εξής:

  • Στην αρνητική συνεργασία με την ΕΕ, δηλαδή δεν της επιβάλλει κυρώσεις, έναντι της απόσυρσης των πλοίων της από την Ανατολική Μεσόγειο,
  • Στη θετική συνεργασία με τις ΗΠΑ, δηλαδή, μια στρατηγική εταιρική σχέση στη λεκάνη του Ευξείνου Πόντου και
  • Στην ουδέτερη συνεργασία με τη Ρωσία, δηλαδή μια πολιτική ίσων αποστάσεων, υπό τον όρο να μην βλάπτονται τα ρωσικά συμφέροντα.

 Ο πυλώνας της ΕΕ φαίνεται ως επιτυχής για την ώρα, διότι η ΕΕ πήρε αυτό που ήθελε από την κυβέρνηση του ΑΚΡ και ανέθεσε το ρόλο του κακού στην κυβέρνηση Μπάιντεν.

Όμως η ασάφεια και η αβεβαιότητα στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία και ειδικά με τις ΗΠΑ, που “τρίζουν τα δόντια τους” , συνεχίζεται και δημιουργεί μεγάλα προβλήματα στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας.

Μια άλλη τελευταία κίνηση του AKP, είναι το άνοιγμα που επιχειρεί ταυτόχρονα με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία, τους τρεις κορυφαίους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή, με στόχο να ξεπεράσει την περιφερειακή μοναξιά και να δείξει ότι στις περιφερειακές ισορροπίες θα σταθεί δίπλα στη Δύση, ενώ ταυτοχρόνως στέλνει και ένα μήνυμα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Φαίνεται ότι οι ΗΠΑ έβαλαν στην άκρη την Τουρκία και ανακάλυψαν ξανά την Ελλάδα και την Κύπρο, εμπλέκοντας τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ στην εξίσωση της Ανατολικής Μεσογείου. Όλες αυτές οι χώρες συνεργάστηκαν και έκαναν συμμαχίες στους τομείς της ενέργειας, της διπλωματίας και της ασφάλειας, δίνοντας έτσι μια απάντηση στη στριμωγμένη Τουρκία. Ως εκ τούτου, είναι κατανοητό ότι κανένας από αυτούς δεν βιάζεται να βελτιώσει τις σχέσεις με την Τουρκία και ότι η κάθε μια από αυτές τις χώρες έθεσε τους όρους της μπροστά στην Τουρκία.

Φωλιά προβλημάτων οι σχέσεις με Ε.Ε και ΗΠΑ

Η κατάσταση στην Τουρκία είναι πολύ σαφής και όλοι οι παράγοντες που σχετίζονται με την Τουρκία το γνωρίζουν αυτό. Ειδικά στις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη περίοδο στην ιστορία, ο έλεγχος βρίσκεται στα χέρια των ΗΠΑ.

Επίσης, σε καμία περίοδο στην ιστορία, τόσα πολλά “χαρτιά” δεν είχαν συσσωρευθεί στα χέρια των ΗΠΑ. Από τη δυνατότητα εύκολης αντικατάστασης της Τουρκίας με την επιβολή κυρώσεων και από την υπόθεση της δίκης Halkbank έως το θέμα τω F-35.

Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχει καμία άλλη περίοδος στην ιστορία, που να είχαν εξαντληθεί σε αυτό το βαθμό τα “χαρτιά” που μπορεί να χρησιμοποιήσει η Τουρκία εναντίον των ΗΠΑ.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η δήλωση της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη γενοκτονία των Αρμενίων δεν θα αποτελέσει σημείο καμπής στις διμερείς σχέσεις, δεν θα δημιουργήσει κενό και οι σχέσεις δεν θα γίνουν περιπλακούν ακόμα περισσότερο.

Η κυβέρνηση του Μπάιντεν γνώριζε την αδυναμία αυτή της Τουρκίας και νοιώθοντας ότι είναι σε θέση ισχύος προέβη στην αναγνώριση, ενώ η Τουρκία από την πλευρά της δεν έκανε καν μια προσπάθεια εξισορρόπησης αυτής της κίνησης. Οι ΗΠΑ περίμεναν ότι η κυβέρνηση του ΑΚΡ θα αποδεχτεί και έτσι έγινε.

Ο Ερντογάν, που απείλησε τις ΗΠΑ ότι θα κλείσει τις βάσεις του Ιντζιρλίκ και της Μαλάτειας (Κιορετζίκ), όταν στα τέλη του 2019 οι ΗΠΑ συζητούσαν επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, έφθασε στο σημείνο να υποσχεθεί μια συνάντηση με τον Μπάιντεν τον Ιούνιο σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, και δέχτηκε την αναγνώριση όντας σε απόγνωση.

Ο Ερντογάν φοβάται μήπως οι ΗΠΑ αποχωρήσουν από το Ιντζιρλίκ

Εν τω μεταξύ, πρέπει να σημειωθεί ότι είναι πλέον ρεαλιστικό η Τουρκία να απειλεί με αποχώρηση από  το ΝΑΤΟ ή με κλείσιμο των αμερικανικών βάσεων του Ιντζιρλίκ και του Κιουρετζίκ (Μαλάτεια). Αντιθέτως, στα μηνύματα που δόθηκαν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τους ιστότοπους από τους κύκλους ασφαλείας των ΗΠΑ, δηλώθηκε ότι η Τουρκία θα μπορούσε να απομακρυνθεί από το ΝΑΤΟ, ότι δεν είναι πλέον αξιόπιστος και προβλέψιμος σύμμαχος, και ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να φύγουν από τη βάση του Ιντζιρλίκ.

Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, οι ΗΠΑ έχουν αποκτήσει νέες βάσεις στην Ελλάδα και ενίσχυσαν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία υπηρέτησε την περιφερειακή κατοχή και τις πολιτικές για περισσότερα από 50 χρόνια από τη βάση του Ιντζιρλίκ, δεν την παρατάει προς το παρόν, αλλά το σημαντικό είναι ότι αυτή η πολιτική μπορεί να αλλάξει κατεύθυνση και να φέρει στην ατζέντα για πρώτη φορά το θέμα της αποχώρησης των ΗΠΑ από αυτή τη βάση.

Αυτός είναι ο μεγαλύτερος φόβος της κυβέρνησης του Ερντογάν.

Σε αυτό το σημείο, μια από τις πιο εκτιμήσεις που εκπλήσσουν τους πάντες είναι ότι σχολιαστές που είναι κοντά στην κυβέρνηση του ΑΚΡ επικρίνουν επίμονα την Ελλάδα για το ότι είναι κοντά στις ΗΠΑ, επειδή αυτή η χώρα είναι γεμάτη πλέον με αμερικανικές βάσεις.

Το τελευταίο διάστημα η Τουρκία εκλιπαρεί τις ΗΠΑ να την προτιμήσουν και να συνεργαστούν μαζί της και να μην συνεργάζονται με το PYD, με το αρμενικό λόμπι και την Ελλάδα, και η κυβέρνηση του AKP πρότεινε στις ΗΠΑ να της δοθούν υπο-ιμεριαλιστικοί ρόλοι του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Παρόλο που η ίδια η απαίτηση είναι ουσιαστικά προβληματική, δίνει την εντύπωση μιας κυβέρνησης που δεν μπορεί να αντέξει τις ΗΠΑ να συνεργαστούν με άλλους παράγοντες παρά με την ίδια.

Η φιλοδοξία της κυβέρνησης του AKP, η ανικανότητα και η αδυναμία πρόβλεψης, η μετατροπή της εξωτερικής πολιτικής σε μια όχημα παραμονής στην εξουσία δεν ωφέλησαν ούτε τονΕρντογάν, ούτε τη χώρα, ούτε την περιοχή. Η εξωτερική πολιτική γίνεται βασικά για τις μελλοντικές γενιές. Οι σημαντικές αποφάσεις έχουν μόνιμο χαρακτήρα και είναι μακροχρόνιες. Το μυαλό του AKP, που θέλει να μεταμορφώσει αυτό που έχει καθιερωθεί επί σειράν ετών, όπως και σε άλλους τομείς της ζωής, δημιούργησε προβλήματα σε όλα τα ζητήματα καταστρέφοντας και αποδυναμώνοντας το παλιό. Αποδείχτηκαν ανίκανοι να κάνουν κάτι καλύτερο σε οποιοδήποτε πεδίο. Η εξωτερική πολιτική είναι μέρος αυτής της διαδικασίας.

Ενώ το παγκόσμιο σύστημα πρόκειται να μετασχηματιστεί σε πολυκεντρικό και πολυπολικό, η Τουρκία έχει γίνει μια πιο εξαρτημένη χώρα τόσο οικονομικά όσο και στρατηγικά, καθώς δεν θα μπορούσε να αποκοπεί από τις ΗΠΑ. Σε αυτήν την ιστορική συγκυρία, όπου οι ΗΠΑ / Δύση βλέπουν τη Ρωσία και την Κίνα ως αντιπάλους και χρειάζονται κρίσιμους συμμάχους όπως η Τουρκία, περιττές στρατιωτικές περιπέτειες, ανεκπλήρωτες διεκδικητικές μπαρούφες, όπως η Γαλάζια Πατρίδα, και συμμετοχή σε κάθε σύγκρουση, τελικά αποδυνάμωσαν την Τουρκία στην εξωτερική πολιτική και την έφεραν σε θέση αδυναμίας.

Ενώ μια χώρα όπως η Τουρκία, η οποία θα μπορούσε να έχει πολύ ευρύτερη στρατηγική αυτονομία υπό τις τρέχουσες συνθήκες, θα μπορούσε να καθιερώσει την εξωτερική της πολιτική με τρόπο να συμβάλει στην ασφάλεια, την ειρήνη και την ευημερία των ανθρώπων που ζουν σε αυτήν τη γεωγραφία, εξάντλησε όλα τα εργαλεία εξωτερικής πολιτικής και εμβάθυνε την εξάρτηση της Τουρκίας έναντι της Δύσης και την κατέστησε αντιπαθή στα μάτια των γειτόνων.

*İlhan Uzgel

iuzgel@gazeteduvar.com.tr

Εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας, Τμήμα Πολιτικών Επιστημών, Τμήμα Διεθνών Σχέσεων από το 1988. Εκδιώχθηκε τον Φεβρουάριο του 2017 ενώ ήταν επικεφαλής του τμήματος. Έλαβε το μεταπτυχιακό του από τα Πανεπιστήμια της Άγκυρας και του Κέιμπριτζ και το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο της Άγκυρας. Διεξήγαγε διδακτορική και μεταδιδακτορική έρευνα σε πανεπιστήμια όπως το LSE, το Georgetown και δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Οκλαχόμα. Έχει πάρει διάφορες υποτροφίες, όπως από το British Council, το Jean Monnet και το ίδρυμα Fulbright. Ενδιαφερόταν περισσότερο για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, την εξωτερική τουρκική πολιτική και τα Βαλκάνια.

Πηγή: gazeteduvar.com.tr

infognomonpolitics.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου